Αγορές

Τι κρύβει το νέο δράμα με τα ελληνικά ομόλογα


Γιατί μένουν ψηλά οι αποδόσεις: Χάνεται η προοπτική συμμετοχής στο QE, απομακρύνεται η καλή λύση για το χρέος

Περισσότερες από 20 ημέρες μετά την επιστροφή της Ελλάδας στην αγορά, με την έκδοση του 7ετούς ομολόγου, οι αποδόσεις των ελληνικών τίτλων παραμένουν απογοητευτικά υψηλές, δημιουργώντας προβληματισμό για το κόστος δανεισμού του Δημοσίου με τις επόμενες, προγραμματισμένες εκδόσεις πριν την έξοδο από το πρόγραμμα.

Δύο είναι, σύμφωνα με τους παράγοντες της αγοράς, τα σημεία προβληματισμού των ξένων επενδυτών, που αποτρέπουν ως τώρα τις αγορές ελληνικών ομολόγων, ώστε να αυξηθούν οι τιμές και να πέσουν οι αποδόσεις.

Πρώτον, η Ελλάδα φαίνεται ότι, εκτός απροόπτου, χάνει και την τελευταία ευκαιρία συμμετοχής στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Αυτό θα είναι το κόστος της «καθαρής» εξόδου: χωρίς προληπτική πιστωτική γραμμή και με δεδομένο ότι τα ελληνικά ομόλογα απέχουν πολύ από την επενδυτική βαθμίδα των οίκων αξιολόγησης, η ΕΚΤ δεν θα εντάξει τα ελληνικά ομόλογα στο QE, ακόμη και αν βρεθεί μια ικανοποιητική λύση για το χρέος.

Το πόση σημασία έχει η επιλεξιμότητα των ελληνικών ομολόγων για το QE, που θα συνεχισθεί για αρκετά καιρό ακόμη, καθώς η ΕΚΤ θα επανεπενδύει συνεχώς τα έσοδα από τα ομόλογα που κατέχει, μπορεί να γίνει αντιληπτό από το παράδειγμα της Πορτογαλίας: η χώρα έκανε «καθαρή» έξοδο από το δικό της πρόγραμμα, έχοντας όμως κατακτήσει την επενδυτική βαθμίδα των οίκων αξιολόγησης, και η ΕΚΤ αγόραζε συνεχώς τα ομόλογά της, φθάνοντας στο ανώτατο όριο (μέχρι 1/3 του διαπραγματεύσιμου χρέους).

Έτσι, αγόρασε ομόλογα αξίας άνω των 30 δισ. ευρώ και η Πορτογαλία πέτυχε με ευκολία τη μείωση του κόστους χρηματοδότησής της από την αγορά μετά το δικό της μνημόνιο.

Αντίθετα, η Ελλάδα φαίνεται ότι δεν θα πετύχει να γίνουν τα ομόλογά της επιλέξιμα για το QE κατά το χρόνο εξόδου από το πρόγραμμα, αφού η κυβέρνηση αρνείται να «αντισταθμίσει» τη χαμηλή αξιολόγηση των ομολόγων με ένα πρόγραμμα προληπτικής χρηματοδότησης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

Αυτό σημαίνει ότι ο μεγάλος και σταθερός δυνητικός αγοραστής ελληνικών ομολόγων, η ΕΚΤ, βγαίνει από την εξίσωση, κάτι που σημαίνει ότι η πτώση των αποδόσεων θα είναι πολύ δύσκολη.

Το χρέος

Δεύτερον, οι επενδυτές βλέπουν ότι απομακρύνεται μια καλή λύση για το χρέος, αφού οι Ευρωπαίοι δανειστές συζητούν «υβριδικές» λύσεις, που δεν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της αγοράς.

Το ιδεώδες για τους επενδυτές θα ήταν να γίνει δεκτή η καθαρή λύση που προτείνει το ΔΝΤ (και η Τράπεζα της Ελλάδος): οι πληρωμές τόκων για το δάνειο του δεύτερου μνημονίου, που πρέπει να αρχίσουν το 2023, να πάνε έως και 15 χρόνια πίσω, ώστε να μειωθούν σημαντικά οι πληρωμές για το χρέος της επόμενης δεκαετίας.

Μια ρύθμιση αυτής της μορφής θα συνέβαλε καθοριστικά στην αύξηση των τιμών των ελληνικών ομολόγων και στη μείωση των αποδόσεων και του κόστους δανεισμού του Δημοσίου.

Αντί της «καθαρής» αυτής λύσης, όμως, οι επενδυτές, όπως και το ΔΝΤ, βλέπουν τους Ευρωπαίους δανειστές να προσπαθούν να συνδέσουν το γαλλικό μηχανισμό με την επιμήκυνση της περιόδου χάριτος των δανείων του δεύτερου μνημονίου.

Δηλαδή, αντί να προσφέρουν με σαφή τρόπο την επιμήκυνση, επιχειρούν να τη συνδέσουν με τους μελλοντικούς ρυθμούς ανάπτυξης της Ελλάδας, ώστε η επιμήκυνση να παρέχεται μόνο όταν ο ρυθμός θα υποχωρεί κάτω από τους στόχους.

Ουσιαστικά, ο κίνδυνος είναι να αφεθεί η Ελλάδα να αγωνίζεται να καλύπτει τις πληρωμές για το χρέος την επόμενη δεκαετία μέσα από πολλές δυσκολίες, κάτι που σημαίνει αυξημένους κινδύνους για τους ομολογιούχους και μεταφράζεται σε υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων.

Χωρίς τη συμμετοχή στο QE και μια «καθαρή» λύση για το χρέος, η ελκυστικότητα των ομολόγων μειώνεται σοβαρά και η ταλαιπωρία με υψηλές αποδόσεις δεν φαίνεται να τελειώνει γρήγορα, καθώς μάλιστα βρίσκονται σε κύκλο ανόδου οι αποδόσεις των ομολόγων διεθνώς.


Ακολουθήστε το Sofokleousin.gr στο Google News
και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις