Τις μακροοικονομικές προβλέψεις του Προγράμματος Σταθερότητας 2019-2022, σχολίασε το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, υπογραμμίζοντας ότι βρίσκονται εντός των αποδεκτών ορίων και ότι έχουν σχεδόν εναρμονιστεί με αυτές των ΕΕ, ΔΝΤ, ΟΟΣΑ και ΤτΕ.
Όπως αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, οι προβλέψεις του υπουργείου Οικονομικών είναι ευθυγραμμισμένες με το «πάνω όριο» των προβλέψεων του Συμβουλίου για τα δύο έτη και θεωρούνται αισιόδοξες, αλλά επιτεύξιμες υπό συγκεκριμένες συνθήκες. Αμφιβολίες διατυπώνονται ως προς την πορεία των επενδύσεων μετά το 2020.
- Για την ιδιωτική κατανάλωση που προβλέπεται ότι θα αυξηθεί κατά 1,2% την περίοδο 2019-22 το Συμβούλιο εκτιμά ότι υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να επιτεχθεί αυτό το ποσοστό, λόγω μείωσης της ανεργίας και ενίσχυσης της καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Η αύξηση του κατώτατου μισθού ίσως στηρίξει περαιτέρω την κατανάλωση των νοικοκυριών τα επόμενα χρόνια.
- Οσον αφορά τις επενδύσεις, το Συμβούλιο θεωρεί ως πιο ρεαλιστικό σενάριο την πρόβλεψη για αύξηση 3,9% το 2019 αντί προηγούμενου στόχου για 12,1%. Εκτιμά ακόμη ότι η πρόβλεψη για 12,9% το 2020 είναι «αισιόδοξη» καθώς στηρίζεται σε παράγοντες όπως η αύξηση του τραπεζικού δανεισμού προς τις επιχειρήσεις. Οι δε περιορισμοί στις κρατικές δαπάνες για δημόσιες επενδύσεις είναι επίσης παράγοντας που επηρεάζει αρνητικά. Μια μέτρια αύξηση των επενδύσεων την περίοδο 2021-22 θεωρείται περισσότερο εφικτή.
- Σε ότι αφορά το εξωτερικό εμπόριο, η αύξηση των εξαγωγών κατά μέσο όρο 4,2% ετησίως την περίοδο 2019-22 θεωρείται εφικτή. Από την άλλη πλευρά, όμως, το σενάριο ήπιας ανόδου των εισαγωγών θεωρείται κάπως «ευνοϊκό» δεδομένης της υψηλής οριακής τάσης της ελληνικής οικονομίας προς τις εισαγωγές.
- «Υψηλά πιθανή» θεωρείται η μέτρια ετήσια αύξηση των δημόσιων επενδύσεων.
Παράλληλα, τονίζεται πως τα παραπάνω υπόκεινται σε ρίσκα τα οποία μπορούν να ανατρέψουν τα δεδομένα.
Μεταξύ αυτών επισημαίνονται τα ακόλουθα:
- Πιθανό φρένο στις οικονομίες ευρωπαϊκών χωρών.
- Ο κίνδυνος κλιμάκωσης των εμπορικών εντάσεων και του προστατευτισμού.
- Πιθανή αυξημένη χρηματοπιστωτική αστάθεια από ένα Brexit χωρίς συμφωνία.
- Το υψηλό ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα.
- Μακροπρόθεσμα υπάρχουν δυσμενείς δημογραφικές τάσεις και το πρόβλημα του brain drain. Αμφότερες ίσως έχουν αρνητικές συνέπειες στην ανάπτυξη της εργατικής δύναμης και την ανεργία στην Ελλάδα, όπως και στην εξέλιξη της συμμετοχής της εργασίας στη συνολική παραγωγή.