Το μεγάλο στοίχημα για την επόμενη κυβέρνηση είναι να βγάλει τη χώρα από την παγίδα της αναπτυξιακής «καχεξίας». Και το ζητούμενο από τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι να επιλέξει στελέχη και συνεργάτες που θα μπορέσουν να φέρουν εις πέρας αυτή την προσπάθεια.
Του ΓΡΗΓΟΡΗ ΣΑΜΠΑΝΗ*
Η επόμενη κυβέρνηση - όποτε κι αν γίνουν εκλογές - θα κληθεί να ανταποκριθεί σε μια μεγάλη πρόκληση: Να δώσει στην ελληνική οικονομία την αναπτυξιακή δυναμική που χρειάζεται, για να ξεφύγουμε οριστικά από τα Μνημόνια και να αναπληρώσει η ελληνική κοινωνία όσα έχασε στη διάρκεια της παρατεταμένης δημοσιονομικής και οικονομικής κρίσης.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, που κατά πάσα πιθανότητα θα ηγηθεί αυτής της προσπάθειας, θα έχει ελπίδες επιτυχίας στη δύσκολη αποστολή του, μόνο αν ξεφύγει από τα στερεότητα της κομματοκεντρικής άσκησης της κυβερνητικής εξουσίας και αναθέσει κρίσιμα καθήκοντα σε ανθρώπους με αποδεδειγμένα επιτυχή θητεία στην αγορά.
Από το 2010 οι ελληνικές κυβερνήσεις διαχειρίζονται μια οικονομία υπό κατάρρευση, επιδιώκοντας κατά πρώτο λόγο να αντιμετωπίσουν τη δημοσιονομική πλευρά της κρίσης. Εφαρμόζουν, με μεγαλύτερη ή μικρότερη συνέπεια, προγράμματα και συνταγές που υπαγορεύονται από τους δανειστές της χώρας, χωρίς να έχουν καταφέρει να χαράξουν και να θέσουν σε εφαρμογή μια εθνική στρατηγική για την ανάπτυξη και την υλοποίηση μεγάλων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Με άλλη αποστολή
Η κυβέρνηση που θα σχηματισθεί μετά τις επόμενες εκλογές, θα έχει αποστολή πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες: Τα θέματα της δημοσιονομικής διαχείρισης θα έχουν περάσει σε δεύτερο πλάνο, ενώ πρώτη προτεραιότητα θα αποτελεί η βελτίωση των αναπτυξιακών προοπτικών μιας οικονομίας, που υπέστη καταστροφή πρωτοφανών διαστάσεων στη διάρκεια της κρίσης.
Το παραγωγικό δυναμικό της χώρας συρρικνώθηκε από την έλλειψη επενδύσεων και την κατάρρευση μεγάλου αριθμού επιχειρηματικών μονάδων, το ανθρώπινο κεφάλαιο υπέστη μεγάλα πλήγματα από τη φυγή εργαζομένων υψηλής εξειδίκευσης («brain drain») και την απαξίωση των δεξιοτήτων μεγάλου αριθμού εργαζομένων, που βρέθηκαν για μεγάλες περιόδους στην ανεργία.
Οι μικρές επιχειρήσεις, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας μας και δεν νοείται ανάκαμψη χωρίς τη συμμετοχή τους, εξακολουθούν να δίνουν άνιση μάχη επιβίωσης, αντί να προετοιμάζονται για να αξιοποιήσουν με τον καλύτερο τρόπο την αναμενόμενη ανάπτυξη: Τέσσερις στις δέκα μικρές επιχειρήσεις (με έως 49 εργαζομένους), που απάντησαν σε πρόσφατη έρευνα του Ινστιτούτου Μελετών της ΓΣΒΕΕ, δηλώνουν ότι θεωρούν αρκετά ή πολύ πιθανό να κλείσουν. Στους αυτοαπασχολούμενους το αντίστοιχο ποσοστό ξεπερνά το 57%.
Επιταχυνόμενη ανάπτυξη
Αποτελεί κοινό τόπο για τους οικονομολόγους ότι οι «πληγές» που άφησε πίσω της η πολυετής ύφεση, σε συνδυασμό με τις δυσμενείς δημογραφικές εξελίξεις που επιδεινώνονται από τη φυγή νέων ανθρώπων στο εξωτερικό, περιορίζουν σημαντικά τις μακροπρόθεσμες δυνατότητες της οικονομίας να αναπτυχθεί.
Σύμφωνα με την τελευταία πρόβλεψη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, ο μέσος ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης τις δύο δεκαετίες μετά το 2022 θα είναι μόλις 1%. Ακόμη και αν απορρίψει κανείς ως υπερβολικά απαισιόδοξη αυτή την εκτίμηση, δύσκολα θα βρει επιχειρήματα και στοιχεία για να υποστηρίξει ότι οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας είναι πολύ καλύτερες.
Τέτοια αναπτυξιακή «καχεξία» δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή από οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση. Είναι αδιανόητο να ζητηθεί από τους πολίτες μιας χώρας που έχουν υποστεί δραματική υποβάθμιση του βιοτικού τους επιπέδου, να περιμένουν περισσότερο από δύο δεκαετίες για να επανέλθει η ανεργία στα μονοψήφια ποσοστά του 2008.
Εξάλλου, «καχεκτική» ανάπτυξη σε μια υπερχρεωμένη χώρα σημαίνει ότι η εξυπηρέτηση του χρέους, ακόμη και αν υπάρξουν ελαφρύνσεις από τους δανειστές, θα γίνεται με τεράστιες δυσκολίες και πάντα θα υπάρχει ο κίνδυνος, σε μια απρόβλεπτη «κακή στροφή», να βρεθούμε στο χείλος της χρεοκοπίας και της εξόδου από την ευρωζώνη.
Οποιος επαγγέλλεται ένα καλύτερο μέλλον για τον τόπο και τους ανθρώπους του, δεν μπορεί να συμβιβασθεί με αυτή την ιδέα. Πρωταρχική αποστολή της επόμενης κυβέρνησης θα είναι να επαναφέρει την οικονομία στις ράγες της ανάπτυξης. Για αυτό θα την εκλέξουν οι πολίτες και με βάση τα αποτελέσματα των προσπαθειών και των επιλογών της θα την κρίνουν.
Οι ιδέες και τα πρόσωπα
Αυτή την φορά, όμως, ο αναπτυξιακός σχεδιασμός θα πρέπει να γίνει χωρίς να είναι διαθέσιμα τα... αναβολικά του παρελθόντος, αφού δεν θα υπάρχει πρόσβαση στις αγορές για άφθονο δανεισμό, ούτε και οι τράπεζες θα είναι σε θέση να «ντοπάρουν» την οικονομία με ανεξέλεγκτη πιστωτική επέκταση. Η οικονομία θα πρέπει να βρει το δρόμο της παραγωγής για να έχει θέση στην ευρωζώνη και, ευρύτερα, στον παγκόσμιο ανταγωνισμό.
Το αναπτυξιακό σχέδιο δεν λείπει από τη Νέα Δημοκρατία και οι ιδέες του κόμματος αναμφίβολα θα εμπλουτισθούν στην πορεία προς τις επόμενες εκλογές. Άλλωστε, οι μεταρρυθμίσεις που χρειάζονται για να ενισχυθεί ο δυναμισμός της οικονομίας και οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας, δεν είναι κάποιου είδους μυστική συνταγή.
Έλλειψη ιδεών δεν υπάρχει. Το ζητούμενο είναι να βρεθούν τα πρόσωπα που θα υπηρετήσουν με αξιοπιστία ένα πρόγραμμα ανασυγκρότησης του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας και ουσιαστικής αξιοποίησης του δημόσιου πλούτου.
Τα κομματικά δεσμά και τα «λάφυρα εξουσίας»
Η παραγωγική Ελλάδα δεν μπορεί να δείξει άλλη ανοχή σε μαθητευόμενους μάγους, που βγαίνουν από τον κομματικό σωλήνα για να διοικήσουν υπουργεία, υπηρεσίες, επιχειρήσεις και οργανισμούς του Δημοσίου, χωρίς να έχουν την παραμικρή εξοικείωση με την πραγματικότητα της οικονομίας και των επιχειρήσεων. Που εφαρμόζουν πολιτικές χωρίς να τις καταλαβαίνουν, σε χώρους τους οποίους δεν γνωρίζουν. Που δίνουν προτεραιότητα στη διανομή «λαφύρων εξουσίας» μεταξύ κομματικών στελεχών, κομματικής πελατείας και ιδιωτικών συμφερόντων, αφήνοντας σε δεύτερη μοίρα το καθήκον τους. Που καλούνται να διοικήσουν μεγάλους και σύνθετους οργανισμούς, χωρίς να έχουν διοικήσει... περίπτερο στην προηγούμενη επαγγελματική τους σταδιοδρομία -σε όσες περιπτώσεις αυτή είναι υπαρκτή, αφού είναι γνωστό ότι πολλά κομματικά στελέχη έχουν μετατρέψει από τα νεανικά τους χρόνια την πολιτική σε επάγγελμα.
Ο επόμενος πρωθυπουργός πρέπει να αποφύγει την πεπατημένη της ανάθεσης κυβερνητικών καθηκόντων με βάση την κομματική επετηρίδα. Για να επιτύχει, θα χρειασθεί να προχωρήσει σε ένα φιλόδοξο άνοιγμα του κόμματος στην κοινωνία και ιδιαίτερα στο χώρο των επιχειρήσεων.
Εκεί βρίσκονται πολλά άξια στελέχη, με διοικητική επάρκεια και καλή αντίληψη της πραγματικότητας της οικονομίας, τα οποία θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον πυρήνα ενός αποτελεσματικού κυβερνητικού σχήματος, ή να συγκροτήσουν ομάδες στρατηγικού σχεδιασμού και υλοποίησης αναπτυξιακών πολιτικών.
Ειρηνική επανάσταση, αντί business as usual
Οι άνθρωποι της αγοράς είναι οι καταλληλότεροι, σε αυτή την κρίσιμη φάση, για να εφαρμόσουν μεταρρυθμίσεις που θα επουλώσουν τις πληγές της οικονομίας. Μπορούν να φέρουν «αέρα ανανέωσης» και να μπολιάσουν με φρέσκες ιδέες τον «σκουριασμένο» δημόσιο τομέα, εισάγοντας πρακτικές και μεθόδους διοίκησης που ακολουθούνται με επιτυχία από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις. Μπορούν να καταλάβουν τις ανάγκες της αγοράς καλύτερα από κάθε στέλεχος της κομματικής γραφειοκρατίας. Μπορούν να ασκήσουν κυβερνητική πολιτική, ξεφεύγοντας από τα στεγανά του κόμματος και τις παραδοσιακές πελατειακές πρακτικές.
Αναμφίβολα, το «μπόλιασμα» του κυβερνητικού/διοικητικού μηχανισμού με σοβαρούς μάνατζερ από τον ιδιωτικό τομέα δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Συνιστά μια επαναστατικού χαρακτήρα μεταρρύθμιση, που θα αλλάξει κακές παραδόσεις με βαθιές ρίζες στην ελληνική νοοτροπία.
Όμως, για τον επόμενο πρωθυπουργό της χώρας δεν θα υπάρχουν... business as usual: Αν δεν ηγηθεί μιας ειρηνικής επανάστασης που θα βάλει τη χώρα σε δρόμο σταθερής ανάπτυξης, η Ελλάδα θα χάσει την τελευταία ευκαιρία. Θα παραμείνει στη θέση του παρία της ευρωζώνης και κάποια στιγμή θα βρεθεί πάλι πολύ κοντά στην έξοδο.
* Οικονομολόγος, πρώην τραπεζικό στέλεχος