Διαταραχές της όσφρησης αντιμετωπίζει το 20% του γενικού πληθυσμού και μία από αυτές είναι η ανοσμία, δηλαδή η πλήρης απώλεια της όσφρησης, την οποία συχνά ο ασθενής δεν αντιλαμβάνεται έγκαιρα.
Η έγκαιρη αντιμετώπιση αποκτά ιδιαίτερη σημασία όχι μόνο επειδή το ποσοστό των ατόμων με διαταραχές όσφρησης θεωρείται σταθερά υψηλό στον γενικό πληθυσμό (5% πάσχει από ανοσμία και 15% από υποσμία δηλαδή μερική απώλεια της όσφρησης) αλλά και επειδή αυξάνεται κατακόρυφα στο 50% σε άτομα ηλικίας άνω των 65 ετών.
Τα παραπάνω επεσήμανε ο επίκουρος καθηγητής του ΑΠΘ και υπεύθυνος του Ιατρείου Όσφρησης και Γεύσης του νοσοκομείου Παπαγεωργίου, Ιορδάνης Κωνσταντινίδης, με αφορμή την 27η Φεβρουαρίου - Παγκόσμια Ημέρα Ευαισθητοποίησης για την Ανοσμία.
Οι τρεις κύριες αιτίες οσφρητικής δυσλειτουργίας, όπως εξηγεί ο κ. Κωνσταντινίδης, είναι οι ιώσεις του ανώτερου αναπνευστικού, η χρόνια ρινοκολπίτιδα και οι κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις. Όμως, η απώλεια όσφρησης μπορεί να οφείλεται σε κάποιον όγκο της περιοχής της βάσης του κρανίου, ενώ μπορεί να είναι πρώιμο σύμπτωμα και κάποιου νευροεκφυλιστικού νοσήματος, όπως η νόσος Parkinson και η νόσος Alzheimer.
"Η έκπτωση της οσφρητικής ικανότητας ενός ατόμου για τον ίδιο υποκειμενικά επηρεάζει αρνητικά δύο αισθήσεις, την όσφρηση αλλά και την γεύση, με αποτέλεσμα να επιφέρει σημαντική πτώση στην ποιότητα ζωής του. Οι ασθενείς δεν απολαμβάνουν το φαγητό, δεν αντιλαμβάνονται τα αρώματα του περιβάλλοντος, παρουσιάζουν κοινωνική απομόνωση και ψυχολογική επιβάρυνση, ενώ αρκετοί βιώνουν επικίνδυνα ατυχήματα στην καθημερινή τους ζωή. Για παράδειγμα, μπορεί να καταναλώσουν αλλοιωμένες τροφές, ή να μην αναγνωρίσουν τις αναθυμιάσεις από καυστήρες, τη φωτιά από φαγητό που καίγεται στην κουζίνα κλπ, γεγονός που εγκυμονεί κινδύνους έως και θανάτους, είτε από την εισπνοή αερίων, ή από εγκαύματα", υπογραμμίζει ο κ. Κωνσταντινίδης.
Παράλληλα, αναφέρει, ότι η ανοσμία, δηλαδή η πλήρης απώλεια της όσφρησης,αποτελεί για τον άρρωστο ένα είδος αναπηρίας, παρόλο που συχνά ο ίδιος δεν αντιλαμβάνεται έγκαιρα την σταδιακή της πτώση για να αναζητήσει έγκαιρα ιατρική βοήθεια. Αυτός είναι και ο λόγος που αρκετοί παραμένουν αδιάγνωστοι και υποφέρουν, ενώ μόνο ένας μικρός αριθμός αυτών των ασθενών απευθύνεται στα ρινολογικά ιατρεία.
Λύση στους ασθενείς που έχουν διαταραχές της όσφρησης προσφέρει το ειδικό Ιατρείο για διαταραχές της όσφρησης το οποίο είναι το πρώτο που λειτούργησε στην Ελλάδα, τον Ιανουαρίου του 2007, στη Β΄ ΩΡΛ κλινική του νοσοκομείου Παπαγεωργίου, και, σύμφωνα με τον κ. Κωνσταντινίδη, αποτελεί κέντρο αναφοράς για τον ελλαδικό χώρο.
Στο Ιατρείο αυτό οι ασθενείς με πλήρη απώλεια όσφρησης (ανοσμία) ή μειωμένη όσφρηση (υποσμία) υποβάλλονται σε ενδοσκοπικό έλεγχο της μύτης, σε ειδικά οσφρητικά και γευστικά τεστ και σε απεικονιστικό έλεγχο και ακολουθούν την αντίστοιχη θεραπεία, ανάλογα με τα αίτια του προβλήματος.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, όταν παρουσιάζει κανείς συμπτώματα όπως να μην απολαμβάνει το φαγητό, ή να μην αντιλαμβάνεται τα αρώματα του περιβάλλοντος, τότε θα πρέπει να επισκέπτεται έγκαιρα ένα ειδικό ρινολογικό ιατρείο, ώστε να αντιμετωπιστεί άμεσα, καθώς οι διαταραχές όσφρησης μπορεί να υποκρύπτουν άλλα προβλήματα υγείας, όπως οι λοιμώξεις, ακόμη και η νόσος Parkinson.