Μετά την ιστορική εκλογική νίκη του Σιν Φέιν στη Βόρεια Ιρλανδία, το Λονδίνο κάλεσε σήμερα εθνικιστές και ενωτικούς να σχηματίσουν τοπική κυβέρνηση για να διασφαλίσουν τη σταθερότητα της επαρχίας, καθώς πλανάται στον ορίζοντα ο κίνδυνος ενός πολιτικού αδιεξόδου, με φόντο το Brexit.
Το Σιν Φέιν, που ζητά την επανένωση της επαρχίας με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας, έγινε η πρώτη πολιτική δύναμη μετά τις εκλογές της Πέμπτης, στις οποίες εξασφάλισε 27 έδρες στο 90μελές τοπικό κοινοβούλιο. Οι ενωτικοί του συντηρητικού κόμματος DUP, που τάσσονται υπέρ της παραμονής στο Ηνωμένο Βασίλειο, εκλέγουν 25 βουλευτές.
Η νίκη του Σιν Φέιν, της πρώην πολιτικής πτέρυγας του Ιρλανδικού Δημοκρατικού Στρατού (IRA) του επιτρέπει να προτείνει δική του πρώτη υπουργό (πρωθυπουργό της επαρχίας), τη Μισέλ Ο’Νιλ, για πρώτη φορά στον έναν αιώνα της ιστορίας της Βόρειας Ιρλανδίας. Το DUP απειλεί ωστόσο ότι εάν δεν ικανοποιηθούν τα αιτήματά του για το Brexit θα μποϊκοτάρει τη νέα κυβέρνηση στην οποία, βάση της ειρηνευτικής συμφωνίας της Μεγάλης Παρασκευής του 1998, είναι υποχρεωτικό να μετέχουν και τα δύο κόμματα.
«Πάνω απ’ όλα, αυτό που θέλουμε (…) είναι η σταθερότητα», είπε νωρίτερα σήμερα ο αντιπρόεδρος της βρετανικής κυβέρνησης Ντόμινικ Ράαμπ μιλώντας στο κανάλι Sky News. «Θέλουμε να δούμε να σχηματίζεται κυβέρνηση» και «τα κόμματα να ενωθούν για να παράσχουν αυτήν τη σταθερότητα στους ανθρώπους», πρόσθεσε.
Πριν από τη συνάντηση των επικεφαλής των τοπικών κομμάτων αύριο Δευτέρα, ο Μπράντον Λιούις, ο υπουργός της βρετανικής κυβέρνησης που είναι αρμόδιος για τη Βόρεια Ιρλανδία, είπε στο BBC ότι πρόκειται για «μια σημαντική στιγμή για να δείξουμε ότι όλοι μπορούμε να συνεργαστούμε».
Οι διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνηση προμηνύονται δύσκολες. Το DUP, που ήρθε δεύτερο έπειτα από δεκαετίες κυριαρχίας των ενωτικών, αρνείται να συμμετάσχει σε μια κυβέρνηση εάν παραμείνουν σε ισχύ οι τελωνειακοί έλεγχοι μετά το Brexit και ζητά από το Λονδίνο να λάβει μέτρα για να τους καταργήσει.
«Είναι επίσης σαφές ότι αυτή η σταθερότητα απειλείται από τα προβλήματα (που προκαλούνται) από το πρωτόκολλο (σ.σ. του Brexit) για τη Βόρεια Ιρλανδία, σχολίασε ο Ράαμπ. Επανέλαβε επίσης ότι είναι στις προθέσεις της κυβέρνησης να επαναδιαπραγματευτεί αυτό το κείμενο που είχαν εγκρίνει το Λονδίνο και η ΕΕ και το οποίο παραχωρεί ειδικό καθεστώς στην επαρχία της Βόρειας Ιρλανδίας, διατηρώντας την στην ενιαία αγορά και την τελωνειακή ένωση, ώστε να μην επανέλθουν τα «σκληρά» σύνορα με τη Δημοκρατία της Ιρλανδίας και να διατηρηθεί η ειρήνη. Οι Βρυξέλλες ωστόσο αρνούνται τη διαπραγμάτευση και προτείνουν μόνο ορισμένες τροποποιήσεις. Ο Ράαμπ είπε ότι προτιμά τη διαπραγμάτευση, αλλά δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο να λάβει μονομερώς αποφάσεις το Λονδίνο για να προστατεύσει τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ της Βόρειας Ιρλανδίας και της Μεγάλης Βρετανίας αλλά και τη «συνταγματική ακεραιότητα» του Ηνωμένου Βασιλείου.
Το Δουβλίνο και η Ουάσινγκτον κάλεσαν πάντως τα κόμματα της Βόρειας Ιρλανδίας να μοιραστούν την εξουσία.
Η Μισέλ Ο’ Νιλ είπε ότι θα πρέπει να υπάρξει μια δημόσια συζήτηση για το μέλλον της Βόρειας Ιρλανδίας, ωστόσο θεωρεί ότι η προτεραιότητα της νέας κυβέρνησης είναι η αντιμετώπιση των καθημερινών προβλημάτων, όπως η αύξηση του κόστους διαβίωσης.
Στους δρόμους του Μπέλφαστ, οι Βορειοϊρλανδοί που ρωτήθηκαν από το Γαλλικό Πρακτορείο συμφώνησαν μαζί της. Για τη Λορέν Κέιν, 58 ετών, το DUP «αυτοκτόνησε» γιατί μιλούσε συνεχώς για το Brexit. «Δεν ήταν αυτό που περίμενε ο κόσμος από αυτές τις εκλογές, αφού ανησυχεί περισσότερο» για το υψηλό κόστος ζωής, είπε.
Ο Τζόρνταν Μπλακ, ένας 26χρονος μηχανικός που παλαιότερα ψήφιζε υπέρ του DUP, είπε ότι «ίσως είναι μια αλλαγή προς το καλύτερο» επειδή πολλοί πολιτικοί ηγέτες «είναι προσκολλημένοι στο παρελθόν». «Αν (το Σιν Φέιν) αρχίσει να κάνει πράγματα που βοηθούν τον κόσμο, τότε δώστε του περισσότερη εξουσία, στο 100%», είπε.
Το Σιν Φέιν και το DUP έχουν στη διάθεσή τους 24 εβδομάδες για να βρουν ένα πεδίο συνεννόησης. Σε διαφορετική περίπτωση, θα διεξαχθούν και πάλι εκλογές. «Δεδομένου ότι έχουμε τις κρίσεις του κόστους διαβίωσης και του συστήματος υγείας, πρέπει να σχηματιστεί κυβέρνηση και μετά μπορούμε να εξετάσουμε τροποποιήσεις στη συμφωνία της Μεγάλης Παρασκευής», είπε η Κέιτι Χέιγουορντ, πολιτολόγος στο Πανεπιστήμιο Κουίν του Μπέλφαστ.