Η Eli Lilly έγινε την Παρασκευή η πρώτη εταιρεία υγείας παγκοσμίως που αγγίζει αποτίμηση 1 τρισ. δολαρίων, χάρη στην ασταμάτητη δυναμική των φαρμάκων Zepbound και Mounjaro, τα οποία έχουν μεταμορφώσει την αγορά των θεραπειών για παχυσαρκία και διαβήτη.
Η μετοχή της Eli Lilly εκτινάχθηκε την Παρασκευή σε επίπεδα που έφεραν την εταιρεία στην ιστορική κατηγορία του 1 τρισ. δολαρίων, αποτελώντας τον πρώτο όμιλο υγείας που μπαίνει σε ένα «κλαμπ» μέχρι σήμερα κυριαρχούμενο από τεχνολογικούς κολοσσούς.
Η κεφαλαιοποίηση πέρασε στιγμιαία το όριο του τρισ. δολαρίων κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης, πριν υποχωρήσει ξανά, με τη μετοχή να κινείται γύρω στα 1.048 δολάρια.
Η Lilly γίνεται μόλις η δεύτερη μη τεχνολογική εταιρεία στις ΗΠΑ -μετά την Berkshire Hathaway- που καταφέρνει να φτάσει σε αυτό το επίπεδο. Η εντυπωσιακή πορεία της μετοχής, η οποία έχει ανέβει πάνω από 36% από τις αρχές του έτους, αντανακλά την κυριαρχία της εταιρείας στον ταχέως αναπτυσσόμενο κλάδο των GLP-1 θεραπειών.
Τα δύο blockbuster φάρμακα της εταιρείας, η ενέσιμη θεραπεία παχυσαρκίας Zepbound και το φάρμακο για τον διαβήτη Mounjaro, αποτελούν τον βασικό μοχλό του ράλι.
Το τρίτο τρίμηνο το Mounjaro κατέγραψε πωλήσεις 6,52 δισ. δολαρίων, σημειώνοντας αύξηση 109% σε σχέση με πέρυσι. Το Zepbound, που εγκρίθηκε ως θεραπεία παχυσαρκίας στα τέλη του 2023, σημείωσε ακόμα πιο ραγδαία άνοδο με πωλήσεις 3,59 δισ. δολαρίων, αυξημένες κατά 184% σε ετήσια βάση.
Η ζήτηση για τις δύο θεραπείες προμηνύεται ακόμη μεγαλύτερη, καθώς επεκτείνονται συνεχώς οι ενδείξεις χρήσης και η ασφαλιστική κάλυψη, ενώ η εταιρεία αναμένει την κυκλοφορία από του στόματος εκδοχής των φαρμάκων το επόμενο έτος, μια εξέλιξη που υπόσχεται μεγαλύτερη ευκολία για τους ασθενείς και χαμηλότερο κόστος παραγωγής για τη Lilly.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η παγκόσμια αγορά φαρμάκων κατά της παχυσαρκίας μπορεί να ξεπεράσει τα 150 δισ. δολάρια στις αρχές της δεκαετίας του 2030, με την Eli Lilly να διατηρεί εκ των πραγμάτων κυρίαρχη θέση.
Ωστόσο, παρά τις πρόσφατες αναταράξεις, η Novo Nordisk παραμένει ο βασικός ανταγωνιστής της, ενώ η Pfizer ενισχύει τη δική της παρουσία μετά την εξαγορά της Metsera για 10 δισ. δολάρια, υπερισχύοντας σε διαγωνισμό έναντι της Novo Nordisk.
Η επιτυχία της Eli Lilly έχει βαθιές ρίζες. Η εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1876 από τον φαρμακοποιό και βετεράνο του Αμερικανικού Εμφυλίου Πολέμου Eli Lilly, ήταν πρωτοπόρος στη θεραπεία του διαβήτη, παρουσιάζοντας την πρώτη εμπορική ινσουλίνη το 1923. Για δεκαετίες στηρίχθηκε σε κορυφαία προϊόντα όπως οι ινσουλίνες, το Prozac και τα πρώτα εμβόλια κατά της πολιομυελίτιδας.
Η μεγάλη καμπή ήρθε το 2022 με την έγκριση της τριζεπταδίδης (tirzepatide) για τον διαβήτη, που κυκλοφορεί ως Mounjaro. Η ουσία μιμείται δύο εντερικές ορμόνες, GLP-1 και GIP, που συμβάλλουν στη μείωση της όρεξης και τη βελτίωση του μεταβολισμού σακχάρων και λιπών, σε αντίθεση με το semaglutide της Novo Nordisk (σε Ozempic και Wegovy), το οποίο δρα μόνο στο GLP-1.
Το Mounjaro έγινε "blockbuster" μέσα στον πρώτο χρόνο κυκλοφορίας του, ενώ με την έγκριση της τριζεπταδίδης και για την παχυσαρκία ως Zepbound, η ανοδική πορεία εκτοξεύθηκε. Μέχρι το 2024, το Mounjaro είχε φτάσει τα 11,54 δισ. δολάρια σε ετήσιες πωλήσεις, ενώ το Zepbound τα 4,93 δισ. δολάρια.
Με την αποτίμησή της να σπάει ιστορικό φράγμα για κλάδο υγείας, η Eli Lilly μετατρέπεται σε ένα από τα ισχυρότερα χαρτιά της Wall Street, επιβεβαιώνοντας ότι τα φάρμακα κατά της παχυσαρκίας δεν είναι μόνο μια φαρμακευτική καινοτομία, αλλά μια οικονομική δύναμη που έχει επαναπροσδιορίσει τη φαρμακοβιομηχανία παγκοσμίως.