Στη στρατηγική της καθαρής εξόδου από τα μνημόνια χωρίς προληπτική γραμμή χρηματοδοτικής στήριξης επιμένει η κυβέρνηση, θέτοντας στόχο τη δημιουργία μαξιλαριού ασφαλείας 18 δισ. ευρώ, που θα καλύπτει τις δανειακές ανάγκες και θα αποτελεί τρόπον τινά «εγγύηση» προς τις αγορές, δίνοντας στη χώρα τη δυνατότητα να δανείζεται με χαμηλό κόστος. «Με μία συμφωνία προληπτικής στήριξης θα επιστρέφαμε στα μνημόνια, ενώ εμείς θέλουμε να φύγουμε από αυτά», τόνισε σήμερα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, συμπυκνώνοντας σε μία φράση τους λόγους για τους οποίους απορρίπτονται οι σχετικές απόψεις-προτάσεις της ΕΚΤ, που υποστηρίζονται και από τον διοικητή της ΤτΕ Γιάννη Στουρνάρα.
«Πάμε να σχεδιάσουμε μία αυτοδύναμη πορεία και δυνατότητα εξόδου, το πραγματικό έργο αρχίζει τώρα», υπογράμμισε ο κ. Δραγασάκης, μιλώντας στην ΕΡΤ. «Δεν πρέπει να επαναπαυθούμε στο σημερινό καλό κλίμα, αλλά να συμφωνήσουμε στο πλαίσιο λειτουργίας μετά το μνημόνιο».
Αναφερόμενος στη στρατηγική και στους σχεδιασμούς της κυβέρνησης για την οριστική έξοδο από το καθεστώς στενής εποπτείας, ο κ. Δραγασάκης χαρακτήρισε αναγκαιότητα τη δημιουργία ενός «Ταμείου έκτακτης ανάγκης».
Όπως είπε, η κυβέρνηση εργάζεται ήδη για τη δημιουργία ενός «μαξιλαριού ασφαλείας» 18 δισ. ευρώ, που θα είναι διαθέσιμο μετά τη λήξη του προγράμματος χρηματοδοτικής υποστήριξης του ESM. Τα 9 δισ. ευρώ αναμένονται απ' τον ESM και τα υπόλοιπα 9 δισ. θα αντληθούν με εκδόσεις ομολόγων. Εάν οι συνθήκες στις αγορές επιτρέπουν να δανείζεται η χώρα με χαμηλό επιτόκιο, τότε το Ταμείο θα παραμείνει για έκτακτη ανάγκη.
Οσον αφορά την πορεία της χώρας και της οικονομίας στη μεταμνημονιακή εποχή, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης επισήμανε ότι «η έξοδος δεν θα γίνει με το γύρισμα διακόπτη. Θα είναι μία διαρκής προσπάθεια. Σε κάποια θέματα πρέπει να υπάρχει εθνική συνεννόηση (...) Πρέπει να προχωρήσουμε αντιμετωπίζοντας τις αιτίες που δημιούργησαν την κρίση, με πρωταρχικό στόχο να μειωθεί η ανεργία και εξαλειφθούν οι ανισότητες».
Σταθερά επιτόκια και ρήτρα ανάπτυξης
Ο κ. Δραγασάκης περιέγραψε τις τρεις κύριες προκλήσεις για την κυβέρνησς: «Πρώτον να κάνουμε τον κουμπαρά μας, δεύτερο να διαμορφώσουμε το δικό μας πρόγραμμα και τρίτο να δούμε τι θα κάνουμε μετά την ολοκλήρωση του προγράμματος στήριξης».
Για τα μεταμνημονιακά είπε ότι χρειάζεται νέα διαπραγμάτευση: «Δεν την ανοίγουμε ακόμη, μέχρι να δούμε τα δεδομένα του χρέους μαζί με τα δεδομένα των αγορών, με τι επιτόκια δανειζόμαστε κοκ . Όταν δούμε όλα αυτά, θα εξετάσουμε εάν βγαίνουμε και σε πόσα χρόνια μπορούμε να ρίξουμε την ανεργία στο 10%».
Όπως σημείωσε το ζήτημα του χρέους είναι καίριας σημασίας και έθεσε τις δύο επιδιώξεις της κυβέρνησης: τη μετατροπή των κυμαινόμενων επιτοκίων σε σταθερά και την εισαγωγή ρήτρας ανάπτυξης.
«Ζούμε ιστορικά την περίοδο των χαμηλότερων επιτοκίων. Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι τα επόμενα χρόνια, εάν ανέβουν τα επιτόκια δεν θα επηρεαστεί το χρέος», είπε. Παράλληλα σημείωσε πως σε μά συμφωνία για το χρέος να ληφθεί υπόψη και το ενδεχόμενο μίας πιθανής οικονομικής ύφεσης στο μέλλον. «Μην πάμε πάλι στα περί στάσης πληρωμών... Γι αυτό πρέπει να μπει η ρήτρα ανάπτυξης: 'Έχω, πληρώνω. Δεν έχω, δεν πληρώνω».
Τράπεζες και κόκκινα δάνεια
Ο κ. Δραγασάκης αναφέρθηκε διεξοδικά στα ζητήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματος, των κόκκινων δανείων, της ρευστότητας και της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών. Εκτίμησε ότι τα stress tests δεν πρόκειται να δείξουν κεφαλαιακή «τρύπα» στο τραπεζικό σύστημα. «Οι ενδειξεις έως τώρα μας λένε ότι δεν υπάρχουν νέες κεφαλαιακές ανάγκες. Οι τράπεζες δεν κινδυνεύουν από νέα ανακεφαλαιοποίηση».
Αναγνώρισε ότι για την αντιμετώπιση του προβλήματος που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες με τα κόκκινα δάνεια καίριο ρόλο παίζουν οι πλειστηριασμοί και το θεσμικό πλαίσιο ρύθμισης οφειλών που έχει ενεργοποιηθεί.
Στάθηκε στο «δράμα των ανθρώπων που δεν μπορούν να πληρώσουν», ενώ άλλοι «έχουν βγάλει τα λεφτά τους στο εξωτερικό και δεν πληρώνουν τα δάνεια τους».
Για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές που έχουν και δεν πληρώνουν, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης διατύπωσε σαφείς αιχμές προς τους τραπεζίτες, λέγοντας πως «ορισμένους τους γνωρίζουν, ορισμένους μπορούν να τους μάθουν. Για άλλους πρέπει να συνεννοηθούν όλες οι αρχές, και το υπ. Οικονομικών και οι τράπεζες και η ΤτΕ αλλά και όλοι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί».
Κατά τον κ. Δραγασάκη, το μεγαλύτερο πρόβλημα τώρα είναι ότι οι τράπεζες δεν μπορούν να δώσουν νέα δάνεια, λόγω του «σωρού των κόκκινων δανείων» που καλούνται να διαχειριστούν.
Σημείωσε ότι για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων πρέπει να αξιοποιηθούν πλήρως όλα τα εργαλεία που υπάρχουν, όπως ο εξωδικαστικός διακανονισμός και οι ρυθμίσεις που κάνουν οι τράπεζες.
«Εάν χρειαστούν και άλλα μέτρα, μπορούμε να συζητήσουμε τι μπορούμε να κάνουμε», είπε, επισημαίνοντας ότι σ’ αυτή την περίπτωση πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπόψη δύο συνιστώσες: Η κοινωνική πραγματικότητα και η αναπτυξιακή. «Δεν πρέπει να αφήσουμε να διαλυθούν επιχειρήσεις που έχουν παραγωγικό δυναμικό».