«Εάν θέλουμε να μπει ένα τέλος στην αλαζονεία του 41%, εάν θέλουμε να υπάρχει μια ισχυρή αντιπολίτευση την επόμενη μέρα τον εκλογών, ο κόσμος μπορεί να επιλέξει τον ΣΥΡΙΖΑ», τόνισε ο Στέφανος Κασσελάκης, σε συνέντευξη του στο δημοτικό ραδιόφωνο Θεσσαλονίκης «FM 100».
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ΠΣ πρόσθεσε ότι την επομένη των ευρωεκλογών «θα αρχίσουμε μια διαδικασία καταστατικά, για το πώς θα ανοίξουμε τις δομές του Κόμματος, έτσι ώστε όλος ο προοδευτικός κόσμος να μπορεί να συμμετάσχει ισότιμα και να χτίσουμε τη μεγάλη δημοκρατική παράταξη που, όχι μόνο έχει ανάγκη ο τόπος ως αντιπολίτευση τώρα, αλλά που θα έχει ανάγκη ο τόπος...».
Μιλώντας για τα μηνύματα που πήρε από τον κόσμο κατά τις επαφές του στη Βόρεια Ελλάδα είπε ότι «το πρώτο είναι ένας θυμός, μία απογοήτευση, μία οργή για την κατάσταση των πραγμάτων σήμερα». «Αυτό το οποίο υπενθυμίζω στον κόσμο είναι ότι κάποιος κυβερνάει εδώ και πέντε χρόνια. Εάν δεν είσαι ικανοποιημένος, δεν είσαι ικανοποιημένη, με αυτό το οποίο βιώνεις καθημερινά…», σχολίασε. «Δεύτερο μήνυμα, είναι ότι ο κόσμος θέλει ‘φρέσκο αέρα' στην πολιτική. Έχει πάψει να πιστεύει στην πολιτική ως ένα μέσο για να βελτιώσει τη ζωή του και αυτό δεν μπορούμε να το επιτρέψουμε, γιατί δεν έχουμε άλλο μέσο, δεν υπάρχει άλλος τρόπος να βελτιώσουμε τη ζωή μας έξω από την πολιτική». Μίλησε για την επαφή που καλλιεργεί ο ίδιος και τα στελέχη, που καταγράφουν προβλήματα και τα στέλνουν «στα κεντρικά» για ανατροφοδότηση. «Υπάρχει κάτι κινηματικά και νομίζω ότι σιγά-σιγά ο κόσμος βλέπει ότι είναι μία διαφορετική κουλτούρα, από αυτό που έχει συνηθίσει», τόνισε. Είπε ότι θέλει «καλά παιδιά» δίπλα του, «για να μπορέσουμε να αλλάξουμε τον τόπο». Συναντώ τρομερά ταλέντα όπου πάω και έξω» και πως «αυτό είναι ένα από τα μεγάλα κομμάτια της αδιαμεσολάβητης παρουσίας μου μέσα στην κοινωνία», εξηγώντας ότι γνωρίζει ταλαντούχο και πρόθυμο για συμμετοχή κόσμο με τον οποίο «σιγά-σιγά συγκροτούμε ένα κίνημα από τη βάση της κοινωνίας, που πιστεύω ότι είναι προοδευτικοί». Εξέφρασε την πεποίθηση ότι «υπάρχει μια πλατιά πλειοψηφία στη χώρα μας η οποία θέλει την πρόοδο».
Μιλώντας για τον εκλογικό στόχο είπε ότι «αυτό το οποίο χτίζουμε πιστεύω ότι έχει πολύ στέρεα θεμέλια και ότι θα συνεχίσει να χτίζεται». Είπε ότι θα ήταν πολύ ικανοποιημένος «εάν μπορούσαμε να περάσουμε το 20%» και ότι «φυσικά, εάν η ΝΔ είναι στο 30% ή πιο κάτω καταλαβαίνετε ότι πρόκειται για μία τελείως διαφορετική πολιτική πραγματικότητα από την επόμενη μέρα των ευρωεκλογών». Σημείωσε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να προσφέρει μια δυνατή αντιπολίτευση και πως «αν έχουμε μία τέτοια ανατροπή συσχετισμών, πιστεύω ότι τα πάντα αλλάζουν από την επόμενη μέρα και ότι το μήνυμά μας, για μια πιο δίκαιη φορολογική πολιτική ή για την ακρίβεια, - όπου δεν μειώνουν το ποσοστό κέρδους στο ρεύμα, δεν μειώνουν τον ΦΠΑ στο 0% στο ψωμί, στο γάλα, είναι πολιτικές επιλογές αυτές- οι πολιτικές προτάσεις μας, θα ασκήσουν άλλη μορφή πίεσης από εδώ και πέρα». Ανέφερε ότι «εάν ο κόσμος μας στηρίξει, να είμαστε δυνατοί, όσο πιο δυνατή αντιπολίτευση γίνεται την επόμενη μέρα των ευρωεκλογών, πολλά από τα ζητήματα τα οποία αναδεικνύουμε θα μπορέσουμε, στο τέλος της ημέρας, να τα κάνουμε και πολιτική πρόταση της χώρας».
«Να ασκηθεί αυτή η πίεση, να τελειώνει αυτό το άλλοθι του 41%, αυτή η τεράστια αλαζονεία την οποία βλέπουμε αυτή τη στιγμή στην κυβέρνηση», τόνισε. Σχολίασε ότι αυτή «φαίνεται και στο θέμα των Τεμπών, που η συγκάλυψη συνεχίζεται». Τόνισε ότι «είναι θέμα δικαιοσύνης και δεν αφορά μόνο τις οικογένειες των θυμάτων, αφορά όλο τον ελληνικό λαό», γιατί «μια κυβέρνηση που επιλέγει τέτοια συγκάλυψη σε ένα τέτοιο ζήτημα, ένα τέτοιο έγκλημα -που θα μπορούσε να ήταν το παιδί οποιουδήποτε στη χώρα μας εκεί- τότε θα επιτρέψει και θα επιλέξει παρόμοιες προσεγγίσεις, συγκαλύψεις, παραβιάσεις ατομικών ελευθεριών κλπ σε πολλά ζητήματα».
Στο ερώτημα ποιο θα είναι από τα πρώτα που θα κάνει εφόσον γίνει πρωθυπουργός, απάντησε ότι «εξαρτάται από τον συνταγματικό κύκλο» και πως «πάντως, το πρώτο πράγμα το οποίο θα ήθελα να κάνω είναι η κατάργηση όλων των βουλευτικών ασυλιών, των προνομίων των βουλευτών και του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Πρέπει όλοι οι πολίτες να είναι ισότιμοι μπροστά στον νόμο. Ισονομία στη χώρα μας».
Ο κ. Κασσελάκης ρωτήθηκε με αφορμή τις «επισκέψεις» του στα εκλογικά περίπτερα της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Ανέφερε μεταξύ άλλων ότι θέλει να είναι χρήσιμος στην κοινωνία και ότι«ειδικά στο κομμάτι της οικονομίας, του επιχειρείν και της ανάπτυξης, μπορώ πραγματικά να προσφέρω πάρα πολλά, διότι έχω πετύχει σε πολύ ανταγωνιστικά πεδία στο εξωτερικό, καταλαβαίνω τα ζητήματα βαθιά και πιστεύω ότι χρειάζεται κάποιος με εμπειρία στην επιχειρηματικότητα να είναι στο τιμόνι της χώρας». Υποστήριξε ότι «θα ήταν πολύ σημαντικό η χώρα μας να μπορούσε να έχει κάποιον στην πρώτη γραμμή της πολιτικής που να έχει περάσει από την πρώτη γραμμή της οικονομίας και να καταλαβαίνει πως μπορεί να συνδεθεί η υγιής επιχειρηματικότητα με κοινωνική ευαισθησία και κοινωνικό κράτος». Σε αυτό το πλαίσιο ανέφερε ότι η επαφή του «με τον κόσμο από άλλες παρατάξεις, όπως της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ, είναι ένα μέρος αυτού που είμαι. Είμαι ένας άνθρωπος που θέλει να μονιάσει τη χώρα, δεν είμαι εδώ για να διχάσω τη χώρα, θέλω να την μονιάσουμε, με την ελπίδα να πορευτούμε όλοι μαζί, να γίνουμε η καλύτερη χώρα που μπορούμε να γίνουμε». Είπε ότι η Ελλάδα είναι δεύτερη από το τέλος σε αγοραστική δύναμη και πως στον σχετικό δείκτη η χώρα μας δεν έχει περάσει ποτέ τον μέσο όρο από όταν μπήκαμε στην ΕΟΚ και στην ΕΕ. «Είναι καιρός η Ελλάδα να έχει, όχι μόνο σύγκλιση, αλλά να μπορεί να είναι στο πάνω μισό της Ευρώπης σε μερικούς δείκτες. Μπορούμε να το κάνουμε, δεν πρέπει να δανειστούμε απίστευτα ποσά, όπως έγινε σε προηγούμενες δεκαετίες, για να πετύχουμε κάποια σύγκλιση. Μπορούμε να το κάνουμε και μόνοι μας, αλλά θέλει ολιστική αλλαγή πολιτικής κουλτούρας», τόνισε.
Για τη Θεσσαλονίκη και την έμφαση που θέλει να δώσει στην πόλη, είπε ότι έχει ανοίξει Γραφείο Προέδρου στην Θεσσαλονίκη και σκοπεύει, μετά τις εκλογές, να είναι στην πόλη σας περίπου μια φορά τον μήνα για ένα χρονικό διάστημα αρκετών ημερών, έτσι ώστε να μπορεί ο κόσμος να τον γνωρίσει κιόλας. Είπε ότι στον κοινοβουλευτικό έλεγχο η κυβέρνηση δεν απαντά στις ερωτήσεις του ΣΥΡΙΖΑ για τη Θεσσαλονίκη, «άρα, θα πρέπει να υιοθετήσουμε έναν άλλο μοχλό πίεσης, ο οποίος είναι να αναδεικνύουμε ζητήματα στο πεδίο της δημόσιας σφαίρας».