Ο πληθωρισμός απληστίας (greedflation) έχει γίνει πλέον η κύρια πηγή ανησυχίας των αρχών στην ευρωζώνη, καθώς τα επιχειρηματικά κέρδη έχουν γίνει ο κύριος παράγοντας που οδηγεί σε αύξηση του επιπέδου των τιμών, όπως σημειώνει στην τριμηνιαία έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή. Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το 2022 οι επιχειρήσεις πέτυχαν ρεκόρ κερδοφορίας, σε ένα οικονομικό περιβάλλον που τους επέτρεπε να προχωρούν σε μεγάλες ανατιμήσεις.
Το ΓΠΚΒ επισημαίνει ότι ο υψηλός πληθωρισμός λειτουργεί σαν ένας μηχανισμός αναδιανομής εισοδημάτων: «παρά τη γενικά θετική εικόνα, οι οικονομικές προκλήσεις παραμένουν και συνδέονται κατά κύριο λόγο με την εξέλιξη του πληθωρισμού. Όπως έχει αναφερθεί επανειλημμένα σε προηγούμενες εκθέσεις του Γραφείου, ο πληθωρισμός έχει αναδιανεμητικές επιπτώσεις, δηλαδή βελτιώνει τη θέση κάποιων επιδεινώνοντας τη θέση κάποιων άλλων».
Το Γραφείο Προϋπολογισμού σημειώνει τα αποτελέσματα πρόσφατης ανάλυσης του ΔΝΤ, που έδειξε ότι στην Ευρωζώνη, το 2022, όταν δηλαδή κορυφώθηκε ο πληθωρισμός, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό (45%) οι ανατιμήσεις προέρχονταν από τις επιχειρήσεις που αύξησαν την κερδοφορία τους.
«Σε πρόσφατη έρευνά του, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο διαπιστώνει ότι ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη από τις αρχές του 2022 οφείλεται
- κατά 45% στα υψηλότερα επιχειρηματικά κέρδη,
- κατά 40% στις τιμές εισαγωγών
- μόλις κατά 25% στην αύξηση των μισθών
- η φορολογία είχε αρνητική επίδραση.
Το φαινόμενο έχει χαρακτηριστεί ως greedflation (πληθωρισμός «απληστίας») και θέτει νέα διλήμματα στην αντιμετώπισή του», τονίζει το Γραφείο.
Στην έκθεση επισημαίνεται ότι όσο δεν συμπιέζονται τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων, οι κεντρικές τράπεζες θα είναι υποχρεωμένες να κρατούν υψηλά τα επιτόκια, προκαλώντας μεγαλύτερη βλάβη στην οικονομία.
«Η αποτελεσματικότητα της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής εξαρτάται περισσότερο από τη συγκράτηση των επιχειρηματικών κερδών και λιγότερο από τον έλεγχο των μισθολογικών αυξήσεων. Με άλλα λόγια, χωρίς μείωση των περιθωρίων κέρδους, η επιστροφή του πληθωρισμού στο επίπεδο του 2% θα απαιτήσει περισσότερο χρόνο και υψηλότερα επιτόκια, με τις ανάλογες αρνητικές συνέπειες στην ευρύτερη οικονομική δραστηριότητα», τονίζει το Γραφείο.
Στα ύψη τα επιχειρηματικά κέρδη
Στην έκθεσή της για τη Νομισματική Πολιτική, η Τράπεζα της Ελλάδος καταγράφει μεγάλη αύξηση των επιχειρηματικών κερδών στην Ελλάδα, το 2022. Η καλή πορεία της ελληνικής οικονομίας και του τουρισμού, τα μέτρα δημοσιονομικής πολιτικής κατά την περίοδο της πανδημίας και της ενεργειακής κρίσης, αλλά και οι πληθωριστικές πιέσεις, συνέβαλαν στην ιδιαίτερα υψηλή κερδοφορία των επιχειρήσεων.
Το μερίδιο καθαρού κέρδους (που ορίζεται ως ο λόγος του καθαρού λειτουργικού πλεονάσματος προς την καθαρή προστιθέμενη αξία και εκφράζει την απόδοση του επιχειρηματικού τομέα σε όρους λειτουργικών κερδών) υπερκέρασε πέρυσι τα προ πανδημίας επίπεδα (33,2% το 2022, έναντι 24,8% το 2019). Υπερέβη επίσης και τα επίπεδα του 2021 (32,5%).
Το ακαθάριστο λειτουργικό πλεόνασμα των επιχειρήσεων σε ονομαστικούς όρους αυξήθηκε περαιτέρω κατά 32,1% το 2022 (από 28,7% το 2021). Η βελτίωση αυτή οφείλεται κυρίως στην αύξηση της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας κατά 23,6%, παρά την αύξηση του εισοδήματος εξαρτημένης εργασίας κατά 8,0%.
Αντίθετα, η επίδραση των φόρων μείον επιδοτήσεων στην παραγωγή ήταν σημαντικά αρνητική στο σχηματισμό του λειτουργικού πλεονάσματος, καθώς το 2022 υπήρξε άρση της αναστολής φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων και εξάλειψη του μεγαλύτερου μέρους των επιδοτήσεων που σχετίζονταν με την πανδημία.
Ιδιαίτερα σημαντική συμβολή στο συνολικό λειτουργικό πλεόνασμα είχαν οι επιχειρήσεις που σχετίζονται με τον ενεργειακό τομέα, στις οποίες σημειώθηκαν μεγάλες αυξήσεις τιμών και κερδών, αλλά και οι επιχειρήσεις στους κλάδους της εστίασης και των καταλυμάτων καθώς και στη μεταποίηση, που κατέγραψαν αξιοσημείωτη άνοδο της παραγωγής τους.
Σημειώνεται ότι στην επίτευξη υψηλού περιθωρίου κέρδους των επιχειρήσεων την πρόσφατη περίοδο καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισαν τα κυβερνητικά προγράμματα διατήρησης των θέσεων εργασίας. Αναλυτικότερα, κατά τη διάρκεια μιας ύφεσης, οι επιχειρήσεις καταβάλλουν προσπάθεια να διατηρήσουν τους εργαζομένους τους, ακόμη και με χαμηλότερα περιθώρια κέρδους. Κατά τη διάρκεια της πανδημικής κρίσης, η διατήρηση των θέσεων εργασίας επιτεύχθηκε χάρη στα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης των εισοδημάτων, σε αντίθεση με προηγούμενες υφέσεις, και συνεπώς η καθοδική πίεση στα περιθώρια κέρδους αμβλύνθηκε.
Επίσης, στην επίτευξη υψηλού περιθωρίου κέρδους συνέβαλε η συσσώρευση αποταμιεύσεων των νοικοκυριών κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η οποία στήριξε τη δυναμική της καταναλωτικής δαπάνης και ζήτησης παρά την άνοδο των τιμών.