Ευθυγραμμιζόμενη με την Ουάσιγκτον και με τις επιταγές του ΝΑΤΟ, η γερμανική πολιτική ηγεσία συνεχίζει να προσφέρει αμέριστη στήριξη στην Ουκρανία και να κλιμακώνει την αντιπαράθεση με τη Ρωσία.
Ομως σε οικονομικό επίπεδο η χώρα είναι ο μεγάλος χαμένος από αυτή τη σύγκρουση. Η γερμανική οικονομία “πληρώνει τα σπασμένα” στην προσπάθεια ενεργειακής απεξάρτησης από τη Ρωσία. Το υψηλό ενεργειακό κόστος σε συνδυασμό με διαρθρωτικές αδυναμίες προκαλούν τεράστια επιβάρυνση στις μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις, κυρίως στο βιομηχανικό τομέα.
Ενα ακόμη “καμπανάκι κινδύνου” ήταν τα τελευταία στοιχεία για τις βιομηχανικές παραγγελίες, οι οποίες μειώθηκαν κατά 5,4% τον Νοέμβριο και βρίσκονται πλέον περίπου 22% χαμηλότερα από το υψηλό που είχαν καταγράψει τον Ιούλιο του 2021.
Η πορεία του δείκτη παραγγελιών είναι ένα προοίμιο και μία σχετικά ασφαλής ένδειξη για την εξέλιξη της βιομηχανικής παραγωγής και της απασχόλησης στη χώρα. Αναλυτές εκτιμούν ότι η περαιτέρω συρρίκνωση της παραγωγής, της απασχόλησης και των εξαγωγών θα είναι αναπόφευκτη τους επόμενους μήνες, αν οι τιμές ενέργειας αυξηθούν περαιτέρω.
Η βιομηχανική παραγωγή φάνηκε να ανακάμπτει τον Νοέμβριο, σημειώνοντας αύξηση 1,5% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Ομως σε ετήσια βάση σύγκρισης είναι μειωμένη κατά 2,8%.
Οπως επισημαίνεται σε αναλύσεις, αν η γερμανική οικονομία έχει αρχίσει να “παραπατάει”, σίγουρα θα “γονατίσει” αν την άνοδο του ενεργειακού κόστους ακολουθήσει επιβολή δασμών στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ.
Οι κλάδοι που αναμένεται να πληγούν περισσότερο είναι η αυτοκινητοβιομηχανία, η βιομηχανία χημικών, η μεταλλουργία και ο τομέας εργοστασιακού εξοπλισμού