Μπροστά στο δίλημμα Ντόναλντ Τραμπ ή Τζο Μπάιντεν στις εκλογές του 2024 πολλοί Αμερικανοί αναζητούν απελπισμένα μια τρίτη, λιγότερο διχαστική επιλογή.
Αυτή η αναζήτηση για τρίτο υποψήφιο, κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί από τη δεκαετία του 1990, αποτελεί σκληρή υπενθύμιση ότι με τον Τραμπ και τον Μπάιντεν το Ρεπουμπλικανικό και το Δημοκρατικό Κόμμα έχουν επιλέξει δύο ασυνήθιστα αντιδημοφιλείς υποψηφίους για τις εκλογές.
Η διαφαινόμενη νέα μονομαχία τους έρχεται την ώρα που οι ΗΠΑ είναι αντιμέτωπες με οικονομικό άγχος, βαθύ πολιτικό διχασμό, την αμφιλεγόμενη στήριξη της χώρας στην επιχείρηση του Ισραήλ στη Γάζα και τις εκκλήσεις μια νέα γενιά να αναλάβει την αμερικανική ηγεσία.
Το 63% των Αμερικανών συμφωνούν με τη δήλωση ότι το Δημοκρατικό και το Ρεπουμπλικανικό κόμμα κάνουν «μια τόσο κακή δουλειά» στην εκπροσώπηση των ΗΠΑ ώστε «χρειάζεται ένα τρίτο μεγάλο κόμμα», σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση του Gallup. Πρόκειται για αύξηση 7 μονάδων σε σχέση με πέρυσι και το μεγαλύτερο ποσοστό από το 2003 όταν το Gallup άρχισε να θέτει το ερώτημα.
Κανένας τρίτος υποψήφιος δεν έχει κερδίσει σε προεδρικές εκλογές στη σύγχρονη ιστορία των ΗΠΑ, αν και κάποιες φορές κατάφεραν να κλέψουν ψήφους από τους υποψήφιους μεγάλων κομμάτων.
Το 1992 ο δισεκατομμυριούχος επιχειρηματίας Ρος Περό συγκέντρωσε το 19% των ψήφων, βοηθώντας τον Μπιλ Κλίντον να κερδίσει τις εκλογές.
Ο πολιτικός ακτιβιστής Ραλφ Νέιντερ κέρδισε λιγότερο από το 3% των ψήφων το 2000, αλλά έκλεψε αρκετές από τον υποψήφιο των Δημοκρατικών Αλ Γκορ στη Φλόριντα, ώστε να κερδίσει την πολιτεία ο Τζορτζ Ου. Μπους και κατά συνέπεια τις εκλογές.
Τώρα δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos δείχνει ότι ο Ρόμπερτ Κένεντι Τζούνιορ, ένας αντιεμβολιαστής, υπέρμαχος θεωριών συνωμοσίας απόγονος της γνωστής οικογένειας, θα συγκέντρωνε το 20% των ψήφων με αντιπάλους τον Τραμπ και τον Μπάιντεν.
Τον Κένεντι στηρίζει η «American Values 2024», μια επιτροπή πολιτικής δράσης που έχει συγκεντρώσει περισσότερα από 17 εκατ. δολάρια για την εκστρατεία του. Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του Reuters/ Ipsos, ο Κένεντι κερδίζει ψήφους τόσο από τους Δημοκρατικούς όσο και από τους Ρεπουμπλικάνους.
«Οι άνθρωποι θέλουν καλύτερες επιλογές»
«Προσπαθούμε να πιάσουμε τον παλμό των ψηφοφόρων τα τελευταία δύο χρόνια και μας λέει συνεχώς το ίδιο: οι άνθρωποι θέλουν καλύτερες επιλογές», δήλωσε ο Ράιαν Κλάνσι επικεφαλής κατάρτισης στρατηγικής της No Labels, μιας διακομματικής οργάνωσης που για πρώτη φορά θα παρουσιάσει δικό της υποψήφιο, έπειτα από χρόνια στήριξης μετριοπαθών κοινοβουλευτικών στο Κογκρέσο.
Για τον σκοπό αυτό η οργάνωση έχει πλησιάσει τον Ρεπουμπλικάνο πρώην κυβερνήτη του Μέριλαντ, τον Λάρι Χόγκαν, και τον Αμερικανό γερουσιαστή Τζο Μάντσιν, έναν συντηρητικό Δημοκρατικό από τη Δυτική Βιρτζίνια.
Ο Κλάνσι επεσήμανε ότι η No Labels σχεδιάζει να πραγματοποιήσει συνέδριο τον Απρίλιο και να επιλέξει τους υποψήφιούς της, αν φανεί ότι είναι αναπόφευκτη μια νέα μάχη μεταξύ του Τραμπ και του Μπάιντεν και αν πιστεύει ότι οι υποψήφιοί της μπορούν να κερδίσουν.
Άλλοι ανεξάρτητοι υποψήφιοι δεν μοιάζουν ιδιαίτερα απειλητικοί. Ο Κορνέλ Γουέστ, ένας Αφροαμερικανός φιλόσοφος και ακτιβιστής, είναι υποψήφιος ως ανεξάρτητος και ελπίζει να καταφέρει να ασκήσει επιρροή στις πολιτικές συζητήσεις για τις εκλογές του 2024.
Η Τζιλ Στάιν πρόσφατα ανακοίνωσε ότι θα είναι εκ νέου υποψήφια για τον Λευκό Οίκο με τους Πράσινους. Τόσο εκείνη όσο και ο Γουέστ αναμένεται να συγκεντρώσουν αμελητέο ποσοστό.