Την ολοκλήρωση της εξαγοράς των δραστηριοτήτων της Enel στη Ρουμανία ανακοίνωσε απόψε η ΔΕΗ, φέρνοντας όπως επισημαίνει, με επιτυχία εις πέρας την πρώτη σημαντική επέκτασή της στο εξωτερικό.
Όπως τονίζει η επιχείρηση, η εξαγορά αποτελεί ορόσημο για τη στρατηγική ανάπτυξης της ΔΕΗ, με την απόκτηση ενός σημαντικού χαρτοφυλακίου ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (έργων σε λειτουργία όσο και έργων σε διαδικασία ωρίμανσης) καθώς και δραστηριοτήτων διανομής και εμπορίας, όπου οι εξαγορασθείσες εταιρείες κατέχουν ηγετική θέση στην αγορά της Ρουμανίας.
Συγκεκριμένα, η ΔΕΗ ολοκλήρωσε την εξαγορά του συνόλου των συμμετοχών που κατέχονται από την Enel και τις θυγατρικές της στη Ρουμανία, μετά από την εκπλήρωση των προϋποθέσεων που είχαν τεθεί στην συμφωνία πώλησης του Μαρτίου.
Με βάση την συμφωνία αυτή, η ΔΕΗ κατέβαλε τίμημα περίπου 1.240 εκατ. ευρώ, που ισοδυναμεί με συνολική αξία επιχείρησης ύψους περίπου 1.900 εκατ. ευρώ (για το 100%).
Με την ολοκλήρωση της εξαγοράς των δραστηριοτήτων της Enel στη Ρουμανία, ο Όμιλος ΔΕΗ έχει πλέον συνολικά σχεδόν 9 εκατομμύρια πελάτες και η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ του Ομίλου (υδροηλεκτρικά, αιολικά, φωτοβολταϊκά κλπ) αυξάνεται σε περίπου 4,4GW.
Η Ρυθμιζόμενη Περιουσιακή Βάση της Διανομής αυξάνεται κατά 40%. Επιπλέον, όλη η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας της Enel στη Ρουμανία προέρχεται από ΑΠΕ, γεγονός που αυξάνει το ποσοστό «πράσινου EBITDA» στο συνολικό EBITDA της ΔΕΗ και βελτιώνει τους σχετικούς δείκτες ESG.
Ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της ΔΕΗ, Γεώργιος Στάσσης, δήλωσε:
«Στόχος της ΔΕΗ είναι να μετατραπεί σε κορυφαία εταιρεία καθαρής ενέργειας στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Η εξαγορά των δραστηριοτήτων της Enel στη Ρουμανία αποτελεί ιδανική επιλογή τόσο από γεωγραφική, όσο και από επιχειρηματική άποψη. Θέλω να ευχαριστήσω όλες τις ομάδες που εργάστηκαν όλο αυτό το διάστημα για να ολοκληρωθεί η εξαγορά. Σήμερα ξεκινάμε ένα ταξίδι ανάπτυξης και μετασχηματισμού στη Ρουμανία, με φιλοδοξία να γίνουμε η αδιαμφισβήτητη ηγέτιδα εταιρεία ενέργειας της χώρας».
Σύμφωνα με τα σχετικά στοιχεία, η Enel Ρουμανίας είναι ένας από τους βασικότερους παίκτες της αγοράς ενέργειας της χώρας. Κατέχει την πρώτη θέση στις ΑΠΕ, με συνολική εγκατεστημένη ισχύ 600 MW και με επιπλέον 5 GW σε πορεία υλοποίησης, που ταιριάζει απόλυτα με τη στρατηγική της ΔΕΗ.
Στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας και φυσικού αερίου, η εταιρεία κατέχει επίσης την πρώτη θέση με 3,1 εκατομμύρια πελάτες και 81 καταστήματα σε όλη τη χώρα. Επιπλέον κατέχει το δίκτυο διανομής σε 3 Περιφέρειες της χώρας, μεταξύ των οποίων και στο Βουκουρέστι, όπου είναι με διαφορά η πιο σημαντική Περιφέρεια της χώρας. Διανέμει ενέργεια στο 1/3 περίπου της Ρουμανίας με πάνω από 133.000 χλμ δικτύου, ενώ έχει ήδη εγκαταστήσει πάνω από 1,4 εκατ. έξυπνους μετρητές σε σπίτια και επιχειρήσεις.
Μέχρι το τέλος του έτους η εταιρεία θα έχει σε λειτουργία 500 σημεία φόρτισης ηλεκτρικών αυτοκινήτων.
Τονίζεται ακόνη ότι:
- Συγκρίνοντας με αντίστοιχες εξαγορές, η εξαγορά είναι χαμηλότερη από προηγούμενες συναλλαγές στην αγορά. Εκτός από την ελκυστική αποτίμηση, η εξαγορά της Enel θα οδηγήσει σε οφέλη από συνέργειες (σε θέματα επενδύσεων, λειτουργικού κόστους, προμηθειών και άλλων οικονομικών τομέων μέχρι τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη διαχείριση ενέργειας, τη διανομή, τον εφοδιασμό και τα πληροφοριακά συστήματα) οι οποίες μπορούν να ξεπεράσουν τα 100 εκατ. ευρώ.
- Σύμφωνα με το Στρατηγικό Σχέδιο του Ομίλου ΔΕΗ, οι επενδύσεις την πενταετία 2022-2026 θα ανέλθουν σε 9,3 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 15% θα κατευθυνθούν εκτός Ελλάδος. Η εξαγορά της ΕNEL Ρουμανίας αντανακλά αυτές τις επενδύσεις στο εξωτερικό στο πλαίσιο της επέκτασης του Ομίλου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη.
Σύμφωνα με την Eurostat, τη Statista, το Economist Intelligence Unit και άλλους φορείς, η Ρουμανία θεωρείται μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με τη μέση πραγματική ανάπτυξη του ΑΕΠ να υπολογίζεται για την περίοδο 2022-2026 σε 3,3% κάθε χρόνο. Από αυτή την αναμενόμενη ανάπτυξη, οι ΑΠΕ θα έχουν ένα μεγάλο μερίδιο καθώς υπολογίζεται ότι η μέση πραγματική ανάπτυξη των ΑΠΕ μεταξύ 2020 και 2030, θα κινηθεί γύρω στο 12,2% κάθε χρόνο.