Η οικονομική δραστηριότητα συνεχίζει την ανοδική της πορεία είτε με επιταχυνόμενο ρυθμό (οικοδομική δραστηριότητα) είτε με επιβραδυνόμενο ρυθμό (πωλήσεις αυτοκινήτων και βιομηχανική παραγωγή), σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τους δείκτες οικονομικής συγκυρίας που δημοσιεύθηκαν την περασμένη εβδομάδα, σημειώνει η Alpha Bank στην εβδομαδιαία ανάλυσή της.
Η κύρια, όμως, συνιστώσα της τρέχουσας οικονομικής ανάκαμψης είναι η ιδιωτική κατανάλωση, η οποία στηρίζεται στην ενίσχυση του ποσοστού απασχόλησης και του κατά κεφαλήν διαθεσίμου εισοδήματος, καθώς και στη διατήρηση της μέσης ροπής προς αποταμίευση σε αρνητικό έδαφος, η οποία ωστόσο έχει εισέλθει σε μία σταθερή πορεία επιστροφής στην κανονικότητα αφού ανέρχεται σταδιακά σε σχέση με τα προηγούμενα έτη.
Που διοχετεύθηκε η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος και γιατί; Κατανάλωση, αποταμίευση και πληθωρισμός
Ως αποτέλεσμα των εξελίξεων αυτών, η αύξηση του κατά κεφαλήν ονομαστικού διαθεσίμου εισοδήματος την τελευταία διετία διοχετεύθηκε από τα νοικοκυριά πρωτίστως σε αύξηση της ιδιωτικής κατανάλωσης και δευτερευόντως σε μικρότερη ανάλωση των αποταμιευτικών πόρων παρελθόντων ετών. Παράλληλα ένα μέρος της αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος διαβρώθηκε από την ενίσχυση του επιπέδου τιμών. Συγκεκριμένα, στο τρίτο τρίμηνο του 2018, η αύξηση των τιμών των καταναλωτικών αγαθών απορρόφησε 1 ποσοστιαία μονάδα από την κατά 4,6% ετήσια αύξηση του κατά κεφαλήν ονομαστικού διαθεσίμου εισοδήματος σύμφωνα με τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (Household Sector Report, February 2019).
Η μεγαλύτερη ενίσχυση της κατανάλωσης σε σχέση με την αποταμίευση καθώς αυξάνεται το κατά κεφαλήν διαθέσιμο εισόδημα οφείλεται σε δύο παράγοντες:
Πρώτον, η αύξηση της απασχόλησης αφορά σε μεγάλο βαθμό νέους εργαζόμενους και απασχολούμενους με συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης. Σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ, οι νέες συμβάσεις μερικής απασχόλησης του ιδιωτικού τομέα ανήλθαν στο 54% των συνολικών συμβάσεων. Κατά συνέπεια η αύξηση της απασχόλησης ενισχύει τα ασθενέστερα εισοδηματικά κλιμάκια που παραδοσιακά έχουν υψηλότερη μέση ροπή προς κατανάλωση σε σχέση με αποταμίευση, καθώς προηγείται στις προτιμήσεις τους η διασφάλιση ενός ικανοποιητικού επιπέδου διαβίωσης.
Δεύτερον, η οριακή βελτίωση του διαθεσίμου εισοδήματος των ανώτερων και μεσαίων εισοδηματικών κλιμακίων - που παραδοσιακά χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη ροπή προς αποταμίευση - είναι συγκριτικά μικρότερη αφού επηρεάζεται αρνητικά από την σημαντικά υψηλότερη πλέον φορολόγηση.
Ποιες ήταν οι πηγές του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών το 2018;
Είναι σημαντικό να διερευνηθεί η χρηματοοικονομική σύνθεση της αύξησης του κατά κεφαλήν εισοδήματος. Η τελευταία μπορεί να διακριθεί σε δύο κατηγορίες, ανάλογα με το αν η μεταβολή του διαθεσίμου εισοδήματος προέρχεται από την πλευρά των εσόδων (πηγές) ή την πλευρά των φορολογικών και άλλων υποχρεώσεων (εκροές) των νοικοκυριών. Οι επιμέρους συνιστώσες από την πλευρά των εσόδων είναι το εισόδημα από εξαρτημένη μισθωτή εργασία, το λειτουργικό πλεόνασμα/μικτό εισόδημα (το οποίο περιλαμβάνει τα κέρδη των ατομικών επιχειρήσεων, τις αμοιβές των αυτοαπασχολούμενων και τα εισοδήματα από ενοίκια), οι κοινωνικές παροχές εκτός από τις κοινωνικές μεταβιβάσεις σε είδος (συντάξεις και επιδόματα) και το εισόδημα περιουσίας (τόκοι, μερίσματα, ενοίκια από χρήση γης).
Από την πλευρά των υποχρεώσεων των νοικοκυριών, οι βασικοί παράγοντες που συνθέτουν το διαθέσιμο εισόδημα είναι οι κοινωνικές εισφορές (οι οποίες αφαιρούνται από τις κοινωνικές μεταβιβάσεις και προκύπτουν οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις) και οι άμεσοι φόροι (φόροι εισοδήματος).
Κατά την φάση επέκτασης του οικονομικού κύκλου, οι αμοιβές εξαρτημένης εργασίας, το λειτουργικό πλεόνασμα/μικτό εισόδημα και το εισόδημα από περιουσία τείνουν να αυξάνονται και να συνεισφέρουν θετικά στο διαθέσιμο εισόδημα, καθώς η μεγέθυνση της οικονομίας δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, οι αμοιβές αυξάνονται και το επιχειρηματικό κλίμα είναι ευνοϊκό. Αντιθέτως, κατά τη διάρκεια συρρίκνωσης του οικονομικού κύκλου, οι ανωτέρω συνιστώσες τείνουν να μειώνονται. Συνεπώς, οι συνιστώσες αυτές χαρακτηρίζονται από προ-κυκλικότητα.
Από την άλλη πλευρά, οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις και η φορολογία εισοδήματος εμφανίζουν αντικυκλικό χαρακτήρα και λειτουργούν ως αυτόματοι σταθεροποιητές της οικονομίας. Για παράδειγμα, κατά την υφεσιακή φάση του οικονομικού κύκλου, όταν η ανεργία αυξάνεται, οι κοινωνικές μεταβιβάσεις (επιδόματα ανεργίας κλπ.) τείνουν επίσης να αυξάνονται ενώ ταυτόχρονα οι κοινωνικές εισφορές μειώνονται. Ως αποτέλεσμα, οι καθαρές κοινωνικές μεταβιβάσεις αποτελούν σημαντικό σταθεροποιητικό παράγοντα του διαθεσίμου εισοδήματος και, συνεπώς, και της κατανάλωσης, κατά την φάση συρρίκνωσης του κύκλου.
Αναλύοντας τη μεταβολή του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών στις επιμέρους πηγές του, επιβεβαιώνεται η σημαντική συμβολή του εισοδήματος εξαρτημένης μισθωτής εργασίας. Συγκεκριμένα, η συμβολή των αμοιβών της εξαρτημένης εργασίας στη μεταβολή του κατά κεφαλήν διαθέσιμου εισοδήματος ήταν αρνητική από το 2010 μέχρι και το 2015, ενώ από το 2016 και μετά υπάρχει θετική συνεισφορά των αμοιβών. Επιπροσθέτως το 2017, για πρώτη φορά το λειτουργικό πλεόνασμα και το εισόδημα περιουσίας συνεισέφεραν θετικά. Ειδικότερα, η ανάλυση των πηγών του διαθεσίμου εισοδήματος σε τριμηνιαία βάση, υποδηλώνει μια θετική και αυξανόμενη συνεισφορά των αμοιβών από εξαρτημένη μισθωτή εργασία, η οποία συνέβαλε στο τρίτο τρίμηνο του 2018 κατά 2,3 ποσοστιαίες μονάδες στην αύξηση του κατά κεφαλήν (ονομαστικού) διαθέσιμου εισοδήματος (το οποίο αυξήθηκε κατά 4,6% σε ετήσια βάση), ενώ το λειτουργικό πλεόνασμα συνέβαλε στην αύξηση αυτή κατά 2 ποσοστιαίες μονάδες. Η συμβολή των άμεσων φόρων ήταν αρνητική (-1 ποσοστιαία μονάδα), ενώ οι καθαρές κοινωνικές παροχές συνέβαλαν θετικά κατά 1,2 ποσοστιαίες μονάδες.