Μια «Καλή σχέση συνεργασίας» έχει οικοδομήσει με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, η καγκελάριος της Γερμανίας Άγγελα Μέρκελ, παρότι αρχικά οι επαφές τους χαρακτηρίστηκαν από ψυχρότητα κι εκφράστηκαν ανησυχίες για την αμερικανογερμανική συνεργασία.
«Ο πρόεδρος Τραμπ και εγώ έχουμε οικοδομήσει μια καλή σχέση συνεργασίας, η οποία δεν αποκλείει το να έχουμε διαφορετικές απόψεις», είπε η Μέρκελ κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης που παραχώρησε στον όμιλο εφημερίδων RedaktionsNetzwerk Deutschland (RND).
«Όταν συζητάμε, για παράδειγμα, το θέμα είναι να καταρτίσουμε μια κοινή στρατηγική για τη σύγκρουση στην Ουκρανία ή τον φρικιαστικό πόλεμο στη Συρία. Το θέμα επίσης είναι ο αγώνας εναντίον της τρομοκρατίας, ή η καταστροφική ανθρωπιστική κατάσταση στην Υεμένη—όλες αυτές οι συγκρούσεις εκτυλίσσονται στο κατώφλι της Ευρώπης».
«Αν θέλουμε να επιλύσουμε αυτά τα προβλήματα, εάν θέλουμε να βοηθήσουμε τους ανθρώπους, χρειαζόμαστε τη σθεναρή ανάμιξη των ΗΠΑ», συνέχισε η Μέρκελ.
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του το 2016, ο Τραμπ προέβη επανειλημμένα σε δηλητηριώδη σχόλια σε βάρος της Μέρκελ επειδή επέτρεψε την είσοδο στη χώρα της ενός εκατομμυρίου και πλέον προσφύγων από τη Συρία, τη Μέση Ανατολή και το Αφγανιστάν, κρίνοντας ότι «καταστρέφει τη Γερμανία» με τις πολιτικές της. Εξάλλου επέκρινε δριμύτατα το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας και απείλησε ότι θα επιβάλλει δασμούς.
Μετά τη νίκη του Τραμπ, η Μέρκελ τον συνεχάρη, ωστόσο επισήμανε τη σημασία της δημοκρατίας και την ανάγκη για σεβασμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας ανεξαρτήτως προέλευσης, φυλής, θρησκευτικών πεποιθήσεων, φύλου, σεξουαλικού προσανατολισμού ή πολιτικών θέσεων.
Η σχέση της Μέρκελ με τον προκάτοχο του Τραμπ, τον Μπαράκ Ομπάμα, είχαν επίσης αρχίσει άβολα, όταν η καγκελάριος είχε απορρίψει ξερά το αίτημά του να μιλήσει στην Πύλη του Βρανδεμβούργου κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας του το 2008. Ωστόσο η σχέση τους έγινε προοδευτικά πιο στενή, καθώς συνεργάστηκαν στην επιβολή κυρώσεων σε βάρος της Ρωσίας και για την έναρξη διαπραγματεύσεων για μια διατλαντική συμφωνία ελεύθερου εμπορίου.
Η Μέρκελ συνάντησε τον Τραμπ για πρώτη φορά τον Μάρτιο, μια συνάντηση την οποία παρακολούθησαν στενά πολλές κυβερνήσεις σε διεθνές επίπεδο προκειμένου να σχηματίσουν μια εικόνα για την πορεία της διατλαντικής σχέσης που συνέβαλε σε σημαντικό βαθμό στη διαμόρφωση της διεθνούς τάξης μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Τραμπ και η Μέρκελ έσφιξαν τα χέρια όταν έφθασε στον Λευκό Οίκο, αλλά όχι στο Οβάλ Γραφείο, όπου η γερμανίδα καγκελάριος συχνά έγερνε το σώμα σε ένδειξη προσοχής προς εκείνον αλλά ο αμερικανός πρόεδρος επέμεινε να κοιτάει ευθεία μπροστά, αποφεύγοντας να στρέψει το βλέμμα προς εκείνη.
Οι διαφορετικές απόψεις των δύο ηγετών για το εμπόριο, τη Ρωσία ή τη μετανάστευση οδήγησαν σε αρκετές άβολες στιγμές στην κοινή συνέντευξη Τύπου, που ολοκληρώθηκε με το ευφυολόγημα του Τραμπ περί του ότι οι δυο ηγέτες έχουν κοινό πως η κυβέρνηση του Μπαράκ Ομπάμα υπέκλεπτε τις τηλεφωνικές επικοινωνίες τους—μια δήλωση που σάστισε τη Μέρκελ.
«Όταν τον επισκέφθηκα στην Ουάσινγκτον, μιλήσαμε για τις εμπορικές συμφωνίες», τόνισε στη συνέντευξη που παραχώρησε η Μέρκελ. «Ο πρόεδρος των ΗΠΑ ζητάει δίκαιους όρους από τη σκοπιά της χώρας του, και φυσικά εμείς προωθούμε τα γερμανικά και τα ευρωπαϊκά συμφέροντα», συμπλήρωσε.
Εξάλλου στο εβδομαδιαίο πόντκαστ της, η Μέρκελ απέρριψε τις συνεχιζόμενες επικρίσεις του Τραμπ για τα μεγάλα εμπορικά πλεονάσματα της Γερμανίας.
«Είναι πράγματι σωστό το ότι χρειάζεται να επενδύσουμε περισσότερο στο εσωτερικό», είπε η Μέρκελ και πρόσθεσε πως η κυβέρνησή της το πράττει. «Αλλά θα ήθελα επίσης να πω (...) ότι είμαστε υπερήφανοι που υπάρχει τόσο σθεναρή ζήτηση σε όλο τον κόσμο για τα προϊόντα μας. Αυτό είναι το επίπεδό μας και πολλοί άνθρωποι εργάζονται πολύ σκληρά γι' αυτό», πρόσθεσε.