Ανησυχίες για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική σταθερότητα εκφράζει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, προειδοποιώντας για τον κίνδυνο να ξεσπάσει ένα «τσουνάμι» πτωχεύσεων όταν θα αρχίσει να υποχωρεί η υγειονομική κρίση, να λήγουν οι αναστολές στις πληρωμές δανείων και να αποσύρονται τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων και νοικοκυριών από τις κυβερνήσεις.
Το παράδοξο αυτής της οικονομικής κρίσης, σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες κρίσεις με παγκόσμιο χαρακτήρα, είναι ότι, ενώ η ύφεση που σημειώθηκε ήταν η βαθύτερη από τη Μεγάλη Ύφεση του μεσοπολέμου, ο αριθμός των πτωχεύσεων έχει μειωθεί.
Ανάλυση του Ταμείου σε ένα δείγμα 13 ανεπτυγμένων οικονομιών στα χρόνια από το 1990 μέχρι τώρα δείχνει ότι ο αριθμός των πτωχεύσεων στη διάρκεια της προηγούμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης αυξήθηκε έως και σχεδόν κατά 40%, στην κρίση του Μεγάλου Lockdown, όπως την ονομάζει το Ταμείο, ως τώρα οι πτωχεύσεις μειώνονται έως και σχεδόν 30%.
Οι πτωχεύσεις στη διάρκεια των οικονομικών κρίσεων
Το ΔΝΤ εξηγεί αυτό το παράδοξο, εκ πρώτης όψεως, φαινόμενο, σημειώνοντας ότι η μείωση των πτωχεύσεων είναι αποτέλεσμα έκτακτων μέτρων, όπως η αναστολή των διαδικασιών πτώχευσης, που τέθηκαν σε ορισμένες χώρες. Επιπλέον, είναι σαφές ότι στην αποτροπή πτωχεύσεων συνέβαλαν και τα μέτρα στήριξης επιχειρήσεων, από τις αναστολές πληρωμής δανείων μέχρι τις πάσης φύσεως διευκολύνσεις με παροχές ρευστότητας και επιδοτήσεις.
Όμως, η αποτροπή των πτωχεύσεων δεν μπορεί να είναι ένα μόνιμο φαινόμενο, αφού, αργά ή γρήγορα, ανάλογα με την εξέλιξη της υγειονομικής κρίσης, οι οικονομίες θα επανέλθουν σε κανονικούς ρυθμούς λειτουργίας και μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων θα βρεθούν, αναπόφευκτα, κοντά στην πτώχευση.
Όπως τονίζει το ΔΝΤ, οι χώρες θα πρέπει να δημιουργήσουν αποτελεσματικά θεσμικά πλαίσια για τις πτωχεύσεις, που θα μοιράζουν τις ζημιές δίκαια στους εμπλεκόμενους (επενδυτές, πιστωτές και ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων) ώστε να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την αύξηση των αιτήσεων πτώχευσης που ενδέχεται να παρουσιασθεί. Επίσης, θα πρέπει να δημιουργηθούν και ειδικά πλαίσια εξωδικαστικής ρύθμισης για να επιταχυνθούν οι διαδικασίες.
Όπως τονίζει η Γκίνα Γκόπινατ, επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου, «όταν αποσυρθούν τελικά τα μέτρα για την πανδημία, όπως οι αναστολές στις πληρωμές δανείων, πιθανότατα θα υπάρξει αύξηση των πτωχεύσεων και των μη εξυπηρετούμενων δανείων που μπορούν να ωθήσουν τα ήδη εύθραυστα τραπεζικά συστήματα σε κίνδυνο. Οι χώρες θα πρέπει να αναπτύξουν ειδικά εξωδικαστικά πλαίσια αναδιάρθρωσης για να επιταχύνουν τις διαδικασίες πτώχευσης, ώστε να διασφαλίσουν ότι δεν θα μειωθεί η δημιουργία πιστώσεων».
Για την Ελλάδα, τα «παγωμένα» χρέη της πανδημίας, δηλαδή τα σχεδόν 4 δισ. ευρώ χρεών σε εφορίες και ταμεία και τα 22 δισ. ευρώ των δανείων που έχουν τεθεί σε αναστολή, αποτελούν πηγή σοβαρής ανησυχίας για την κυβέρνηση, ενώ η εφαρμογή του νέου πτωχευτικού νόμου, που έχει σχεδιασθεί για να επιταχύνει τις διαδικασίες ρυθμίσεων χρέους ή πτώχευσης επιχειρήσεων και νοικοκυριών έχει μετατεθεί στο δεύτερο εξάμηνο του 2021.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε συζητήσεις με τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς, προκειμένου να εγκριθούν δύο μέτρα που θα βοηθήσουν την εκτόνωση των πιέσεων: ένα νέο πρόγραμμα «Γέφυρα», ειδικά για τις επιχειρήσεις, που θα βοηθήσει με επιδοτήσεις δόσεων στα δάνεια να επανέλθουν ομαλά τα δάνεια από την αναστολή στην κανονική εξυπηρέτηση, και μια διευκολυντική ρύθμιση για τα χρέη προς τις εφορίες και τα ταμεία, που θα αυξάνει το χρόνο αποπληρωμής ακόμη και στις 120 δόσεις.