Σε παρόμοιο κλίμα κινείται και το περιοδικό Spiegel: «Εάν οι Ευρωπαίοι εταίροι αποδεικνύονταν ανίκανοι να αντιμετωπίσουν την παράτυπη μετανάστευση, θα ενισχύονταν περαιτέρω τα δεξιά κόμματα. Δεξιοί λαϊκιστές βρίσκονται ήδη στην εξουσία σε διάφορες χώρες της ΕΕ και θα μπορούσαν να ακολουθήσουν και άλλες.
Το πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη θα γινόταν ολοένα πιο ακραίο. Σίγουρα, ο συμβιβασμός αυτός έχει αδυναμίες. Είναι πιθανό η κατάσταση στα εξωτερικά σύνορα να μη βελτιωθεί αποφασιστικά βραχυπρόθεσμα και να χρειαστεί περισσότερος χρόνος από τον αναμενόμενο; Ασφαλώς. Θα υπάρξουν πρόσφυγες που δεν θα καταφέρουν να εισέλθουν στην ΕΕ, παρ' όλο που όντως διώκονται και συνεπώς θα δικαιούνταν προστασία; Πιθανώς. Αλλά αυτός ο συμβιβασμός είναι σαφώς καλύτερος από το να μην υπήρχε συμφωνία».
Η εφημερίδα tageszeitung, πάντως, υιοθετεί μία πολύ πιο επικριτική στάση: «Από την άποψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυτό που συμφώνησαν οι υπουργοί Εσωτερικών της ΕΕ αποτελεί μία καταστροφή […] Όμως, ακόμη και αν παραμερίσει κανείς τις ανησυχίες για τα ανθρώπινα δικαιώματα, η συμφωνία παραμένει ένα κακό αποτέλεσμα. Γιατί αυτό που λείπει τόσο επειγόντως από την ευρωπαϊκή προσφυγική πολιτική δεν τέθηκε καν προς συζήτηση στο Λουξεμβούργο: ένας ολοκληρωμένος και δεσμευτικός μηχανισμός για την κατανομή των προσφύγων μεταξύ όλων των κρατών-μελών, που θα ανακούφιζε πραγματικά τις υπερφορτωμένες χώρες στα εξωτερικά σύνορα».
Με αφορμή τη σχεδιαζόμενη μεταρρύθμιση του συστήματος ασύλου, η εφημερίδα Tagesspiegel δράττεται της ευκαιρίας να στηλιτεύσει την ελληνική κυβέρνηση και τον τρόπο με τον οποίο φυλάσσει τα σύνορα. «Οι θάνατοι στα ανοικτά των ελληνικών ακτών είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο: στα τέλη της προπερασμένης εβδομάδας, ανατράπηκε στα ανοικτά της Μυκόνου πλοιάριο που μετέφερε 17 μετανάστες, εκ των οποίων οι περισσότεροι πνίγηκαν. Αυτό που επίσης δεν αποτελεί νέο, είναι ότι η κυβέρνηση στην Αθήνα επιτείνει το πρόβλημα, με αρκετές ΜΚΟ και μέσα ενημέρωσης να επισημαίνουν εδώ και καιρό τις συνήθεις, παράνομες επαναπροωθήσεις που γίνονται στην Ελλάδα.
[...] Κάποτε, η Ελλάδα έσωζε ανθρώπους που ζητούσαν προστασία. Τώρα, ωστόσο, ο Μητσοτάκης έχει υποσχεθεί στους ψηφοφόρους του περισσότερες απελάσεις και η "εισβολή" των μεταναστών τον Μάρτιο του 2020 στα ελληνοτουρκικά σύνορα, του έδωσε ένα ισχυρό άλλοθι». Το γερμανικό μέσο προσθέτει ότι, όπως επισημαίνει και ο διευθυντής του Ελληνικού Συμβουλίου Προσφύγων, Λευτέρης Παπαγιαννάκης, «εκείνη την περίοδο η ηγεσία της ΕΕ χαρακτήρισε την Ελλάδα "ασπίδα της Ευρώπης", επιτρέποντάς της έτσι να προβεί σε περισσότερες επαναπροωθήσεις, γι' αυτό και τώρα είναι δύσκολο να θέσουμε τη χώρα προ των ευθυνών της και να απαιτήσουμε τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Η εφημερίδα του Βερολίνου καταλήγει τέλος πως «σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κοινωνία δεν πρόκειται να ασκήσει πίεση για να αλλάξει η κατάσταση. Όπως έδειξε δημοσκόπηση κατά τη διάρκεια των πρόσφατων εκλογών, η πλειοψηφία απλώς δεν ενδιαφέρεται για το ζήτημα της μετανάστευσης: μόλις το 7,2% των ερωτηθέντων ενδιαφέρεται για το μεταναστευτικό ζήτημα, το οποίο μεταξύ 14 θεμάτων καταλαμβάνει τη 12η θέση».
«Πικνίκ στη Μόρια»
Όσον αφορά τις συνθήκες που επικρατούν στους καταυλισμούς των προσφύγων στην Ελλάδα, αυτές είναι επίσης γνωστές. Όμως τώρα, η Λίνα Λουζυτέ επιδιώκει να τις παρουσιάσει μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα, μέσα από ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή ενός Αφγανού σκηνοθέτη, του Ταλιμπσάχ Χοσινί, στον καταυλισμό στη Μόρια, όπου διέμεινε με την γυναίκα και τις τρεις κόρες του. «Το ντοκιμαντέρ της Λουζυτέ με τίτλο "Πικνίκ στη Μόρια” φέρνει ξανά στο μυαλό τον αποτρόπαιο, απάνθρωπο τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι πρόσφυγες και οι μετανάστες στην ευρωπαϊκή ήπειρο», γράφει η Süddeutsche Zeitung.
«Όπως όλοι οι άλλοι, ο Αφγανός ηθοποιός και σκηνοθέτης Χοσινί περιμένει με την οικογένειά του να εξεταστεί η αίτηση ασύλου του. Η Λουζυτέ συνοδεύει την οικογένεια στην καθημερινότητά της στον καταυλισμό, όπου οι άνθρωποι υπομένουν και αγωνίζονται κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες, ενώ εθνικιστές Έλληνες απειλούν να βάλουν φωτιά στον καταυλισμό. Πάντως, ακόμη και τα παιδιά μιλούν αδιάφορα για το άγχος της φυγής, τη βία στα σύνορα, τις απελάσεις - γι' αυτά είναι μία κανονικότητα. Οι άνθρωποι περιμένουν μήνες, μερικές φορές χρόνια, απελπισμένοι […]
Η Λουζυτέ κινηματογραφεί τον Χοσινί να προσπαθεί να γυρίσει μια ταινία με τη βοήθεια του οπερατέρ του, ενός Ιρανού Κούρδου. Πρόκειται για μια ταινία μεγάλου μήκους στην οποία οι κάτοικοι του στρατοπέδου, όπως και ο Χοσινί, υποτίθεται ότι υποδύονται τους εαυτούς τους, για να απεικονίσουν το δικό τους πεπρωμένο.
Η ταινία του Χοσινί θα προβληθεί μέσα στον καταυλισμό, αλλά και έξω από αυτόν, για να τραβήξει την προσοχή της ΕΕ και του ΟΗΕ στις συνθήκες διαβίωσης των ανθρώπων. Αυτή είναι η ελπίδα, διότι ο κινηματογράφος, όπως λέει ένας από τους ηθοποιούς, "αγγίζει τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο". Αυτή η πίστη στον κινηματογράφο είναι συγκινητική και αρκετά αφελής. Βοηθάει όμως στην επιβίωση».
Πηγή DW