Οι έντονες γεωπολιτικές ανησυχίες δεν «φρενάρουν» απ' ό,τι φαίνεται τα σχέδια των στελεχών επιχειρήσεων να προχωρήσουν σε συμφωνίες εξαγορών και συγχωνεύσεων. Σε αυτό το συμπέρασμα καταλήγει η τελευταία έρευνα της EY, σύμφωνα με την οποία, ένα εξαιρετικά υψηλό ποσοστό επιχειρήσεων (56%) σχεδιάζει να προχωρήσει σε εξαγορές κατά τους επόμενους μήνες. Σε ό,τι αφορά, δε, την Ελλάδα φαίνεται ότι ενισχύεται η αισιοδοξία για συγχωνεύσεις και εξαγορές. Ενδεικτικό είναι ότι οι περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες εμφανίζονται αισιόδοξοι για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, καθώς το ποσοστό όσων βλέπουν βελτίωση εκτινάχθηκε στο 53% από 6% τον περασμένο Οκτώβριο και 8% τον Απρίλιο του 2016.
Παράλληλα, έχει αυξηθεί στο 43%, από 21% τον Οκτώβριο και 8% τον Απρίλιο του 2016, και το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η τοπική αγορά Σ&Ε βελτιώνεται. Ειδικότερα, ένα 60% (από 35% τον περασμένο Οκτώβριο) αναφέρει ότι βελτιώνεται η ποιότητα των ευκαιριών εξαγορών.
Η έρευνα της ΕΥ
Ειδικότερα, η δραστηριότητα συγχωνεύσεων και εξαγορών (Σ&Ε) παγκοσμίως εξακολουθεί να ενισχύεται, έπειτα από έναν υψηλό αριθμό συμφωνιών κατά το πρώτο τρίμηνο του 2017, σύμφωνα με τη 16η έκδοση του Global Capital Confidence Barometer (CCB) της ΕΥ. Η συνεχιζόμενη γεωπολιτική αβεβαιότητα δεν έχει επηρεάσει τη διάθεση των στελεχών για σύναψη συμφωνιών.
Με βάση έρευνα που διεξήχθη σε περισσότερα από 2.300 στελέχη σε 43 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, διαπιστώνεται ότι, ακόμη και στις παρούσες ραγδαία μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς, το 56% των επιχειρήσεων θεωρεί ότι θα επιδιώξει ενεργά συμφωνίες κατά τους επόμενους 12 μήνες, ποσοστό αυξημένο κατά έξι ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με ένα χρόνο νωρίτερα.
Σε μία εποχή ήδη αυξημένης δραστηριότητας συμφωνιών, το 36% των επιχειρήσεων προσδοκά περαιτέρω αύξηση των εν αναμονή συμφωνιών τους κατά το επόμενο έτος. Η συντριπτική πλειοψηφία (96%) των στελεχών εκτιμά ότι η αγορά Σ&Ε θα βελτιωθεί ή θα παραμείνει σταθερή κατά το διάστημα αυτό.
Αυτή η ισχυρή διάθεση για συμφωνίες συνεχίζεται σε ένα περιβάλλον γεωπολιτικών ή αναδυόμενων πολιτικών προβληματισμών, τους οποίους το 69% των επιχειρήσεων θεωρεί ως το μεγαλύτερο κίνδυνο για την οικονομική ανάπτυξη. Ωστόσο, σύμφωνα με την έρευνα, η σημαντικότερη παράμετρος που απασχολεί τα στελέχη είναι οι δραστικά μετασχηματιστικές επιπτώσεις της τεχνολογίας σε πιθανά αποτελέσματα συμφωνιών και στα επιχειρηματικά μοντέλα.
Ενισχυμένη η αισιοδοξία και διάθεση για Σ&Ε στην Ελλάδα
Αισιόδοξοι εμφανίζονται περισσότεροι από τους μισούς ερωτηθέντες για την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας, καθώς το ποσοστό όσων βλέπουν βελτίωση εκτινάχθηκε στο 53% από 6% τον περασμένο Οκτώβριο και 8% τον Απρίλιο του 2016. Ιδιαίτερα θετικές εμφανίζονται ειδικότερα οι εκτιμήσεις για τη βραχυπρόθεσμη σταθερότητα της οικονομίας (47%), καθώς και τη διαθεσιμότητα πιστώσεων (40%). Παράλληλα, έχει αυξηθεί στο 43%, από 21% τον Οκτώβριο και 8% τον Απρίλιο του 2016, και το ποσοστό όσων εκτιμούν ότι η τοπική αγορά Σ&Ε βελτιώνεται. Ειδικότερα, ένα 60% (από 35% τον περασμένο Οκτώβριο) αναφέρει ότι βελτιώνεται η ποιότητα των ευκαιριών εξαγορών.
Με τα δεδομένα αυτά, για πρώτη φορά από το 2015 εμφανίζεται αυξημένο και το ποσοστό των συμμετεχόντων που εκτιμά ότι η επιχείρησή του θα επιδιώξει ενεργά Σ&Ε κατά το επόμενο δωδεκάμηνο, φθάνοντας το 30% από 26% τον Οκτώβριο, υστερώντας, ωστόσο, ακόμη σημαντικά σε σχέση με το παγκόσμιο δείγμα (56%). Κινητήρια δύναμη των σχεδίων Σ&Ε φαίνεται να είναι η ανάγκη για ανάπτυξη: είναι χαρακτηριστικό ότι το 32% αναφέρει ως βασικό κίνητρο για τις Σ&Ε την απόκτηση τεχνολογίας ή νέων παραγωγικών δυνατοτήτων και το 29% την αύξηση του μεριδίου αγοράς.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα για την Ελλάδα, ο κ Τάσος Ιωσηφίδης, Επικεφαλής του τμήματος Χρηματοοικονομικών Συμβούλων της ΕΥ Ελλάδος, δηλώνει: «Τα ευρήματα της έρευνας για την Ελλάδα μας επιτρέπουν μια συγκρατημένη αισιοδοξία. Οι ελληνικές επιχειρήσεις φαίνεται να αντιλαμβάνονται ότι, ακόμη και στη δύσκολη περίοδο που διανύουμε, οι Σ&Ε παρέχουν ευκαιρίες για ανάπτυξη και ενσωμάτωση νέων τεχνολογιών, που αποτελεί προϋπόθεση για να καταστεί η ελληνική επιχειρηματικότητα διεθνώς ανταγωνιστική. Ωστόσο, έχουμε ακόμα πολύ δρόμο να διανύσουμε για να καταστεί η χώρα μας ελκυστικός προορισμός για Σ&Ε».
Η ανάκαμψη της οικονομικής εμπιστοσύνης και τα δυνητικά οφέλη των Σ&Ε επισκιάζουν τους ευρύτερους κινδύνους
Η αβεβαιότητα για την πολιτική και το ενδεχόμενο αυξημένου κυβερνητικού παρεμβατισμού – μέσω νέων πολιτικών και κανονισμών – περιλαμβάνονται μεταξύ των ανησυχιών των στελεχών σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, οι συνάψεις συμφωνιών υποστηρίζονται από τους θετικούς εταιρικούς δείκτες και την ανάκαμψη της οικονομικής εμπιστοσύνης, με το 64% των στελεχών, έναντι 21% τον Οκτώβριο του 2016, να εκτιμά ότι η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας βελτιώνεται.
Διεθνείς επενδύσεις σε μια περίοδο αυξανόμενου εθνικισμού
Η αβεβαιότητα που πηγάζει από τον αυξανόμενο προστατευτισμό το 2016 θα μπορούσε να επηρεάσει τις αγορές παγκοσμίως. Ωστόσο, παρά τους προβληματισμούς για εμπόδια στο εμπόριο, οι διασυνοριακές Σ&Ε αποτελούν ήδη σήμα κατατεθέν των συμφωνιών το 2017, με τις συμφωνίες μεταξύ των ΗΠΑ και της Δυτικής Ευρώπης να ανακάμπτουν. Οι εταιρείες αναζητούν ευκαιρίες ανάπτυξης παντού, αν και εστιάζουν κυρίως ξανά στις αναπτυγμένες αγορές, σύμφωνα με την έρευνα.
Το Ηνωμένο Βασίλειο επανέρχεται στην τρίτη θέση μεταξύ των ελκυστικότερων προορισμών για Σ&Ε. Η χώρα βρέθηκε εκτός των πέντε πρώτων θέσεων για πρώτη φορά στην ιστορία της έρευνας τον περασμένο Οκτώβριο. Σε αυτήν την έκδοση της έρευνας, την πεντάδα συμπληρώνουν οι ΗΠΑ (1), η Κίνα (2), η Γερμανία (4) και ο Καναδάς (5).
Και άλλα ευρήματα της έρευνας ενισχύουν τη διαπίστωση ότι τα γεωπολιτικά θέματα δεν επηρεάζουν τις αναπτυξιακές προοπτικές. Σχεδόν τα τρία τέταρτα των επιχειρήσεων (71%) αναφέρουν ότι η απόφαση για το Brexit έχει αυξήσει ή δεν είχε επίδραση στις επενδυτικές προθέσεις τους στη Βρετανία. Στις ΗΠΑ, υπάρχουν ενδείξεις ότι η νέα διοίκηση θα προωθήσει περαιτέρω τις Σ&Ε, καθώς το 76% πιστεύει ότι οι ενδεχόμενες πολιτικές είτε θα ενισχύσουν, είτε δε θα επηρεάσουν καθόλου τη δραστηριότητα συμφωνιών.
Στο προσκήνιο η βελτιστοποίηση του χαρτοφυλακίου εν μέσω μιας ταχέως μεταβαλλόμενης αγοράς
Εν μέσω των ραγδαίων αλλαγών, οι επιχειρήσεις αυξάνουν την ευελιξία των στρατηγικών τους, με το 73% να δηλώνει ότι αυξάνει τις διαδικασίες αξιολόγησης του χαρτοφυλακίου περιουσιακών τους στοιχείων για να ανταποκριθεί ή να κεφαλαιοποιήσει τις δυνάμεις που μετασχηματίζουν δραστικά τους κλάδους δραστηριοποίησής τους. Η σύγκλιση κλάδων της οικονομίας εξαιτίας των τεχνολογιών και οι δραστικές αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών αποτελούν πρόκληση για τα στελέχη, με αποτέλεσμα να επανεξετάζουν και να επανεφεύρουν διαρκώς την επιχειρηματική στρατηγική τους.
Οι προβληματισμοί αυτοί μεταφράζονται σε συμφωνίες σε όλους τους τομείς. Οι πέντε κλάδοι όπου σημειώνονται οι περισσότερες εξαγορές είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, τα καταναλωτικά προϊόντα, τα ορυκτά και μέταλλα, το πετρέλαιο και φυσικό αέριο, και οι τηλεπικοινωνίες.
Ο δραστικός μετασχηματισμός ενισχύει τις συμφωνίες
Οι αγορές καινοτομίας αποτελούν τον πυρήνα των συμφωνιών το 2017, σύμφωνα με την έρευνα. Καθώς οι νεοφυείς, δραστικά μετασχηματιστικές επιχειρήσεις απειλούν τα καθιερωμένα επιχειρηματικά μοντέλα, οι πιο εδραιωμένες εταιρείες θα επιδιώξουν να ενισχύσουν την ανάπτυξή τους αποκτώντας καινοτόμες, νεοφυείς επιχειρήσεις. Οι αγοραστές αυτοί θα χρησιμοποιήσουν μια σειρά από τεχνικές απόκτησης, από την πλήρη εξαγορά περιουσιακών στοιχείων, μέχρι τις επενδύσεις μέσω εταιρικών κεφαλαίων καινοτόμων επιχειρήσεων νεοφυούς κεφαλαίου (corporate venture capital).