Υπάρχουν βάσιμα επιχειρήματα υπέρ της ενίσχυσης της ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας. Ο Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Τζέι Ντι Βανς, όμως, προτίμησε να επινοήσει ένα εναλλακτικό ιστορικό αφήγημα.
Σε πρόσφατη τηλεφωνική του συνέντευξη στον βρετανικό ιστότοπο UnHerd, ο Τζέι Ντι Βανς περιέγραψε πώς βλέπει εκείνος –και η κυβέρνηση Τραμπ– τους Ευρωπαίους συμμάχους των ΗΠΑ. Το γενικό συμπέρασμα ήταν πως, ναι μεν, οι δύο πλευρές πρέπει να θεωρούνται φίλες, όμως η σχέση αυτή συνοδεύεται από "αστερίσκους". Και για να τους εξηγήσει, ο Βανς κατέφυγε σε μερικές ιδιαιτέρως προβληματικές ερμηνείες της Ιστορίας.
Προβλέψιμα, επιτέθηκε στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις επειδή δεν υιοθετούν τις σκληρές θέσεις της ακροδεξιάς τους και δεν περιορίζουν δραστικά τη μετανάστευση. Δήλωσε επίσης ότι «δεν είναι καλό για την Ευρώπη να είναι ο μόνιμος υποτελής ασφαλείας των Ηνωμένων Πολιτειών». Το πιο εντυπωσιακό σημείο, όμως, ήταν όταν προσπάθησε να ξαναγράψει το ιστορικό υπόβαθρο του πολέμου στο Ιράκ:
Έχω κάποια προσωπική γνώση: Πιστεύω πως πολλές ευρωπαϊκές χώρες είχαν δίκιο να αντιταχθούν στην εισβολή μας στο Ιράκ. Και ειλικρινά, αν οι Ευρωπαίοι ήταν λίγο πιο ανεξάρτητοι, ίσως να είχαμε γλιτώσει όλο τον κόσμο από αυτή τη στρατηγική καταστροφή
Μόνο που η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Εκτός από τη Μεγάλη Βρετανία, σχεδόν κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν ακολούθησε πρόθυμα τον Τζορτζ Μπους στην εκστρατεία του. Αντιθέτως, Γαλλία και Γερμανία πρωτοστάτησαν στην αντίσταση, με αιχμηρές παρεμβάσεις στον ΟΗΕ και εκατομμύρια διαδηλωτές στους δρόμους. Οι ΗΠΑ, τότε, αντιμετώπισαν την ευρωπαϊκή αντίθεση με περιφρόνηση, φτάνοντας στο σημείο να μετονομάσουν ειρωνικά τις τηγανητές πατάτες σε “freedom fries”.
Κι όλα αυτά ενώ η Ευρώπη συμμετείχε ενεργά στον πόλεμο στο Αφγανιστάν, αποδεικνύοντας πως μπορούσε να εκπληρώνει τις συμμαχικές της υποχρεώσεις χωρίς να δέχεται άκριτα κάθε αμερικανική επιλογή. Ούτε η έλλειψη αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη θα είχε αποτρέψει την Ουάσιγκτον από το να εισβάλει στο Ιράκ. Η απόφαση για ανατροπή του Σαντάμ Χουσεΐν ήταν ειλημμένη και τα διδάγματα ήρθαν πολύ αργότερα – αφού χύθηκε αίμα και ξοδεύτηκαν αστρονομικά ποσά.
Ο ίδιος ο Βανς υπηρέτησε στο Σώμα Πεζοναυτών, ως υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων, με εξάμηνη αποστολή στο Ιράκ. Ήταν δηλαδή δουλειά του να γνωρίζει πώς έβλεπε ο κόσμος τον αμερικανικό στρατό. Κι όμως, φαίνεται πως ξέχασε εντελώς εκείνη την εποχή και το παγκόσμιο κύμα αποδοκιμασίας.
Ακόμα πιο αινιγματική όμως ήταν μια άλλη ιστορική του αναφορά – η αποθέωση της περίφημης Κρίσης του Σουέζ. Ο Βανς είπε:
Δεν πιστεύω ότι η ανεξαρτησία της Ευρώπης είναι κάτι κακό για τις ΗΠΑ — το αντίθετο. Και, για να το πω ευθέως, νομίζω ότι οι Βρετανοί και οι Γάλλοι είχαν δίκιο όταν διαφώνησαν με τον Αϊζενχάουερ για το Σουέζ
Για όσους δεν θυμούνται: Το 1956, ο Νάσερ εθνικοποίησε τη Διώρυγα του Σουέζ, προκαλώντας την οργή της Βρετανίας και της Γαλλίας, οι οποίες συνεργάστηκαν μυστικά με το Ισραήλ για να επιτεθούν στην Αίγυπτο με πρόσχημα την ειρήνη. Ήταν μια αποικιοκρατική επιχείρηση ντυμένη με φιλανθρωπικό μανδύα. Ο Πρόεδρος Αϊζενχάουερ αρνήθηκε να δώσει την αμερικανική στήριξη και πίεσε, μέσω ΟΗΕ, ώστε οι εισβολείς να αποσυρθούν και να αναπτυχθεί ουδέτερη ειρηνευτική δύναμη.
Η αντίδραση των ΗΠΑ τότε είχε στρατηγικό χαρακτήρα: ταυτόχρονα, η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στην Ουγγαρία και οι ΗΠΑ ήθελαν να διατηρήσουν την ηθική υπεροχή. Η αποτυχία του τριμερούς άξονα (Βρετανία-Γαλλία-Ισραήλ) δεν είχε καμία σχέση με την "υπερεξάρτηση" της Ευρώπης από τις ΗΠΑ. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Βανς, οι ΗΠΑ έπρεπε να είχαν αφήσει τους Ευρωπαίους να «συνετίσουν» τους Αιγύπτιους — μια ιδέα που μοιάζει επικίνδυνα επίκαιρη, αν σκεφτεί κανείς τις τάσεις της κυβέρνησης Τραμπ για τον έλεγχο της Διώρυγας του Παναμά.
Το πρόβλημα με τις ιστορικές διαστρεβλώσεις του Βανς δεν είναι μόνο ότι είναι εσφαλμένες. Είναι πως είναι απολύτως περιττές. Υπάρχουν σοβαρά επιχειρήματα υπέρ μιας πιο ανεξάρτητης ευρωπαϊκής στρατηγικής, που δεν θα βασίζεται στην αμερικανική «ομπρέλα ασφαλείας» του Ψυχρού Πολέμου. Η αποτροπή της σοβιετικής απειλής και η εδραίωση της ειρήνης στην Ευρώπη ήταν ο αρχικός στόχος – και έχει σε μεγάλο βαθμό επιτευχθεί.
Αντί να αναδείξει αυτά τα σημεία, ο Βανς προτίμησε να εντυπωσιάσει, παριστάνοντας τον πιο έξυπνο στο δωμάτιο. Δεν είναι η πρώτη φορά που η επιπολαιότητά του με την Ιστορία προκαλεί αντιδράσεις και σίγουρα δεν θα είναι η τελευταία. Υπάρχει πάντοτε ζήτηση για το είδος της ψευδοδιανόησης που προσφέρει, όταν πρόκειται να δικαιολογηθούν οι πολιτικές του Τραμπ, προϊόν όχι στρατηγικής σκέψης, αλλά συγκεχυμένων παρορμήσεων.