Μεγαλύτερη πίεση από ποτέ για να αποταμιεύσουν για την περίοδο της συνταξιοδότησής τους αισθάνονται οι εργαζόμενοι, όπως αποκαλύπτει η έκθεση «Generations and journeys», της μακροχρόνιας έρευνας της HSBC «Το Μέλλον της Συνταξιοδότησης».
Σύμφωνα με την έρευνα, η οποία διενεργήθηκε σε περισσότερους από 18.000 ανθρώπους, σε 17 χώρες, η σημερινή γενιά συνταξιούχων ξεκίνησε να αποταμιεύει για τη σύνταξή της στα 35 έτη ενώ συνταξιοδοτήθηκαν στα 58, αποταμιεύοντας κατά μέσο όρο 23 έτη.
Παρά ταύτα, η έκθεση δείχνει ότι οι άνθρωποι την περίοδο των παραγωγικών ηλικιών τους σε όλο τον κόσμο ξεκινούν πλέον να αποταμιεύουν πέντε χρόνια νωρίτερα, στην ηλικία των 30 δηλαδή και αναμένουν να συνταξιοδοτηθούν δύο χρόνια αργότερα, δηλαδή στα 60, γεγονός που σημαίνει ότι αντιμετωπίζουν κατά μέσο όρο 30 έτη αποταμίευσης για τη σύνταξή τους, επτά χρόνια περισσότερο από τους σημερινούς συνταξιούχους.
Το χάσμα είναι μεγαλύτερο στην Κίνα (14 χρόνια), στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (12), την Αυστραλία (11) και Γαλλία (11), ενώ οι εργαζόμενοι τώρα αναμένεται να αποταμιεύσουν για τουλάχιστον μία δεκαετία περισσότερο συγκριτικά με τους σημερινούς συνταξιούχους. Η Ινδονησία αποτελεί τη μοναδική χώρα στην έρευνα που οι εργαζόμενοι αναμένεται να αποταμιεύσουν για το ίδιο χρονικό διάστημα με τους σημερινούς συνταξιούχους.
Παρά το γεγονός ότι ξεκινούν να αποταμιεύουν νωρίτερα, πολλοί άνθρωποι σε παραγωγική ηλικία πιστεύουν ότι δεν αποταμιεύουν επαρκώς. Περισσότεροι από το ένα τρίτο (38%) θα επιθυμούσαν να είχαν ξεκινήσει να αποταμιεύουν νωρίτερα, και το 28% δηλώνει ότι θα έπρεπε να είχαν βάλει στην άκρη μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους.
Η έκθεση της HSBC επίσης αποκαλύπτει ότι κοντά στο ένα τέταρτο (24%) των ανθρώπων σε παραγωγικές ηλικίες, δεν έχει ξεκινήσει ακόμα να αποταμιεύει για τη σύνταξή του, συμπεριλαμβανομένου του 12% αυτών σε ηλικία 60 ετών και πάνω.
Οι εργαζόμενοι πριν τη σύνταξη σε όλο τον κόσμο έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις ως προς το πώς θα χρηματοδοτήσουν την περίοδο συνταξιοδότησής τους . Η μειωμένη κρατική στήριξη στις περισσότερες χώρες ενδεχομένως είναι ένας παράγοντας που συμβάλλει προς την κατεύθυνση αυτή, με μόλις το 30% των εργαζόμενων πριν τη σύνταξη να περιμένουν χρηματοδότηση της περιόδου αυτής μέσα από μια κρατική σύνταξη ή κοινωνική ασφάλιση, έναντι 45% των συνταξιούχων οι οποίοι σήμερα το πράττουν.
Ευρήματα από προηγούμενη έκθεση της έρευνας «Το Μέλλον της Συνταξιοδότησης», δείχνουν ότι αυτή η έλλειψη πίστης στις κρατικές συντάξεις έχει ξεκινήσει εδώ και αρκετό καιρό. Το 2011, το 45% όλων των ερωτηθέντων θεωρούσαν ότι η γενιά τους θα ήταν σε χειρότερη κατάσταση μετά τη συνταξιοδότηση, λόγω του ότι οι κρατικές συντάξεις δεν θα ήταν τόσο γενναιόδωρες, όπως συνήθιζαν να είναι.
Μερικοί από τους συχνότερους τρόπους που οι εργαζόμενοι είναι πιθανό να επιλέξουν να χρηματοδοτήσουν τη συνταξιοδότησή τους περιλαμβάνουν την προσφυγή σε μετρητά ταμιευτηρίου / καταθέσεις (42%), τα έσοδα από παραμονή στην εργασία (29%) και τα προσωπικά συνταξιοδοτικά προγράμματα (23%).
Εκτός από αυτούς τους πιο παραδοσιακούς τρόπους εξοικονόμησης χρημάτων για την περίοδο της συνταξιοδότησης, οι εργαζόμενοι εξετάζουν επίσης εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης και η έρευνα αποκαλύπτει τις διαφορές στις μεθόδους τους, μεταξύ των χωρών.
Πολλοί εξετάζουν την ακίνητη περιουσία ως ένα επιπλέον εισόδημα. Παραπάνω από ένας στους δέκα εργαζόμενους (12%) δηλώνουν ότι το να ζήσει κάποιος σε μικρότερο σπίτι ή να πουλήσει ένα ακίνητο θα τους βοηθήσει να χρηματοδοτήσουν το συνταξιοδοτικό τους πλάνο κάτι που συναντάμε συχνότερα στην Αυστραλία (26%) και στο Ηνωμένο Βασίλειο (22%).
Αυτό το ποσοστό έρχεται σε σύγκριση με το μόλις 6% των σημερινών συνταξιούχων παγκοσμίως που χρησιμοποιούν εισόδημα από μετακίνηση σε μικρότερο σπίτι ή πώληση ακινήτου για να χρηματοδοτήσουν τη συνταξιοδότησή τους.
Αντίθετα, στην Ασία και τη Μέση Ανατολή, η υποστήριξη από την οικογένεια θεωρείται συνηθισμένος τρόπος ενίσχυσης της συνταξιοδότησης – ειδικά στην Ινδία (15%), Σιγκαπούρη (15%), Χόνγκ Κόνγκ (14%) και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (14%). Παγκοσμίως, περίπου ένας στους δέκα (9%) εργαζόμενους πιστεύουν ότι οικονομική υποστήριξη από τα παιδιά τους θα τους βοηθήσει να χρηματοδοτήσουν τη σύνταξή τους.