Οπως αναμενόταν βάσει του συσχετισμού κοινοβουλευτικών δυνάμεων, η κυβέρνηση βγήκε τελικά “σώα” - και όχι “αβλαβής” - από τη μάχη στη Βουλή επι της προτάσεως δυσπιστίας που κατέθεσε – πρώτη φορά σύσσωμη – η εξ αριστερών αντιπολίτευση.
Δεν πρόκειται για νίκη, αλλά για επιβίωση. Ούτε λύνει κανέναν πρόβλημα. Η κατάσταση μάλλον θα χειροτερέψει για τον κ. Μητσοτάκη και την κυβέρνηση του – και βέβαια για τη ΝΔ.
Αλλωστε το πρόβλημα τους δεν είναι στο κοινοβούλιο, όπου διαθέτουν ακόμη επαρκή πλειοψηφία για να περνούν νομοσχέδια και να υλοποιούν τις πολιτικές τους.
Αναντιστοιχία με το εκλογικό σώμα
Τα προβλήματα και οι δυσκολίες εντοπίζονται τώρα στο κοινωνικό πεδίο και στο εκλογικό σώμα.
Είναι πλέον εμφανές ότι υπάρχει πλέον αναντιστοιχία μεταξύ εκλογικού σώματος και κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης του. Υπήρχε και πριν, καθώς λόγω εκλογικού συστήματος το πρώτο κόμμα παίρνει αριθμό εδρών δυσανάλογο με το εκλογικό ποσοστό του. Τώρα η δυσαρμονία αυτή μεγαλώνει, καθώς στην κοινωνία και στο εκλογικό σώμα συντελούνται έντονες διεργασίες.
Προς το παρόν κυριαρχούν η οργή και η αποδοκιμασία, που μόνον εν μέρει αποτυπώνονται στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων ως προς την πρόθεση ψήφου. Η λαϊκή δυσαρέσκεια και η αποδοκιμασία δεν μεταφράζονται βέβαια σε προτίμηση ψήφου προς τα μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Επιλογή το “κανένα" κόμμα
Η κοινωνία εκφράζει πρωτίστως την απογοήτευση και την έλλειψη εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα. Η επιλογή “κανένας” ως επικρατέστερος πρωθυπουργός μπορεί να γίνει και “κανένα κόμμα”, αν η προτίμηση αυτή έμπαινε στις δυνητικές απαντήσεις των δημοσκοπήσεων.
Στενοί συνεργάτες του πρωθυπουργού στο Μαξίμου αναγνωρίζουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει πλέον τη στήριξη της πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος, ούτε την κοινωνική αποδοχή που απολάμβανε τα πρώτα χρόνια της πρωθυπουργίας Μητσοτάκη. Θα κέρδιζε βέβαια τις εκλογές αν γινόταν τώρα, εκπροσωπώντας όμως κάτι λιγότερο από το 1/3 του εκλογικού σώματος.
Οι κάλπες ως λύση εκτόνωσης
Παράλληλα όμως τονίζουν ότι στην Ελλάδα ποτέ, καμία κυβέρνηση δεν έπεσε χωρίς εκλογές, μόνο και μόνο επειδή έχασε -δημοσκοπικά - την εμπιστοσύνη των ψηφοφόρων.
Μήπως είναι λοιπόν η ώρα να αναβαπτισθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην “κολυμβήθρα” της κάλπης και να δοκιμαστεί στη λυδία λίθο των εκλογών;
Είναι αυτό που ζητούν όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, δεξιά και αριστερά. Ας μην έχουν να προτείνουν ένα διαφορετικό μοντέλο διακυβέρνησης, ή ένα άλλο πρόσωπο “εμπιστοσύνης” και κοινής αποδοχής ως διάδοχο του Κ. Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία.
Το ίδιο ζητούν και οι εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες που βγαίνουν στους δρόμους, απαιτώντας διαφάνεια και δικαιοσύνη για το έγκλημα των Τεμπών. Ο μεγάλος “αντίπαλος” για την κυβέρνηση δεν είναι πλέον τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά η κοινωνία.
Διεργασίες και συγκλίσεις
Ομως, ό,τι κι αν λέει η αντιπολίτευση, έτοιμη εναλλακτική λύση δεν υπάρχει. Μπορεί να διαμορφωθεί στο μέλλον, μέσα από πολλές διεργασίες, διενέξεις, αντιπαραθέσεις και συγκλίσεις. Ενα πρώτο βήμα έγινε με την κατάθεση κοινής πρότασης δυσπιστίας.
Τα βήματα θα συνεχιστούν, με τις αναπόφευκτες διεργασίες, ενώ παράλληλα ο χώρος της κεντροαριστεράς θα αναδιαμορφώνεται. Στον χώρο που καταλάμβανε ο παλιός ΣΥΡΙΖΑ οι υπόγειες διεργασίες εντείνονται.
Τα τρία κόμματα που προέκυψαν από τις διαδοχικές δασπάσεις, θα προσπαθήσουν να βρουν κοινό βηματισμό και να επιτύχουν συγκλίσεις, οδεύοντας προς τη συγκρότηση νέου ενιαίου φορέα, πάνω στα ερείπια του παλιού.