Αναρωτιέται κανείς αν ήταν τυχαία η στιγμή της συζήτησης στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο για το ζήτημα των παρακολουθήσεων (και ιδιαίτερα για την άρνηση των κρατών-μελών να συνεργαστούν στις σχετικές έρευνες): Πέμπτη μεσημέρι, όταν οι περισσότεροι πολιτικοί και δημοσιογράφοι αποχωρούν ή έχουν ήδη επιστρέψει στις Βρυξέλλες. Απόντες οι εκπρόσωποι του Συμβουλίου και της σουηδικής «προεδρίας». Από την Κομισιόν το παρών έδωσε μόνο η Επίτροπος Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής, Μαρέιντ Μακ Γκίνες, αντικαθιστώντας συναδέλφους της, που θα ήταν πιο αρμόδιοι να δώσουν απαντήσεις.
Κι όμως, επί της ουσίας η συζήτηση ήταν ενδιαφέρουσα, αν μη τι άλλο γιατί αποκάλυψε τις διαφορετικές αντιλήψεις που επικρατούν, αλλά και την αδυναμία της εξεταστικής επιτροπής του Κοινοβουλίου (PEGA) να συγκεντρώσει τα απαραίτητα στοιχεία από τα κράτη-μέλη. Η εισηγήτρια της PEGA, η φιλελεύθερη ευρωβουλευτής Σόφι Ιντ'Φελντ από την Ολλανδία, καταγγέλλει «ομερτά» των εθνικών κυβερνήσεων, άλλοι κάνουν λόγο για ένα «τείχος σιωπής».
Αν και συνήθως πιο εγκρατής στις δηλώσεις του ο προεδρεύων της PEGA, ο Ολλανδός χριστιανοδημοκράτης Γιερούν Λέναερς, δεν κρύβει την απογοήτευσή του. «Είχαμε αποστείλει ένα ερωτηματολόγιο στα κράτη-μέλη στις 14 Ιουλίου 2022, δηλαδή πριν από οκτώ μήνες, με ερωτήσεις για τη χρήση του λογισμικού και την ισχύουσα νομοθεσία», επισημαίνει. «Δεν ζητήσαμε να μας αποκαλύψουν κρατικά μυστικά, μιλάμε για απλές ερωτήσεις, τις οποίες θεωρητικά κάθε κυβέρνηση μπορεί να απαντήσει. Στις 12 Οκτωβρίου λάβαμε από την τσεχική προεδρία μία κοινή απάντηση εκ μέρους όλων, η οποία δεν περιελάμβανε καμία συγκεκριμένη πληροφορία, παρά μόνο μία 'διαβεβαίωση για ειλικρινή συνεργασία' στο μέλλον».
Πόσο συνεργάζεται η Ελλάδα;
Τα περισσότερα κράτη-μέλη δεν έχουν απαντήσει ακόμη στο ερωτηματολόγιο της PEGA. Πρόσφατα η επιτροπή επισκέφθηκε την Ελλάδα. Η απάντηση στο κατά πόσον φάνηκε συνεργάσιμη η ελληνική κυβέρνηση, είναι μάλλον θέμα ...πολιτικών συσχετισμών. Μιλώντας εκ μέρους του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), δηλαδή της Κεντροδεξιάς, ο Ισπανός ευρωβουλευτής Χουάν Ιγκνάθιο Αλβαρέζ κρίνει επαρκή τη συνεργασία, ενώ γενικότερα δεν απορρίπτει τις νόμιμες παρακολουθήσεις.
«Η νόμιμη χρήση του λογισμικού κατοχυρώνεται στο άρθρο 4 της Συνθήκης, όταν τίθεται ζήτημα εθνικής ασφάλειας», υποστηρίζει. «Προφανώς το επιχείρημα της εθνικής ασφάλειας δεν μπορεί να δικαιολογήσει κινήσεις κατά της Δημοκρατίας. Αυτό έχουν προσπαθήσει να κάνουν χώρες όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.Άλλες χώρες όμως έχουν συνεργαστεί και μας έχουν διαθέσει υπουργούς ή άλλους υψηλόβαθμους αξιωματούχους, όπως έγινε στην περίπτωση της Ελλάδας».
Διαφορετική προσέγγιση από τον Αυστριακό Χάνες Χάιντε, ο οποίος υπενθύμισε την παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη. «Μέχρι και ο συναδελφός μας Νίκος Ανδρουλάκης είχε πέσει θύμα παρακολούθησης με το λογισμικό Predator, με το πρόσχημα ότι ήταν κίνδυνος για την εθνική ασφάλεια στην Ελλάδα», λέει χαρακτηριστικά. «Μέχρι σήμερα δεν δίνουν μία απάντηση, για ποιον λόγο τον παρακολουθούσαν. Συνολικά μόνο επτά κράτη-μέλη απάντησαν στο ερωτηματολόγιό μας. Και ας μην αναφερθώ στην ποιότητα των απαντήσεων...».
Η «ασφάλεια» ή το «κράτος δικαίου» στο προσκήνιο;
Δύο σχολές υπάρχουν στο ζήτημα των «παρακολουθήσεων»: Από τη μία πλευρά όσοι προτάσσουν το ζήτημα της ασφάλειας και συζητούν μόνο τους όρους, τις προϋποθέσεις και το ερώτημα εάν τηρείται η αρχή της αναλογικότητας. Από την άλλη πλευρά βρίσκονται εκείνοι που επιμένουν ότι το ζήτημα αφορά πρωτίστως την προστασία του κράτους δικαίου και τον σεβασμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Στέλιος Κούλογλου, μιλώντας εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Αριστεράς, λέει ότι από την επίσκεψη της επιτροπής PEGA στην Ελλάδα προέκυψε μόνο ένα «θέατρο δημοσίων σχέσεων». Όσο για την υποτιθέμενη συνεργασία ανάμεσα στην Κομισιόν και το Κοινοβούλιο, καταγγέλλει ότι «δεν υπάρχει καμία συνεργασία. Υπάρχει μόνο μία απόπειρα απόκρυψης των σκανδάλων».
Σε λίγες ημέρες η επιτροπή PEGA θα επισκεφθεί την Ισπανία για μία ακόμη δύσκολη αποστολή. Πάντως ο επικεφαλής της, Γιερούν Λέναερς, δηλώνει ικανοποιημένος για το γεγονός ότι τους τελευταίους 12 μήνες έχουν γίνει περίπου 180 ραντεβού με επιστήμονες, ακτιβιστές και εκπροσώπους της κοινωνίας των πολιτών. Έτσι η επιτροπή αρχίζει να αποκτά εικόνα των προβλημάτων και των κινδύνων, παρά την άρνηση πολλών εθνικών κυβερνήσεων να παράσχουν πληροφορίες. Αναμένεται η συνέχεια.