Ανακάμπτει η συνολική εγχώρια κατανάλωση κρέατος το 2022 μετά τη συρρίκνωση που υπέστη η αγορά το 2020 λόγω της υγειονομικής κρίσης, όπως προκύπτει από τα συμπεράσματα μελέτης που εκπόνησε η διεύθυνση οικονομικών - κλαδικών μελετών της ICAP CRIF ΑΕ.
Η συνολική καθαρή εγχώρια παραγωγή κρέατος παρουσίασε αυξομειώσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες, σύμφωνα με την Σταματίνα Παντελαίου, διευθύντρια οικονομικών κλαδικών μελετών της ICAP CRIF. Ειδικότερα, την περίοδο 2009-2015 η παραγωγή ήταν συνεχώς πτωτική. Το 2016 η εγχώρια παραγωγή αυξήθηκε κατά 4,3% έναντι του 2015 και το 2017 παρέμεινε στα ίδια επίπεδα. Αντίθετα, τη διετία που ακολούθησε (2018-2019) η παραγωγή παρουσίασε ελαφρά μείωση, καταγράφοντας οριακά αρνητικό ρυθμό μεταβολής (2019:-0,6% 2018: -0,8%). Το 2020 η παραγωγή συρρικνώθηκε περαιτέρω παρουσιάζοντας μείωση της τάξεως του 3%.
Σχετικά με τις διάφορες κατηγορίες κρέατος, παρατηρείται μείωση στην παραγωγή του αιγοπρόβειου κρέατος (- 3%), του χοιρινού κρέατος (-4%) και του κρέατος πουλερικών (-4%) το 2020 σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Αντίθετα, η παραγωγή του μοσχαρίσιου/βόειου αυξήθηκε ελαφρώς κατά 1% το ίδιο έτος, ύστερα από τη συνεχή μείωση που κατέγραψε τα προηγούμενα χρόνια. Βάσει των στοιχείων του έτους 2020, το μεγαλύτερο μερίδιο επί της συνολικής καθαρής εγχώριας παραγωγής κρέατος εξακολουθεί να αποσπά το κρέας πουλερικών (54%) και ακολουθούν το χοιρινό κρέας (17%), το αιγοπρόβειο κρέας (15%) και το βόειο / μοσχαρίσιο (8%). Ωστόσο, τα μερίδια που καταλαμβάνουν οι παραπάνω κατηγορίες κρέατος επί της εγχώριας παραγωγής διαφέρουν από τα αντίστοιχα μερίδιά τους επί της κατανάλωσης, δεδομένου ότι σε ορισμένες κατηγορίες κρέατος υπάρχει υψηλή εισαγωγική διείσδυση.
Σύμφωνα με την Μαρία Φλώτσιου, Senior Analyst Οικονομικών Μελετών της ICAP CRIF, η οποία επιμελήθηκε την εν λόγω μελέτη, η εγχώρια ανθρώπινη κατανάλωση κρέατος παρουσιάζει ετήσιες αυξομειώσεις. Ο όγκος της κατανάλωσης εκτιμάται ότι μειώθηκε κατά 7% το 2020 σε σχέση με το 2019. Οι συνθήκες πανδημίας λόγω του Covid - 19 επηρέασαν αρνητικά και την εξεταζόμενη αγορά και ειδικότερα τις πωλήσεις προς το επαγγελματικό κανάλι HO.RE.CA. Η εισαγωγική διείσδυση στην εγχώρια αγορά κρέατος κυμάνθηκε, κατά μέσο όρο, στο 51% την τελευταία πενταετία. Οι εξαγωγές κρέατος κυμαίνονται σε σχετικά χαμηλά επίπεδα, σε σύγκριση με τον συνολικό όγκο της εγχώριας παραγωγής κρέατος, καλύπτοντας το 10%-13% τα τελευταία έτη. Σχετικά με τη συνολική εγχώρια κατανάλωση κρέατος το 2021, επισημαίνεται ότι οι δυσμενείς συνθήκες λόγω της υγειονομικής κρίσης συνεχίστηκαν, με αποτέλεσμα την μειωμένη ζήτηση κρέατος κυρίως από το επαγγελματικό κανάλι (εστιατόρια, ξενοδοχεία, γενικότερα μονάδες μαζικής εστίασης).
Το χοιρινό κρέας φαίνεται ότι υπερτερούσε στις προτιμήσεις των καταναλωτών έναντι των υπόλοιπων ειδών κρέατος μέχρι και το 2017. Η κατά κεφαλήν κατανάλωση στο χοιρινό κρέας ήταν σταθερή στα 27,1 -27,2 κιλά/ άτομο την περίοδο 2014-2017. Το κρέας των πουλερικών από το 2018 είναι πρώτο στις προτιμήσεις των καταναλωτών, με ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση 25,3 κιλά το 2020. Ακολουθεί το χοιρινό κρέας (22 κιλά /άτομο) το βόειο/ μοσχαρίσιο κρέας (13,5 κιλά) και το αιγοπρόβειο κρέας (6,1 κιλά).
Όπως αναφέρει η κ. Φλώτσιου, ο βαθμός συγκέντρωσης στον πτηνοτροφικό κλάδο είναι υψηλός και απαρτίζεται από μεγάλες παραγωγικές εταιρείες ορισμένες απ' αυτές πλήρως καθετοποιημένες. Ο δείκτης συγκέντρωσης για τις 7 κορυφαίες επιχειρήσεις υπολογίζεται στο 72% το 2020 σε αντίθεση με τους υπόλοιπους κλάδους κρέατος που είναι κατακερματισμένοι και αποτελούνται από μεγάλο αριθμό μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων. Επισημαίνεται ότι το κρέας πουλερικών είναι ο τομέας με τις καλύτερες συγκριτικά εξαγωγικές επιδόσεις στον κλάδο κρεατοπαραγωγής.
Οι συνολικές εισαγωγές κρέατος μειώθηκαν το 2020 (σε ποσότητα) κατά 15%, ενώ η αξία τους μειώθηκε κατά 25%. Οι εξαγωγές κρέατος εξακολουθούν να κυμαίνονται σε χαμηλά επίπεδα συγκριτικά με τον όγκο της εγχώριας παραγωγής, παρουσιάζοντας όμως αύξηση την τελευταία τριετία συγκριτικά με τα προηγούμενα έτη. Ειδικότερα, η ποσότητα των εξαγωγών μειώθηκε το 2020 κατά 1,3% σε σχέση με το 2019, η δε αξία τους μειώθηκε κατά 6% την ίδια περίοδο.
Στο πλαίσιο της μελέτης έγινε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων παραγωγής κρέατος και των επιχειρήσεων εισαγωγής κρέατος, βάσει επιλεγμένων αριθμοδεικτών για την περίοδο 2016-2020. Από την ανάλυση αυτή, προκύπτει ότι ο μέσος όρος πενταετίας του περιθωρίου μικτού κέρδους και του περιθωρίου λειτουργικού κέρδους για 34 παραγωγικές εταιρείες διαμορφώθηκε σε 15,4% και -0,6% αντίστοιχα. Ο μέσος όρος του περιθωρίου μικτού κέρδους και του περιθωρίου λειτουργικού κέρδους 44 εισαγωγικών εταιρειών είναι 13,0% και 0,9% αντίστοιχα.
Επίσης, συντάχθηκε και ομαδοποιημένος ισολογισμός του κλάδου βάσει δείγματος 24 αντιπροσωπευτικών παραγωγικών εταιρειών. Από την ανάλυση αυτού προκύπτει ότι το σύνολο ενεργητικού των επιχειρήσεων παρουσίασε διακυμάνσεις την πενταετία 2016-2020 (σωρευτική αύξηση κατά 2,8%). Ο κύκλος εργασιών παρουσίασε συνεχή αύξηση την ίδια περίοδο. Ανάλογη σχεδόν πορεία ακολούθησαν και τα μικτά κέρδη. Λόγω υψηλών λειτουργικών εξόδων τα λειτουργικά αποτελέσματα κυμάνθηκαν σε χαμηλά επίπεδα, ενώ ήταν αρνητικά κατά τα έτη 2018,2019 και 2020. Έντονες αυξομειώσεις παρουσίασε το συνολικό καθαρό αποτέλεσμα των επιχειρήσεων του δείγματος το οποίο ήταν θετικό τα έτη 2016 και 2017 , αλλά ήταν αρνητικό τα έτη 2018,2019 και 2020. Από τον ομαδοποιημένο ισολογισμό 37 αντιπροσωπευτικών εισαγωγικών εταιρειών κρέατος προκύπτει ότι το σύνολο του ενεργητικού των επιχειρήσεων αυξήθηκε κατά 5,4% το 2020/2016. Αντίθετα, ο κύκλος εργασιών παρουσίασε μείωση την ίδια περίοδο (σωρευτική μείωση κατά 8,4%), ενώ το μικτό κέρδος παρουσίασε διακυμάνσεις την ίδια περίοδο. Το τελικό (καθαρό) αποτέλεσμα ήταν κερδοφόρο όλη την εξεταζόμενη πενταετία, παρουσιάζοντας ωστόσο μείωση τα τελευταία χρόνια. Ανάλογη εικόνα παρουσιάζουν και τα κέρδη EBITDA την περίοδο 2016-2020.