Ένα βήμα πριν από τον διορισμό της Μισέλ Μπάουμαν, μέλους του Δ.Σ της Fed, στη θέση της αντιπροέδρου για την εποπτεία των τραπεζών, σύμφωνα με δημοσιεύματα αμερικανικών μέσων ενημέρωσης. Η Μπάουμαν, πρώην τραπεζική επίτροπος της πολιτείας του Κάνσας, αναμένεται να ηγηθεί της τραπεζικής εποπτείας στη Fed, σηματοδοτώντας μια νέα κατεύθυνση στη ρυθμιστική πολιτική της κυβέρνησης Τραμπ, η οποία επιδιώκει τη χαλάρωση των περιορισμών που επιβλήθηκαν στις τράπεζες μετά την οικονομική κρίση του 2008.
Η στροφή αυτή επιβεβαιώθηκε την περασμένη εβδομάδα, όταν ο Υπουργός Οικονομικών, Σκοτ Μπέσεντ, χαρακτήρισε τις μεταρρυθμίσεις που εφαρμόστηκαν μετά την κρίση «οπισθοδρομικές» και τόνισε την ανάγκη για καλύτερο συντονισμό μεταξύ των εποπτικών αρχών. «Οι ρυθμιστικές αρχές μας πρέπει να τραγουδούν από την ίδια παρτιτούρα», δήλωσε, επισημαίνοντας την ύπαρξη μιας «δυσλειτουργικής εποπτικής κουλτούρας».
Η Μπάουμαν έχει ήδη δείξει την πρόθεσή της να στηρίξει αλλαγές στο εποπτικό πλαίσιο. Στο παρελθόν, είχε εκφράσει τη διαφωνία της με ορισμένες προτάσεις του πρώην αντιπροέδρου εποπτείας της Fed, Μάικλ Μπαρ, όπως οι νέοι κανόνες κεφαλαιακών απαιτήσεων που θα υποχρέωναν τις τράπεζες να διατηρούν μεγαλύτερα αποθέματα έναντι πιθανών ζημιών. Οι κανόνες αυτοί βασίζονται στο διεθνές πλαίσιο της Βασιλείας ΙΙΙ, που τέθηκε σε εφαρμογή μετά την κρίση του 2008.
Οι μεγάλες αμερικανικές τράπεζες αντιτάχθηκαν σφοδρά στη συγκεκριμένη πρόταση, διεξάγοντας έντονη δημόσια εκστρατεία εναντίον της και αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο νομικών ενεργειών κατά των ρυθμιστικών αρχών. Η Μπάουμαν υποστήριξε ότι το σχέδιο χρειαζόταν «ουσιαστικές αλλαγές» και προειδοποίησε ότι η αύξηση των κεφαλαιακών απαιτήσεων στην προτεινόμενη κλίμακα θα μπορούσε να πλήξει σοβαρά την οικονομία.
Η ίδια τάσσεται υπέρ μιας πιο ευέλικτης προσέγγισης, όπου οι κεφαλαιακές απαιτήσεις θα προσαρμόζονται ανάλογα με το μέγεθος και το προφίλ κινδύνου κάθε τράπεζας, όπως ισχύει ήδη σήμερα. «Δεν έχω δει πειστικά στοιχεία που να δικαιολογούν την αλλαγή αυτής της προσέγγισης», έχει δηλώσει χαρακτηριστικά.
Ο διορισμός της Μπάουμαν βρίσκει σύμφωνη τη χρηματοπιστωτική κοινότητα. «Θα ήταν εξαιρετική επιλογή», δήλωσε ο CEO της Goldman Sachs, Ντέιβιντ Σόλομον, σε συνέντευξή του στο Fox News. «Ο κλάδος θα υποδεχθεί την τοποθέτησή της με ενθουσιασμό».
Η 53χρονη Μπάουμαν διορίστηκε στο Διοικητικό Συμβούλιο της Fed από τον Τραμπ το 2018, αρχικά για να καλύψει μια κενή θέση έως τον Ιανουάριο του 2020. Στη συνέχεια, ανανεώθηκε η θητεία της, η οποία λήγει το 2034. Πριν τη Fed, υπηρέτησε ως τραπεζική επίτροπος του Κάνσας και κατείχε διευθυντική θέση στην Farmers & Drovers Bank στην πολιτεία της. Επιπλέον, είχε εργαστεί στο παρελθόν για τον γερουσιαστή Μπομπ Ντόουλ και τον υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας Τομ Ριτζ, ενώ είχε συμμετάσχει σε διάφορους κύκλους χάραξης πολιτικής στην Ουάσινγκτον.
Το φθινόπωρο του 2023, η Μπάουμαν προκάλεσε αίσθηση όταν έγινε το πρώτο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Fed που διαφώνησε με απόφαση νομισματικής πολιτικής από το 2005. Συγκεκριμένα, είχε καταψηφίσει μείωση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, εκφράζοντας ανησυχίες ότι ο πληθωρισμός δεν είχε τεθεί πλήρως υπό έλεγχο.
«Υπάρχει ο κίνδυνος η επιθετική αυτή μείωση να εκληφθεί ως πρόωρη ανακήρυξη νίκης στη μάχη μας για σταθερότητα των τιμών», είχε δηλώσει τότε. Παράλληλα, είχε προειδοποιήσει ότι η μείωση αυτή θα μπορούσε να δώσει την εντύπωση πως η Fed βλέπει την οικονομία να εξασθενεί.
Ο δρόμος για την ανάληψη της νέας της θέσης άνοιξε όταν ο Μπαρ ανακοίνωσε τον Ιανουάριο την πρόθεσή του να παραιτηθεί, δηλώνοντας πως «ο κίνδυνος μιας διαμάχης γύρω από τη θέση θα μπορούσε να αποσπάσει την προσοχή από την αποστολή μας». Πολλοί αναλυτές ανέμεναν ότι ο Τραμπ θα επιχειρούσε να τον απομακρύνει από τη θέση του, δεδομένου ότι ο Μπαρ είχε διοριστεί από τον Τζο Μπάιντεν και είχε διατελέσει αξιωματούχος του Υπουργείου Οικονομικών επί κυβέρνησης Ομπάμα. Ωστόσο, δεν ήταν σαφές εάν ο Τραμπ θα είχε τη νομική εξουσία να τον υποβιβάσει.
Η θητεία του Μπαρ ως αντιπροέδρου για την εποπτεία επρόκειτο να λήξει τον Ιούλιο του 2026, αλλά θα παραμείνει στο Διοικητικό Συμβούλιο της Fed, καθώς η ξεχωριστή του θητεία ως μέλους διαρκεί έως το 2032.
Η Μπάουμαν θα χρειαστεί τη συναίνεση της Γερουσίας για να αναλάβει επίσημα τα νέα της καθήκοντα. Στο μεταξύ, η κυβέρνηση Τραμπ έχει καταστήσει σαφές ότι θέλει μεγαλύτερο έλεγχο στη ρύθμιση των τραπεζών, κάτι που αποτυπώθηκε σε πρόσφατο εκτελεστικό διάταγμα που ενισχύει τον ρόλο του Λευκού Οίκου στις αποφάσεις εποπτείας της Fed.
Αν και το νέο διάταγμα δεν θίγει την ανεξαρτησία της Fed στη χάραξη νομισματικής πολιτικής, διαμορφώνει ένα στενότερο πλαίσιο συνεργασίας ανάμεσα στην κεντρική τράπεζα και την προεδρία όσον αφορά την εποπτεία των μεγαλύτερων τραπεζών της χώρας.
Ο Μπέσεντ τόνισε ότι η κατάρρευση της Silicon Valley Bank και άλλων περιφερειακών τραπεζών το 2023 αποκάλυψε σημαντικές αδυναμίες στην εποπτεία της Fed. «Οι ελεγκτές της Fed δεν αντιλήφθηκαν πλήρως τις αυξανόμενες ευπάθειες της Silicon Valley Bank καθώς αυτή μεγάλωνε και γινόταν πιο περίπλοκη», δήλωσε, επισημαίνοντας ότι η έλλειψη άμεσων ενεργειών από την εποπτική αρχή συνέβαλε στη μεγαλύτερη τραπεζική κατάρρευση στις ΗΠΑ μετά το 2008.
«Η μεταρρύθμιση της χρηματοπιστωτικής εποπτείας μας πρέπει να ξεκινήσει με έναν θεμελιώδη αναπροσανατολισμό των προτεραιοτήτων των ρυθμιστικών αρχών», πρόσθεσε. «Η ηγεσία οφείλει να εστιάζει στον ουσιαστικό έλεγχο των κινδύνων και όχι στη μηχανιστική συμμόρφωση με κανονισμούς».