Τον προσφυγικό ελληνισμό της Μικράς Ασίας, του Πόντου και της Κωνσταντινούπολης «αγκαλιάζει» από σήμερα το γήπεδο της ΑΕΚ. Σε μια λιτή τελετή πραγματοποιήθηκαν τα εγκαίνια του μουσείου, το οποίο δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του Δημήτρη Μελισσανίδη, προκείμενου να αναδειχθεί η σύνδεση της ΑΕΚ με τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας. 'Αλλωστε, το 2024 η ΑΕΚ, συμπληρώνει εκατό χρόνια από την ίδρυσή της.
Το Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού εκτείνεται σε μια έκταση άνω των 1.000 τ.μ. με κειμήλια που συγκεντρώθηκαν, πέρασαν από τη διαδικασία της επιστημονικής συντήρησης, και με την έκθεσή τους κουβαλούν όλο το ιστορικό φορτίο, φέρνοντας στο νου μνήμες από τις Αλησμόνητες Πατρίδες.
Την κορδέλα των εγκαινίων έκοψε ο αναπληρωτής υπουργός Αθλητισμού, Γιάννης Βρούτσης, και τον αγιασμό τέλεσε ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Ιωνίας, Φιλαδέλφειας, Ηρακλείου και Χαλκηδόνος κ. Γαβριήλ.
Το μουσείο, μαζί με τα ίδια τα εκθέματα, αποτελεί και μια διαδρομή του Ελληνισμού της Κωνσταντινούπολης, της Μικράς Ασίας και του Πόντου μέχρι την ημέρα του ξεριζωμού, αλλά και μετά, στα δύσκολα χρόνια της προσφυγιάς και στη συνέχεια μέχρι τις μέρες μας. Πολλά από τα αντικείμενα, τα είχαν κουβαλήσει μαζί τους αυτοί που ξεριζώθηκαν πριν από έναν αιώνα, αποτελούσαν ανεκτίμητα οικογενειακά κειμήλια και τα παρέδωσαν ως προσφορά στο μουσείο οι απόγονοί τους. Είναι αναπόφευκτο λοιπόν, περιδιαβαίνοντας τον μακρύ διάδρομό του, να αισθανθείς το ρίγος να σε διαπερνά για όσα φορτία «κουβαλούν» πάνω τους αυτά τα αντικείμενα, για την ιστορία που έχουν να διηγηθούν και για την ελληνικότητα που κράτησαν μέσα τους. Είναι αδύνατον να μην τα αντιμετωπίσεις με συγκίνηση και σεβασμό.
Τον σκοπό του Μουσείου Προσφυγικού Ελληνισμού τον ανέφεραν, ο ίδιος ο εμπνευστής και αυτοί που ανέλαβαν να το υλοποιήσουν, και είναι καταρχήν η ανάδειξη της μακραίωνης παρουσίας του Ελληνισμού στην Κωνσταντινούπολη, στη Μικρά Ασία, στον Πόντο, στην Καππαδοκία και στην Ανατολική Θράκη. Ο επισκέπτης μεταφέρεται στον χώρο και στον χρόνο, βιώνοντας πτυχές αυτής της παρουσίας, όπως ο θρησκευτικός βίος, ο πολιτισμός των μελών των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων, η οικονομία και η συνακόλουθη ευμάρεια, οι τέχνες και τα γράμματα κ.ά..
Στη συνέχεια προβάλλονται η περίοδος των διωγμών, ο βίαιος ξεριζωμός και η ανταλλαγή. Η εξιστόρηση κλείνει με την εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, τα πρώτα μαύρα λασπωμένα χρόνια, η ενσωμάτωση, αλλά και η συμβολή του Προσφυγικού Ελληνισμού στη νεότερη Ελλάδα.
Σύμμαχος στην ιστορική αυτή ανάδειξη υπήρξε και η τεχνολογία, καθώς εντάχθηκε στο μουσείο ώστε να το κάνει πιο ολοκληρωμένο και διαδραστικό - ο μπλε κυματισμός στο δάπεδο, όταν φτάνεις στο σημείο της καταστροφής και του ξεριζωμού, ξεκάθαρη παραπομπή στο υγρό στοιχείο και στα κύματα του Αιγαίου, που διέσχισαν με βάρκες και πλωτά τότε οι πρόσφυγες, αναζητώντας τη σωτηρία και τη νέα ζωή. Η τεχνολογία θα βοηθήσει και στον εκπαιδευτικό χαρακτήρα που θα έχει το μουσείο με τις επισκέψεις σχολείων, αλλά και στο να ανανεώνεται διαρκώς.
Ουσιαστικά το μουσείο είναι χωρισμένο σε ενότητες, ξεκινώντας από τις «Πατρίδες της Ψυχής μας» για να ακολουθήσουν από την καθημερινότητα αυτών των ανθρώπων, από τα σπίτια και τα αρχοντικά τους πριν την καταστροφή, αλλά και από το μουσικό στοιχείο, άρρηκτα συνδεδεμένο με τη ζωή τους, ένα πιάνο, μια λατέρνα, μια λύρα, ένα γραμμόφωνο κ.ά.. Φτάνοντας στην ενότητα «Και ήρθαν χρόνια δύσκολα και μέρες δακρυσμένες», μπαίνεις πια στο χρονικό σημείο της εκστρατείας και μετά της καταστροφής, όπου πέρα όλων των άλλων, υπάρχουν και δύο χειροποίητα μοντέλα πλοιαρίων της θάλασσας του Μαρμαρά. Μάλιστα, εκεί ο διάδρομος του μουσείου παύει να είναι συνεχίζει σε ευθεία και γίνεται μια καμπύλη, μια στροφή που προσδιορίζει και το κομβικό σημείο της Ιστορίας.
Στη συνέχεια, βρίσκεσαι στην ενότητα «Στα χρόνια της ένδειας», που αφορά την έλευση των προσφύγων στην Ελλάδα, αλλά και τη νέα ζωή που κλήθηκαν να ζήσουν, στις αναζητήσεις του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, σε διαβατήρια απελαθέντων Ελλήνων από την Κωνσταντινούπολη και αμέσως μετά ακολουθεί αναφορά στην προσφορά των προσφύγων στον τόπο μας και σε ανθρώπους που άφησαν το δικό τους σημάδι στον πολιτισμό μας, στην οικονομία και στην κοινωνία. Με δύο ξεχωριστούς χώρους για τον Αριστοτέλη Ωνάση και τον Στέλιο Καζαντζίδη, στην ενότητα «Οι πρόσφυγες μεγαλουργούν».
Τέλος, υπάρχουν τα «Γραπτά που ιστορούν», χώρος με χειρόγραφα, πιστοποιητικά, έγγραφα και ντοκουμέντα, αλλά και το αθλητικό στοιχείο, με φωτογραφίες ομάδων και αθλητών. Στην αίθουσα εκδηλώσεων, τέλος υπάρχει μια σειρά από πίνακες και χάρτες.