Μια παραλλαγή του σχεδίου του Μάριο Ντράγκι, με το οποίο σώθηκε το 2012 - 2013 η Ιταλία από την κατάρρευση και η ευρωζώνη από τη διάλυση, πέφτει στο τραπέζι των αυριανών συζητήσεων του Eurogroup, καθώς η πανδημία προκαλεί σήμερα νέα «βουτιά» των ευρωπαϊκών αγορών, σηματοδοτώντας την ανεπάρκεια των λύσεων που ως τώρα έχουν δοκιμασθεί από τις αρχές της Ευρώπης για την αντιμετώπιση των οικονομικών παρενεργειών της πανδημίας.
Το μεγάλο όπλο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, δηλαδή το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων των 750 δισ. ευρώ, δεν είναι αρκετό για να καθησυχάσει τις αγορές. Φοβούνται ότι ακόμη κι αν η ΕΚΤ αγοράζει κρατικά ομόλογα σε τεράστιες ποσότητες κάθε μήνα, τα κράτη που λαμβάνουν μέτρα για την αντιμετώπιση της επιδημίας θα βρεθούν σύντομα αντιμέτωπα με πολύ σοβαρά δημοσιονομικά προβλήματα και πιθανή αδυναμία δανεισμού με βιώσιμο κόστος από την αγορά ομολόγων (σχετικό άρθρο είχε δημοσιεύσει το Σin στις 19 Μαρτίου).
Δεν είναι τυχαία η διακύμανση του δείκτη - βαρόμετρο για τη σταθερότητα της ευρωζώνης: η διαφορά απόδοσης (spread) του γαλλικού από το γερμανικό ομόλογο είχε εκτιναχθεί πριν την παρέμβαση της ΕΚΤ με τα 750 δισ. ευρώ πάνω από τις 70 μονάδες βάσης, ενώ σε «κανονικές» συνθήκες, πριν την εξάπλωση της πανδημίας, ήταν μόλις 20 μονάδες. Μετά την παρέμβαση, αρχικά υποχώρησε ως τις 36,5 μονάδες, αλλά έκτοτε ανεβαίνει και σήμερα ξεπερνά τις 46, σε μια ένδειξη ότι η αγορά δεν αναγνωρίζει μεγάλη αποτελεσματικότητα του νέου QE της ΕΚΤ.
Σε αυτό το πλαίσιο, η υπουργοί Οικονομικών των «27» αναμένεται σήμερα να επικυρώσουν τυπικά την εξαγγελία της Κομισιόν, που έγινε την Παρασκευή, για ενεργοποίηση της λεγόμενης «ρήτρας διαφυγής» του Συμφώνου Σταθερότητας για όλα τα κράτη της Ευρώπης. Η πρωτοφανής αυτή απόφαση σημαίνει ότι οι κυβερνήσεις μπορούν να ανεβάζουν τα δημοσιονομικά τους ελλείμματα πάνω από το όριο του 3% του ΑΕΠ για να αντιμετωπίσουν τις εξαιρετικές περιστάσεις που δημιουργεί η πανδημία.
Όμως, αυτό το μέτρο δεν έχει πολλή ουσία από μόνο του: αν οι κυβερνήσεις αυξάνουν τα ελλείμματα, πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να χρηματοδοτηθούν αυτά. Αλλιώς οι αγορές θα πεισθούν ότι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις απλώς χαράσσουν πορεία προς την οικονομική κατάρρευση. Έτσι, το σχέδιο που συζητείται και θα βρεθεί αύριο στην ατζέντα της τηλεδιάσκεψης του Eurogroup είναι ουσιαστικά μια παραλλαγή του σχεδίου Ντράγκι για την Ιταλία, από την εποχή που ο τέως πρόεδρος της ΕΚΤ είχε πει το περίφημο "whatever it takes", σταματώντας την πίεση της αγοράς στην Ιταλία και, κατ' επέκταση, στην ευρωζώνη.
Το σχέδιο Ντράγκι ήταν ένας ευφυής μηχανισμός για να μπορέσει η ΕΚΤ να αγοράσει απευθείας από τους εκδότες (τις κυβερνήσεις) κρατικά ομόλογα, παρακάμπτοντας την απαγόρευση νομισματικής χρηματοδότησης των κυβερνήσεων, που αποτελεί βασικό κανόνα της ευρωζώνης και ταμπού για την Γερμανία. Τ
ο σχέδιο προέβλεπε ότι μια χώρα, όπως η Ιταλία, που είναι πολύ μεγάλη για να διασωθεί από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM), θα έπρεπε να μπει σε ένα πρόγραμμα (μνημόνιο) του ESM, ώστε, στη συνέχεια, να χρηματοδοτηθεί απευθείας από την ΕΚΤ με αγορές των ομολόγων της όχι από τη δευτερογενή αγορά, αλλά από την πρωτογενή (κατά την έκδοση).
Η παραλλαγή αυτού του σχεδίου, που συζητεί τώρα το Eurogroup, προβλέπει ότι ο ESM θα δημιουργήσει μια γραμμή πιστώσεων γρήγορης ενεργοποίησης ειδικά για αυτή την κρίση, μέσω της οποίας θα μπορούν να χρηματοδοτούνται οι κυβερνήσεις, χωρίς όμως να εφαρμόζουν μνημόνια, αλλά μόνο με μια χαλαρή δημοσιονομική επιτήρηση.
Εφόσον ο ESM θα έχει ενεργοποιηθεί με αυτό τον τρόπο, θα μπορεί πλέον και η ΕΚΤ να προχωρά σε αγορές ομολόγων απευθείας από την πρωτογενή αγορά, στέλνοντας το μήνυμα στην αγορά ομολόγων ότι χώρες όπως η Ιταλία ή η Ισπανία (μεγάλες και ευάλωτες οικονομίες) θα έχουν έναν αγοραστή εσχάτης καταφυγής για τα ομόλογά τους, ώστε να μην τεθεί ζήτημα «εμφράγματος» στη χρηματοδότησή τους.
Το μεγάλο ερώτημα είναι αν η Γερμανία και η Ολλανδία θα αποσύρουν τις ενστάσεις τους σε αυτές τις προτάσεις, όπως και στις διάφορες προτάσεις που κυκλοφορούν και πάλι με κοινό παρονομαστή την έκδοση ευρωομολόγου.
Μέχρι τώρα, ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ, Όλαφ Σολτς, επέμενε ότι είναι πρόωρο να συζητηθεί εμπλοκή του ESM στη διαχείριση της κρίσης. Όμως, πλέον η πανδημία «γονατίζει» και τη γερμανική οικονομία, με τον πρόεδρο του ινστιτούτου IfO να δηλώνει σήμερα ότι αυτή η κρίση θα έχει κόστη για την Γερμανία που θα ξεπεράσουν κάθε άλλη οικονομική κρίση ή φυσική καταστροφή των τελευταίων δεκαετιών
Η Γερμανία ήδη εγκαταλείπει τον κανόνα ταμπού του μηδενικού ελλείμματος στη δική της δημοσιονομική διαχείριση και μένει να φανεί αν είναι έτοιμη να κάνει εξίσου τολμηρά βήματα και σε επίπεδο ευρωζώνης.