Ερευνητική επιτυχία για τη γερμανική φαρμακευτική εταιρεία Formycon στον αγώνα καταπολέμησης του κορονoϊού. Το νέο φάρμακο εμποδίζει την είσοδο του ιού στο κύτταρο, προσφέροντας μέγιστη προστασία από μεταλλάξεις.
Με την ευφορία που επικρατεί παγκοσμίως για τα εμβόλια κατά του κοροναϊού, έχει περάσει σε δεύτερο πλάνο για πολιτικούς και επιστήμονες, η αναζήτηση φαρμακευτικού σκευάσματος για τη θεραπεία βαριά ασθενών με Covid-19.
Τρόπος δράσης
Πριν λίγες ημέρες η βιοτεχνολογική φαρμακευτική εταιρεία Formycon με έδρα το Planegg-Martinsried λίγο έξω από το Μόναχο αιφνιδίασε θετικά με την ανακοίνωση ότι ένας από τους αναστολείς του ιού SARS-CoV-2, που έχει αναπτύξει η εταιρεία, μπορεί να σταματήσει σχεδόν ολοσχερώς την εξέλιξη των συμπτωμάτων της λοίμωξης.
Το όνομα του αναστολέα είναι FYB207. Ο ιός SARS-Cov-2 κι άλλοι κοροναϊοί χρησιμοποιούν τον υποδοχέα ACE2 στην επιφάνεια του ανθρώπινου κυττάρου ως κεντρική πύλη για να διεισδύσουν στο κύτταρο.
«Έχουν τώρα δυνατότητα θεραπείας»
«Οι βαριά ασθενείς που νοσηλεύονται στο νοσοκομείο έχουν τώρα δυνατότητα θεραπείας» λέει ο Κάρστεν Μπροκμάιερ, διευθύνων σύμβουλος της Formycon.
«Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει για αυτήν την κατηγορία νοσούντων αποτελεσματικό φάρμακο». Ο αναλυτής Ντάμιαν Σοπλέν από την Kepler Cheuvreux, ανεξάρτητη ευρωπαϊκή εταιρεία που ειδικεύεται στην παροχή συμβουλών μεταξύ άλλων και σε θέματα έρευνας, κάνει λόγο για καλή είδηση.
«Μια τόσο καλή προστασία μέσω μιας ουσίας που καταπολεμά ακόμη και τις μεταλλάξεις του ιού δεν υπάρχει στα εμβόλια και σε άλλα θεραπευτικά αντισώματα» τονίζει.
Ολα τα αντιϊκά παρασκευάσματα, όπως η ρεμδεσιβίρη, στα οποία αρχικά εναποτέθηκαν πολλές ελπίδες, αποδείχθηκαν εκ των υστέρων λιγότερο αποτελεσματικά από τη φήμη τους.
«Μπλοκάρουμε την πύλη εισόδου»
Κοκτέιλ αντισωμάτων, όπως αυτά που βρίσκονται στο ρεπερτόριο των αμερικανικών εταιρειών Regeneron και Eli Lilly, έχουν πάρει άδεια να κυκλοφορήσουν για να χρησιμοποιηθούν μόνο στο αρχικό στάδιο, όταν η λοίμωξη δεν είναι τόσο σοβαρή.
Επιπλέον, τα αντισώματα δρουν σε συγκεκριμένη περιοχή της επιφάνειας του ιού SARS-CoV-2.
«Αρκεί μικρή μετάλλαξη για να εξουδετερωθεί η επενέργεια των αντισωμάτων» υποστηρίζει ο Μπροκμάιερ.
«Αντίθετα, με το δικό μας παρασκεύασμα μπλοκάρουμε την πύλη εισόδου, που χρησιμοποιεί ο ιός για να εισχωρήσει στα ανθρώπινα κύτταρα, προσφέροντας μέγιστη προστασία από μεταλλάξεις. Με αυτόν τον τρόπο προλαμβάνουμε και από μελλοντικές επιδημίες κοροναϊού», λέει στην tagesschau.de.
Θα κυκλοφορήσει αρχές 2022
Επιστήμονες σε όλον τον κόσμο ανησυχούν από το ενδεχόμενο να αποκτήσει ανθεκτικότητα ο ιός SARS-CoV-2 απέναντι στα εμβόλια και τα φάρμακα.
Ναι μεν θεωρούν ότι εμβόλια τύπου mRNA, όπως αυτό της γερμανικής BioNTech, σε περίπτωση μετάλλαξης του κοροναϊού προσαρμόζονται σχετικά γρήγορα, γιατί ο μηχανισμός τους διαθέτει συγκεκριμένη δομή.
«Αλλά, θα πρέπει να πούμε ότι κάθε αλλαγή που επιχειρεί κανείς σε ένα τέτοιο εμβόλιο θα πρέπει να περνά από κλινικές μελέτες, και αυτό θέλει χρόνο» επισημαίνει ο λοιμωξιολόγος Κρίστιαν Ντρόστεν στο podcast του περασμένου Νοεμβρίου για το NDR.
Να επισπεύσει τις διαδικασίες
Η εταιρεία Formycon θέλει να επισπεύσει τις διαδικασίες για άδεια κυκλοφορίας λόγω εκτάκτου ανάγκης. Βέβαια, το πόσο γρήγορα θα γίνει, είναι κάτι το σχετικό. «Οι πρώτες συζητήσεις με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων και την αμερικανική Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων θα ξεκινήσουν το ερχόμενο τρίμηνο» λέει ο Μπροκμάιερ. «Ελπίζουμε να μας δοθεί άδεια κυκλοφορίας αρχές του 2022», αναφέρει.
Μήπως όμως τότε θα ήταν αχρείαστο; Θα ήταν λάθος να πιστέψει κανείς κάτι τέτοιο. Γιατί θα χρειαστούν ακόμη χρόνια μέχρις ότου επιτευχθεί ποσοστό εμβολιασμού της τάξης του 50 μέχρι 60% σε παγκόσμιο επίπεδο.
«Ακόμη και μέσα σε δέκα χρόνια θα υπάρχει σημαντικό ποσοστό ανθρώπων που δεν θα έχουν εμβολιαστεί κατά του Covid-19 ή παρά το εμβόλιο θα νοσούν σοβαρά» τονίζει ο Μπροκμάιερ.
«Γι’ αυτούς τους ασθενείς μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν δυνατότητες θεραπείας. Εάν όμως καταφέρουμε να μειώσουμε με το δικό μας παρασκεύασμα το ποσοστό των βαρέως νοσούντων, θα έχανε ο ιός μεγάλο τμήμα από την επικινδυνότητά του» τονίζει.
Πηγή: Deutche Welle