Διεθνή

Γιατί η Ουκρανία δεν πρέπει να αντιγράψει τη Φινλανδία του 1944 απέναντι στη Ρωσία


Η πρόσφατη τοποθέτηση του προέδρου της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, ότι η εμπειρία της χώρας του από τους πολέμους με τη Σοβιετική Ένωση μπορεί να αποτελέσει πηγή έμπνευσης για την Ουκρανία, προκάλεσε συζητήσεις και αντιδράσεις. Σε συνάντηση που είχε τον Αύγουστο στον Λευκό Οίκο με τον Ντόναλντ Τραμπ και Ευρωπαίους ηγέτες, ο Στουμπ υπενθύμισε τον «χειμερινό πόλεμο» του 1939-40 και τον «συνεχιζόμενο πόλεμο» του 1941-44, για να δείξει ότι ακόμη και σε σκοτεινές εποχές μπορεί να υπάρξει ειρήνη και διατήρηση της ανεξαρτησίας.

Η αναφορά του, ωστόσο, στον συμβιβασμό που έκανε η Φινλανδία το 1944 με τον Γιόζεφ Στάλιν, προκειμένου να διατηρήσει την κρατική της υπόσταση, προκαλεί έντονο προβληματισμό. Όπως εξηγεί ο καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Μάλμε (Σουηδία), Μπο Πέτερσον, η σύγκριση με την Ουκρανία είναι όχι μόνο παραπλανητική, αλλά και επικίνδυνη.

Το τίμημα της «ειρήνης» για τη Φινλανδία

Η ανακωχή του 1944 διασφάλισε τη συνέχιση της ανεξαρτησίας της Φινλανδίας, αλλά με βαρύ κόστος. Η χώρα αναγκάστηκε να παραχωρήσει εδάφη –μεταξύ αυτών την Καρελία και την Πετσάμο– και να δεχθεί περιορισμούς στην κυριαρχία της.

Επιπλέον, πλήρωσε τεράστιες πολεμικές αποζημιώσεις, που σε σημερινές τιμές φτάνουν τα 5,3 δισ. δολάρια, ενώ επί χρόνια δέχθηκε την παρουσία σοβιετικής «επιτροπής ελέγχου» στο Ελσίνκι, η οποία επηρέαζε άμεσα τις πολιτικές εξελίξεις.

Μέρος της συμφωνίας ήταν και η δίωξη Φινλανδών ηγετών για την πολεμική τους εμπλοκή. Ο τότε πρόεδρος Ρίστο Ρύτι καταδικάστηκε σε δέκα χρόνια φυλάκιση, ενώ υπουργοί φυλακίστηκαν για μικρότερα διαστήματα.

Γιατί η Ουκρανία δε μπορεί να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο

Η υπόθεση της Ουκρανίας είναι ριζικά διαφορετική, υπογραμμίζει ο Πέτερσον, σε άρθρο του που δημοσιεύθηκε στο "The Conversation". Η Φινλανδία είχε πολεμήσει στο πλευρό της ναζιστικής Γερμανίας κατά τη διάρκεια του «συνεχιζόμενου πολέμου», προκειμένου να ανακτήσει χαμένα εδάφη. Η Ουκρανία, αντίθετα, διεξάγει πόλεμο καθαρά αμυντικό, ενώ οι περιορισμένες επιχειρήσεις της εντός ρωσικού εδάφους δεν συγκρίνονται με τις μεγάλες εκστρατείες της Φινλανδίας τότε.

Η εξίσωση της δυτικής στήριξης προς το Κίεβο με την τότε γερμανική συμμαχία της Φινλανδίας κινδυνεύει να ενισχύσει τη ρωσική προπαγάνδα, που επιχειρεί να παρουσιάσει την ουκρανική κυβέρνηση ως «νεοναζιστική» και τον πόλεμο ως συνέχεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Ακόμη, η προοπτική να αποδεχθεί η Ουκρανία απώλειες εδαφών θα αποτελούσε στην πράξη νομιμοποίηση της ρωσικής εισβολής και παραβίαση των αρχών του διεθνούς δικαίου. Ένα τέτοιο προηγούμενο θα έστελνε το μήνυμα ότι τα σύνορα μπορούν να αλλάζουν με τη βία, ενθαρρύνοντας μελλοντικές επεκτατικές κινήσεις όχι μόνο της Ρωσίας, αλλά και άλλων κρατών.

Η προοπτική δίωξης της ουκρανικής ηγεσίας, αντίστοιχης με εκείνη που υπέστησαν οι Φινλανδοί το 1944, θα ήταν επίσης αδιανόητη: θα ισοδυναμούσε με την ικανοποίηση των ρωσικών απαιτήσεων, πλήττοντας τη δημοκρατική νομιμοποίηση του Κιέβου και την εθνική του κυριαρχία, τονίζει ο καθηγητής Πέτερσον.

Σε αντίθεση με το 1944, οπότε η Φινλανδία πλήρωσε αποζημιώσεις στη Σοβιετική Ένωση, στην περίπτωση της Ουκρανίας η Ρωσία είναι αυτή που θα πρέπει να λογοδοτήσει, υποστηρίζει ο καθηγητής. Ο πόλεμος που εξαπέλυσε χωρίς ευθεία πρόκληση, έχει προκαλέσει μαζικές καταστροφές, απώλειες ζωών και τον βίαιο εκτοπισμό χιλιάδων παιδιών. Οι αποζημιώσεις και η απονομή δικαιοσύνης για εγκλήματα πολέμου πρέπει να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος οποιασδήποτε μελλοντικής ειρηνευτικής συμφωνίας.

Η «συμφωνία» του 1944 οδήγησε τη Φινλανδία σε δεκαετίες περιορισμένης αυτοκυριαρχίας, με τη Μόσχα να διατηρεί λόγο στις εσωτερικές και εξωτερικές της υποθέσεις. Για την Ουκρανία, κάτι τέτοιο θα σήμαινε ακύρωση του ίδιου του αγώνα της: κάθε ειρήνη που θα άφηνε περιθώρια ρωσικής επιρροής θα ισοδυναμούσε με υπονόμευση της ανεξαρτησίας της.

Οι ιστορικές αναλογίες μπορεί να είναι ισχυρές, αλλά συχνά παραπλανητικές. Ο Στουμπ πιθανότατα επεδίωξε να δείξει ότι η Φινλανδία γνωρίζει από πρώτο χέρι τι σημαίνει να αντιστέκεσαι σε έναν ισχυρό γείτονα. Ωστόσο, η περίπτωση του 1944 δεν μπορεί να αποτελέσει πρότυπο για την Ουκρανία.

Ο πόλεμος της Ουκρανίας δεν αφορά μόνο την επιβίωση του κράτους, αλλά τη δικαιοσύνη, την υπεράσπιση της κυριαρχίας και την απόρριψη της ιμπεριαλιστικής επιθετικότητας. Αυτός ο αγώνας, καταλήγει ο Πέτερσον, αξίζει την πλήρη στήριξη όλων των δημοκρατιών της Δύσης, ώστε να διασφαλιστεί ένα μέλλον πραγματικά ελεύθερο από κατοχή και καταναγκασμό.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις
Σχετικά Άρθρα