Η πτώση του Μαριάνο Ραχόι και του Λαϊκού Κόμματος και ο σχηματισμός νέας κυβέρνησης από τον σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ συνιστούν θετική εξέλιξη για τις προοδευτικές πολιτικές δυνάμεις στην Ισπανία και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΡΑΠΙΔΗ*
Η πολιτική καθαίρεση του Ισπανού πρώην πρωθυπουργού ήταν το αποτέλεσμα της ευρείας συστράτευσης κομμάτων με διαφορετικό πολιτικό προσανατολισμό και πολιτικά αιτήματα, αλλά με κοινό παρονομαστή την αλλαγή μιας πολιτικής ηγεσίας «βουτηγμένης» στα σκάνδαλα και στη διαφθορά. Κι αυτή η εξέλιξη από μόνη της αποτελεί μια σημαντική κατάκτηση και ισχυρή απόδειξη ότι τα δημοκρατικά αντανακλαστικά του ισπανικού πολιτικού συστήματος λειτουργούν.
Η στρατηγική και οι επιλογές Σάντσεθ
Στο επίπεδο της πολιτικής στρατηγικής, επί διακυβέρνησης Ραχόι, ο Σάντσεθ ακολουθούσε μια ήπια έως αθόρυβη πολιτική εναγκαλισμού των κυβερνητικών επιλογών στα οικονομικά ζητήματα και στο ζήτημα της Καταλονίας, πιεζόμενος από την πλειοψηφούσα συντηρητική πτέρυγα του σοσιαλιστικού κόμματος.
Αμέσως μετά την ανάληψη της διακυβέρνησης με την ψήφο στήριξης της πλειοψηφίας των κομμάτων της αντιπολίτευσης, κυρίως των Podemos, ο Σάντσεθ άρχισε σταδιακά να προσθέτει τις δικές του «πινελιές» στη διαμόρφωση του νέου πλαισίου των κυβερνητικών πολιτικών και προτεραιοτήτων. Ενώ ξεκαθάρισε πως δεν προτίθεται να προβεί σε αλλαγές στον εθνικό προϋπολογισμό, επιχειρεί να κατευθυνθεί ένα μέρος των δαπανών προς την υποστήριξη των πιο ευάλωτων κοινωνικών στρωμάτων, επαναφέροντας την καθολική πρόσβαση των πολιτών στη δωρεάν πρωτοβάθμια ιατροφαρμακευτική περίθαλψη.
Παράλληλα, στο ζήτημα της Καταλονίας, παρότι ο Σάντσεθ δεν είχε καταγγείλει με δυναμικό και ξεκάθαρο τρόπο την κατασταλτική και ακραία αντιδημοκρατική πολιτική της κυβέρνησης Ραχόι πριν και μετά το δημοψήφισμα του Οκτωβρίου 2017, τάσσεται υπέρ του πολιτικού διαλόγου για την αναζήτηση λύσης και την αποκατάσταση του status quo ante στην Καταλονία. Ήδη τα περισσότερα καταλανικά κόμματα έχουν χαιρετίσει την πρόθεση διαλόγου του Σάντσεθ, καλλιεργώντας μια δυναμική λύσης σε ένα ιδιαίτερα σημαντικό και ευαίσθητο ζήτημα.
Τα δύο παραπάνω θέματα διαμορφώνουν μια πρώτη, αισιόδοξη εικόνα για τις προθέσεις της νέας ισπανικής κυβέρνησης. Την ίδια στιγμή, η κινητικότητα της ισπανικής ηγεσίας και στο φλέγον θέμα των θεσμικών μεταρρυθμίσεων στην ΕΕ και στην Ευρωζώνη αξιολογείται θετικά, με την πίεση προς το Ευρωπαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα, ώστε αυτό να λάβει ξεκάθαρη θέση και να επιταχύνει για ξεκάθαρες αποφάσεις από την Κομισιόν και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, να αυξάνεται.
Η επικοινωνία με τους Podemos και οι λεπτές ισορροπίες
Τόσο στο εσωτερικό μέτωπο όσο και σε σχέση με τις τρέχουσες εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση και την πολιτική στρατηγική των Podemos. Τα «κανάλια» επικοινωνίας μεταξύ Σάντσεθ και Ιγκλέσιας έχουν ενισχυθεί, με πρώτο και βασικό στόχο και των δύο πλευρών τη διαμόρφωση μιας αριστερής και προοδευτικής δυναμικής στην εσωτερική πολιτική σκηνή.
Ωστόσο, αξίζει να σημειώσουμε ότι οι ισορροπίες είναι ρευστές και ευαίσθητες. Από τη μία, το σοσιαλιστικό κόμμα τείνει να ενισχύει τις προοδευτικές πολιτικές, ώστε να διαμορφώσει μια εκλογική δυναμική για τη συνέχεια. Από την άλλη, σε αυτό ακριβώς το σημείο εστιάζεται και η στρατηγική στην οποία επενδύουν οι Podemos. Διαμορφώνεται, έτσι, μια κατάσταση λεπτών πολιτικών συσχετισμών εντός του ευρύτερου εκλογικού ακροατηρίου της αριστεράς και της κεντροαριστεράς. Σε αυτό το δίπολο, όταν αποδυναμώνονται οι σοσιαλιστές, αναμένεται να ενδυναμώνονται οι Podemos και το αντίστροφο, κάτι που οδηγεί αναπόφευκτα στην ακόλουθη κατάσταση: αφενός να διατηρείται η πολιτική και εκλογική δυναμική των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων συνολικά στην Ισπανία αφετέρου να διαμορφώνονται συνθήκες ανταγωνισμού για την πολιτική ηγεμονία ανάμεσα στους σοσιαλιστές και τους Podemos.
Σε αυτό το σύνθετο πλαίσιο συσχετισμών, αλλά και στο επίπεδο της κοινοβουλευτικής ισχύος, είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι το σοσιαλιστικό κόμμα βρίσκεται και θα βρίσκεται υπό πίεση για υποχωρήσεις και συμβιβασμούς από τις δυνάμεις που το στήριξαν για να πέσει ο Ραχόι. Μάλιστα, από τους 180 βουλευτές που στηρίζουν σήμερα τον Σάντσεθ, μόνο οι 84 είναι βουλευτές του σοσιαλιστικού κόμματος.
Το ισχυρότερο «χαρτί» όλων το κρατούν οι Podemos. Και αυτός είναι ένας σημαντικός λόγος για την ηγεσία Σάντσεθ να προχωρήσει σε πολιτικές, εντός και εκτός συνόρων, που ενισχύουν το προοδευτικό μπλοκ, την κοινωνική και περιφερειακή συνοχή, και εξυπηρετούν την προώθηση ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης για την Ισπανία και την Ευρωζώνη. Εάν η ισπανική πολιτική τεθεί σε αυτήν την τροχιά, μένει να φανεί ποιος πολιτικός σχηματισμός θα αναλάβει την πρωτοκαθεδρία.
* Αναδημοσίευση από τον ιστοχώρο του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών ΕΝΑ