Με αφορμή το πρόσφατο έγγραφο του υφυπουργού Δικαιοσύνης, Ιωάννη Μπούγα, που απέστειλε στις διοικήσεις των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας και απευθύνει έγγραφες συστάσεις και οδηγίες, το προεδρείο της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ), σε ανακοίνωσή του, αναφέρει ότι «οι φορείς της εκτελεστικής εξουσίας δεν δύνανται να απευθύνουν υποδείξεις στις διοικήσεις των δικαστηρίων, όπως προσφάτως συνέβη αναφορικά με τη στελέχωση των παράλληλων και περιφερειακών εδρών, καθώς τέτοιες ενέργειες συνιστούν ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο δικαστικό έργο».
Ειδικότερα, η ανακοίνωση της ΕΔΕ αναφέρει: "Το προεδρείο της Ένωσης πραγματοποίησε χθες Δ.Σ. κατά το οποίο ομόφωνα κρίθηκε ότι:
Σύμφωνα με τις κατοχυρωμένες στα άρθρα 26 και 87 επ. του Συντάγματος αρχές της διάκρισης των εξουσιών και της ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, οι δικαστικοί λειτουργοί απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας, οι δε φορείς των λοιπών κρατικών λειτουργιών οφείλουν να απέχουν από ενέργειες πού μπορούν να εκληφθούν ως απόπειρα επηρεασμού του δικαστικού έργου (έτσι Διοικ.ΟλΑΠ 2/2024).
Σημειώνεται ότι ως δικαστικό έργο νοείται όχι μόνο το αμιγώς δικαιοδοτικό αλλά και αυτό της διοίκησης δικαστηρίων και εισαγγελιών η ευθύνη λειτουργίας των οποίων ανήκει αποκλειστικά στα αιρετά ή τα οριζόμενα από τον ΚΟΔΚΔΛ πρόσωπα. Ως εκ τούτου οι φορείς της εκτελεστικής εξουσίας δεν δύνανται να απευθύνουν υποδείξεις στις διοικήσεις των δικαστηρίων, όπως προσφάτως συνέβη αναφορικά με τη στελέχωση των παράλληλων και περιφερειακών εδρών, καθώς τέτοιες ενέργειες συνιστούν ανεπίτρεπτη παρέμβαση στο δικαστικό έργο".
Παράλληλα, σημειώνειται: "Περαιτέρω, επί της ουσίας θεωρούμε ότι η παρουσία δικαστικών λειτουργών σε παράλληλες και περιφερειακές έδρες δικαστηρίων, μετά την κατάργηση των Ειρηνοδικείων, σε καθημερινή βάση, δεν είναι ούτε εφικτή ούτε αναγκαία. Ιδίως μάλιστα όταν το Υπουργείο δεν καταβάλλει τα έξοδα διαμονής και μετακίνησης των δικαστικών λειτουργών που μετακινούνται. Δεν είναι εφικτή διότι με τον τρόπο αυτό σε πολλές περιπτώσεις δεν θα μπορεί να λειτουργήσει απρόσκοπτα το κεντρικό Πρωτοδικείο. Και δεν είναι αναγκαία, διότι στις εξαιρετικές περιπτώσεις που παρουσιάζεται έκτακτη ανάγκη σε περιφερειακή έδρα, το ζήτημα μπορεί να λύνεται όπως συνέβαινε επί δεκαετίες σε αντίστοιχες περιπτώσεις με συνεννόηση της διοίκησης του πρωτοδικείου με τον αιτούντα διάδικο ή τον δικηγόρο. Η κατασπατάληση ανθρώπινου δυναμικού και ωρών εργασίας κινείται αντίστροφα με τη λογική του νομοθέτη για ενοποίηση του πρώτου βαθμού δικαιοδοσίας και αναιρεί τις προσπάθειες επιτάχυνσης του δικαιοδοτικού έργου.
Αντίθετα πιστεύουμε ότι εφόσον υφίστανται περιφερειακές έδρες ο διευθύνων το πρωτοδικείο θα πρέπει να εξασφαλίζει την παρουσία προέδρου υπηρεσίας σε αυτές για την εκδίκαση προσωρινών διαταγών, διαταγών πληρωμής, η συχνότητα της οποίας (καθημερινή ή ορισμένη ημέρα της εβδομάδας) θα εξαρτάται από τις ανάγκες της συγκεκριμένης περιφερειακής έδρας, αλλά και τις υπηρεσιακές δυνατότητες (επαρκής αριθμός υπηρετούντων δικαστών).
Ευκτέα τυγχάνει η προηγούμενη συνεννόηση του προϊστάμενου του δικαστηρίου με τον οικείο Δικηγορικό Σύλλογο (βλ. το υπ' αριθμόν 1922/9-9-2024 έγγραφο της Προέδρου ΑΠ)".
"Τέλος, επισημαίνουμε ότι η συνεργασία των φορέων της Δικαιοσύνης προϋποθέτει τον σεβασμό του διακριτού ρόλου του καθενός και την λόγω και έργω αναγνώριση της αξίας του.
Ως εκ τούτου αναφορές σε "κανονικούς" δικαστές και μη εκ μέρους της ηγεσίας του υπουργείου Δικαιοσύνης δημιουργούν εσφαλμένες εντυπώσεις, απαξιώνουν τη συμβολή και το σημαντικό έργο που έχουν προσφέρει μέχρι σήμερα οι πρώην ειρηνοδίκες καθώς και τον θεσμικό τους ρόλο ως δικαστικών λειτουργών", καταλήγει η ΕΔΕ.
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος αντέδρασε στο έγγραφο Μπούγα με τις συστάσεις προς τους δικαστές
Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ) αντέδρασε στο πρόσφατο έγγραφο του υφυπουργού Δικαιοσύνης, Ιωάννη Μπούγα, που απέστειλε στις διοικήσεις των δικαστηρίων και των εισαγγελιών της χώρας, με το οποίο απευθύνει συστάσεις και οδηγίες.
Αναλυτικά, η ΕΕΕ, σε σημερινή ανακοίνωση της, μεταξύ άλλων, αναφέρει πως «δεδομένου ότι τα διαλαμβανόμενα στο έγγραφο (σ.σ.: του κ. Μπούγα) συνιστούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών του Κράτους, που αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος σύμφωνα με το άρθρο 26 του Συντάγματος, ζητούμε την άμεση ανάκλησή του, προς αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και νομιμότητας».
Συγκεκριμένα, η ανακοίνωση της ΕΕΕ, έχει ως εξής:
«Με αφορμή το με αριθμό πρωτ. 6751/4-11-2024 έγγραφο του κ. Υφυπουργού Δικαιοσύνης, με το οποίο υποδεικνύει στους Διευθύνοντες τις Εισαγγελίες της χώρας τον τρόπο με τον οποίο αυτοί θα κατανείμουν τις υπηρεσίες των εισαγγελικών λειτουργών, επισημαίνουμε ότι σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 18 και 28 του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών:
1. Η εισαγγελία είναι δικαστική αρχή, ανεξάρτητη από τα δικαστήρια και την εκτελεστική εξουσία.
2. Δικαίωμα να απευθύνουν γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων των εισαγγελικών λειτουργών έχουν ο μεν εισαγγελέας του Αρείου Πάγου προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας, ο δε εισαγγελέας Εφετών προς τους εισαγγελικούς λειτουργούς της περιφέρειας της Εισαγγελίας Εφετών.
3. Την Εισαγγελία διευθύνει ο εισαγγελέας, ο δε διευθύνων την Εισαγγελία του Πρωτοδικείου της έδρας ορίζει, με πράξη του, τον ή τους εισαγγελείς της παράλληλης έδρας, καθώς και τα καθήκοντά τους.
Κατόπιν αυτών και δεδομένου ότι τα διαλαμβανόμενα στο ανωτέρω έγγραφο συνιστούν ευθεία παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης και παραβίαση της αρχής της διάκρισης των εξουσιών του Κράτους, που αποτελεί θεμέλιο του δημοκρατικού μας πολιτεύματος σύμφωνα με το άρθρο 26 του Συντάγματος, ζητούμε την άμεση ανάκλησή του, προς αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης και νομιμότητας».