Οικονομία

Φρένο στις προσδοκίες για μεγάλη μείωση επιτοκίων


Δεν είναι ώρα να πέσουν οι άμυνες, τόνισε η Κριστίν Λαγκάρντ

Να χαλιναγωγήσει τις προσδοκίες των αγορών για απότομη και μεγάλη μείωση επιτοκίων το 2024 επιχείρησε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, παρότι οι νέες προβλέψεις των ειδικών της ΕΚΤ μοιάζουν να δικαιολογούν τις αισιόδοξες προβλέψεις.

Σε αντίθεση με τον Αμερικανό ομόλογό της, Τζερόμ Πάουελ, που επιβεβαίωσε χθες ότι συζητήθηκε η μείωση επιτοκίων στο συμβούλιο της Fed, η Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι τέτοια συζήτηση δεν έγινε σήμερα στη συνεδρίαση των κεντρικών τραπεζιτών της ευρωζώνης και υπογράμμισε ότι είναι νωρίς για να «χαμηλώσει» η άμυνα έναντι του πληθωρισμού.

Οι δηλώσεις είχαν άμεση αντανάκλαση στις κινήσεις των αγορών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο γερμανικός Dax, που βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, κέρδιζε περίπου 0,50% μετά την ανακοίνωση της ΕΚΤ, αλλά όταν τελείωσε η συνέντευξη Τύπου της Λαγκάρντ είχε βρεθεί σε αρνητικό έδαφος, υποχωρώντας κατά 0,30%.

Διατηρήθηκε πάντως ο ενθουσιασμός που επικρατούσε από το πρωί στις αγορές ομολόγων, στον απόηχο των δηλώσεων του επικεφαλής της Fed Τζερόμ Πάουελ, ο οποίος προδιέγραψε 4 μειώσεις επιτοκίων μέσα στο 2024. Περίπου 5 μονάδες βάσης υποχωρούσαν οι αποδόσεις του γερμανικού και του γαλλικού 10ετούς. Επικεφαλής της κούρσας το ελληνικό και το ιταλικό, με τις αποδόσεις τους να υποχωρούν έως και 20 μβ!

Σημειώνεται ότι οι αγορές έχουν τιμολογήσει πολύ μεγάλες μειώσεις των επιτοκίων, συνολικά κατά 1,5% σε έξι δόσεις μέσα στο 2024 και μάλιστα με την αρχή των μειώσεων να προβλέπεται ότι θα γίνει ήδη από τον Μάρτιο.

Εξηγώντας γιατί δεν συζητείται ακόμη η μείωση επιτοκίων και δεν πρέπει ακόμη να χαμηλώσουν οι άμυνες, η πρόεδρος της ΕΚΤ είπε ότι η ΕΚΤ δεν κινείται με βάση τον χρόνο, δηλαδή δεν έχει κάποια δέσμευση να μειώσει τα επιτόκια εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, αλλά μόνο με βάση τα δεδομένα για την οικονομία. Όπως είπε, παρότι ο πληθωρισμός έχει υποχωρήσει αρκετά και η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής είναι έντονη, η κεντρική τράπεζα θα παρακολουθήσει πολύ προσεκτικά την πορεία των αμοιβών της εργασίας και των επιχειρηματικών κερδών, που μπορεί να ασκήσουν επίδραση στον πληθωρισμό τον επόμενο χρόνο.

Στην εισαγωγική της τοποθέτηση, τόνισε ότι «θα συνεχίσουμε να ακολουθούμε μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα δεδομένα για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της διάρκειας του περιορισμού. Ειδικότερα, οι αποφάσεις μας για τα επιτόκια θα βασίζονται στην εκτίμησή μας για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοπιστωτικών δεδομένων, τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και την ισχύ της μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής».

Παρότι οι υπηρεσίες της ΕΚΤ περιμένουν μεγάλη αποκλιμάκωση του πληθωρισμού το 2024, στο 2,7%, η πρόεδρος της ΕΚΤ υπογράμμισε ότι εξακολουθούν να υπάρχουν κίνδυνοι, όπως «οι αυξημένες γεωπολιτικές εντάσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να αυξήσουν τις τιμές της ενέργειας βραχυπρόθεσμα, και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, τα οποία θα μπορούσαν να αυξήσουν τις τιμές των τροφίμων. Ο πληθωρισμός θα μπορούσε επίσης να αποδειχθεί υψηλότερος από ό,τι αναμενόταν, εάν οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό κινηθούν πάνω από τον στόχο μας ή εάν οι μισθοί ή τα περιθώρια κέρδους αυξηθούν περισσότερο από ό,τι αναμενόταν. Αντίθετα, ο πληθωρισμός μπορεί να εκπλήξει προς τα κάτω, εάν η νομισματική πολιτική εξασθενήσει τη ζήτηση περισσότερο από ό,τι αναμενόταν ή εάν το οικονομικό περιβάλλον στον υπόλοιπο κόσμο επιδεινωθεί απροσδόκητα, ενδεχομένως εν μέρει λόγω της πρόσφατης αύξησης των γεωπολιτικών κινδύνων».

Η Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι η ΕΚΤ δεν προβλέπει ύφεση στην ευρωζώνη, αν και δεν απέκλεισε ορισμένες χώρες να περάσουν σε ύφεση. Τόνισε ότι «η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος επομένως κρίνουν ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026».

Επίσης, προσπάθησε να υποβαθμίσει τη σημασία των σημερινών αποφάσεων για μείωση του χαρτοφυλακίου ομολόγων που δημιούργησε η ΕΚΤ με το πρόγραμμα για την πανδημία, τονίζοντας ότι αυτό γίνεται ως μια κίνηση εξομάλυνσης του χαρτοφυλακίου, που δεν συνδέεται με τη νομισματική πολιτική, καθώς τα επιτόκια παραμένουν το βασικό εργαλείο για τον έλεγχο του πληθωρισμού. Για το ενδεχόμενο να επηρεασθούν δυσμενώς από τη μείωση των ομολόγων χώρες όπως η Ιταλία, η Λαγκάρντ είπε ότι είναι διαθέσιμο το ειδικό εργαλείο που δημιούργησε πέρυσι η ΕΚΤ και όποια χώρα το χρειαστεί μπορεί να το χρησιμοποιήσει.

Για τα ομόλογα που έχει αγοράσει η ΕΚΤ στο πλαίσιο του προγράμματος για την πανδημία (PEPP), η κεντρική τράπεζα άλλαξε προς το αυστηρότερο την πολιτική της. Ενώ μέχρι τώρα κατευθυνόταν σε μια επανεπένδυση των εσόδων του προγράμματος ως το τέλος του 2024, σήμερα ανακοίνωσε ότι από το δεύτερο εξάμηνο του επόμενου έτους οι επανεπενδύσεις θα μειωθούν, ώστε το χαρτοφυλάκιο να μειώνεται με ρυθμό 7,5 δισ. τον μήνα.

Η ανακοίνωση του Συμβουλίου

Το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε σήμερα να διατηρήσει αμετάβλητα τα τρία βασικά επιτόκια της ΕΚΤ. Ενώ ο πληθωρισμός υποχώρησε τους τελευταίους μήνες, είναι πιθανόν να αυξηθεί ξανά προσωρινά σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Σύμφωνα με τις τελευταίες μακροοικονομικές προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος για τη ζώνη του ευρώ, ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί σταδιακά στη διάρκεια του επόμενου έτους και στη συνέχεια να προσεγγίσει τον στόχο του Διοικητικού Συμβούλιο για πληθωρισμό 2% το 2025. Συνολικά, οι εμπειρογνώμονες αναμένουν ότι ο γενικός πληθωρισμός θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,4% το 2023, 2,7% το 2024, 2,1% το 2025 και 1,9% το 2026. Σε σύγκριση με τις προβολές εμπειρογνωμόνων του Σεπτεμβρίου, αυτό αντιστοιχεί σε προς τα κάτω αναθεώρηση για το 2023 και ιδίως για το 2024.

Ο υποκείμενος πληθωρισμός υποχώρησε περαιτέρω. Όμως οι εγχώριες πιέσεις στις τιμές παραμένουν αυξημένες, πρωτίστως λόγω του έντονου ρυθμού αύξησης του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι ο πληθωρισμός χωρίς τις τιμές της ενέργειας και των ειδών διατροφής θα διαμορφωθεί κατά μέσο όρο σε 5,0% το 2023, 2,7% το 2024, 2,3% το 2025 και 2,1% το 2026.

Οι προηγούμενες αυξήσεις των επιτοκίων εξακολουθούν να μεταδίδονται δυναμικά στην οικονομία. Οι αυστηρότερες συνθήκες χρηματοδότησης επιδρούν ανασταλτικά στη ζήτηση και αυτό συμβάλλει στην αποκλιμάκωση του πληθωρισμού. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος αναμένουν ότι η οικονομική ανάπτυξη θα παραμείνει υποτονική σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Πέραν αυτού, η οικονομία αναμένεται να ανακάμψει λόγω της ανόδου των πραγματικών εισοδημάτων – καθώς οι άνθρωποι ωφελούνται από τη μείωση του πληθωρισμού και την αύξηση των μισθών – και της βελτίωσης της εξωτερικής ζήτησης. Οι εμπειρογνώμονες του Ευρωσυστήματος επομένως κρίνουν ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει με ρυθμό από 0,6% κατά μέσο όρο για το 2023 σε 0,8% το 2024 και 1,5% για το 2025 και το 2026.

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι αποφασισμένο να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει εγκαίρως στον μεσοπρόθεσμο στόχο του 2%. Με βάση την τρέχουσα αξιολόγησή του, το Διοικητικό Συμβούλιο θεωρεί ότι τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ βρίσκονται σε επίπεδα τα οποία, αν διατηρηθούν για επαρκώς μακρό χρονικό διάστημα, θα έχουν σημαντική συμβολή σε αυτόν τον στόχο. Οι μελλοντικές αποφάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου θα διασφαλίσουν ότι τα επιτόκια πολιτικής του θα διαμορφωθούν σε επαρκώς περιοριστικά επίπεδα για όσο χρονικό διάστημα κρίνεται απαραίτητο.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να ακολουθεί μια προσέγγιση που εξαρτάται από τα στοιχεία για τον καθορισμό του κατάλληλου επιπέδου και της κατάλληλης διάρκειας της περιοριστικής νομισματικής πολιτικής. Συγκεκριμένα, οι αποφάσεις του για τα επιτόκια θα βασίζονται στην αξιολόγησή του για τις προοπτικές του πληθωρισμού υπό το πρίσμα των εισερχόμενων οικονομικών και χρηματοοικονομικών στοιχείων, για τη δυναμική του υποκείμενου πληθωρισμού και για την ένταση με την οποία μεταδίδεται η νομισματική πολιτική.

Τα βασικά επιτόκια της ΕΚΤ είναι το πρωταρχικό εργαλείο για τον καθορισμό της κατεύθυνσης της νομισματικής πολιτικής. Το Διοικητικό Συμβούλιο επίσης αποφάσισε σήμερα να προχωρήσει την ομαλοποίηση του μεγέθους του ισολογισμού του Ευρωσυστήματος. Σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.

Βασικά επιτόκια της ΕΚΤ

Το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα παραμείνουν αμετάβλητα σε 4,50%, 4,75% και 4,00% αντιστοίχως.
Πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού (APP) και έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP)

Το χαρτοφυλάκιο APP μειώνεται με μετρημένο και προβλέψιμο ρυθμό, καθώς το Ευρωσύστημα δεν επανεπενδύει πλέον τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων κατά τη λήξη τους.

Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να συνεχίσει να επανεπενδύει πλήρως τα ποσά κεφαλαίου από την εξόφληση τίτλων που αποκτήθηκαν στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP κατά τη λήξη τους στη διάρκεια του α΄ εξαμήνου του 2024. Στη διάρκεια του β΄ εξαμήνου του έτους, σκοπεύει να μειώσει το χαρτοφυλάκιο PEPP κατά 7,5 δισεκ. ευρώ μηνιαίως κατά μέσο όρο. Το Διοικητικό Συμβούλιο σκοπεύει να τερματίσει τις επανεπενδύσεις στο πλαίσιο του προγράμματος PEPP στο τέλος του 2024.

Το Διοικητικό Συμβούλιο θα συνεχίσει να εφαρμόζει ευελιξία στις επανεπενδύσεις ποσών από την εξόφληση τίτλων του χαρτοφυλακίου PEPP καθώς φθάνουν στη λήξη τους, με σκοπό να αντιμετωπίζονται οι κίνδυνοι για τον μηχανισμό μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής που σχετίζονται με την πανδημία.

Πράξεις αναχρηματοδότησης

Καθώς οι τράπεζες αποπληρώνουν τα ποσά που δανείστηκαν στο πλαίσιο των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης, το Διοικητικό Συμβούλιο θα αξιολογεί τακτικά το πώς οι στοχευμένες πράξεις χρηματοδότησης και η συνεχιζόμενη αποπληρωμή τους συνεισφέρουν στην κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του.

***

Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι έτοιμο να προσαρμόσει όλα τα μέσα που έχει στη διάθεσή του εντός των ορίων της εντολής που του έχει ανατεθεί, προκειμένου να διασφαλίσει ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα και να διαφυλάξει την ομαλή λειτουργία του μηχανισμού μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, το μέσο για την προστασία της μετάδοσης (Transmission Protection Instrument – TPI) είναι διαθέσιμο για να αντισταθμίζει ανεπιθύμητες, άτακτες εξελίξεις στην αγορά που θέτουν σοβαρή απειλή για τη μετάδοση της νομισματικής πολιτικής σε όλες τις χώρες της ζώνης του ευρώ, επιτρέποντας έτσι στο Διοικητικό Συμβούλιο να εκπληρώνει πιο αποτελεσματικά την αποστολή του για σταθερότητα των τιμών.

Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις