Δύο συμβόλαια ύψους 900 εκατ. δολαρίων έδωσε η Πολεμική Αεροπορία των ΗΠΑ στις Lockheed Martin και Raytheon, για το σχεδιασμό βαλλιστικού πυρηνικού πυραύλου επόμενης γενιάς.
Στο πλαίσιο της προώθησης του πυρηνικού εκσυγχρονισμού, σχέδιο το κόστος του οποίου εκτιμάται σε πάνω από 1 τρισ. δολάρια, οι Lockheed Martin και Raytheon επιλέχθηκαν να ερευνήσουν και να αναπτύξουν το νέο όπλο μακράς εμβέλειας (LRSO).
«Αυτό το όπλο θα εκσυγχρονίσει το αεροπορικό κομμάτι της πυρηνικής τριάδας», ανέφερε η υπουργός Πολεμικής Αεροπορίας, Heather Wilson, σε δήλωση.
Οι δύο κολοσσοί της στρατιωτικής βιομηχανίας, έλαβαν προθεσμία 54 μηνών για να «αναπτύξουν σχέδια και να αποδείξουν ότι οι εν λόγω τεχνολογίες μπορούν να αναπτυχθούν» αναφορικά με το LRSO. Η Πολεμική Αεροπορία θα επιλέξει ένα από αυτά για να προχωρήσει στη φάση της μηχανικής, της κατασκευής και της ανάπτυξης, κάποια στιγμή μέσα στο 2022.
Η ώθηση για την ανάπτυξη πυραύλου νέας γενιάς απέκτησε επείγοντα χαρακτήρα, καθώς η Ρωσία παρουσίασε τον περασμένο μήνα τα πυροβόλα όπλα KH-101 Raduga, χρησιμοποιώντας βομβαρδιστικά για εκτόξευση πυραύλων ενάντια στο Ισλαμικό κράτος στη Συρία.
Το LRSO πρόκειται να εκτοξευθεί από βομβαρδιστικά αεροσκάφη των ΗΠΑ, όπως τα B-52, B-2 και B-21, τα οποία βρίσκονται ακόμη στο σχεδιαστήριο της Northrop Grumman. Σκοπός είναι να αντικαταστήσει το υπάρχον πυρηνικό πυραυλικό σύστημα AGM-86B (ALCM), σχεδιασμένο από την Boeing και σε υπηρεσία από τις αρχές της δεκαετίας του 1980.
«Απογοήτευση» εξέφρασε η Boeing που δεν πήρε μέρος στη σύμβαση, μέσω ενός email από την εκπρόσωπό της, Deborah VanNierop στο Bloomberg. «Προσβλέπουμε να μάθουμε περισσότερα από την Πολεμική Αεροπορία σχετικά με την απόφαση».
Η Boeing, όμως, θα πάρει ένα κομμάτι της πίτας του πυρηνικού εκσυγχρονισμού. Νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, η Πολεμική Αεροπορία απένειμε στην εταιρεία μια σύμβαση ανάπτυξης ενός νέου διηπειρωτικού βαλλιστικού πυραύλου (ICBM), που θα αντικαταστήσει τον υπάρχοντα Minuteman III. Η άλλη σύμβαση πήγε στη Northrop Grumman.
Ο Ντόναλντ Τράμπ προωθεί σθεναρά τον εκσυγχρονισμό της «πυρηνικής τριάδας» των ΗΠΑ. Οι εκτιμήσεις του Κογκρέσου και του Πενταγώνου τοποθετούν το κόστος της σε περίπου 1 τρισ. δολάρια, αλλά ο Σύνδεσμος Ελέγχου των Όπλων προέβλεψε πρόσφατα ότι θα μπορούσε να φθάσει τα 1,46 τρισ. δολάρια μέχρι το 2047. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κογκρέσου (CBO), ακόμα εργάζεται με βάση την αρχική 30ετή εκτίμηση.
Οι Δημοκρατικοί στο Καπιτώλιο αντιτάχθηκαν στο LRSO, υποστηρίζοντας ότι ήταν υπερβολικά ακριβό και ερχόταν σε βάρος των ναυπηγείων και των προγραμμάτων ετοιμότητας. Ο Αμερικανός αξιωματούχος των ενόπλων δυνάμεων, Adam Smith (D-Ουάσινγκτον) τόνισε το Μάρτιο, ότι «οι ΗΠΑ είχαν περισσότερα από αρκετά πυρηνικά όπλα για να αποτρέψουν τυχόν επιτιθέμενους».