To stop της Κομισιόν στα σενάρια παράτασης της προθεσμίας λήξης των έργων που συνδέονται με το Ταμείο Ανάκαμψης, το 2026, υποχρεώνει το οικονομικό επιτελείο να «πατήσει» γκάζι προκειμένου να εκπληρώσει τους στόχους, τα ορόσημα και τις μεταρρυθμίσεις εντός της επόμενης διετίας.
Το διακύβευμα είναι μεγάλο, καθότι η εκπλήρωση όλων των παραπάνω ισοδυναμεί με πρόσθετους πόρους 36 δισ.ευρώ για την ελληνική οικονομία. Η χώρας μας έχει ήδη εισπράξει 18 δισ.ευρώ από το εθνικό πρόγραμμα Ελλάδα 2.0 και θα πρέπει να διεκδικήσει επιπλέον 18 δισ.ευρώ.
Το αμέσως επόμενο διάστημα, η κυβέρνηση θα πρέπει να αποφασίσει από ποια έργα, που προχωρούν με καθυστερήσεις, θα «τραβήξει την πρίζα» και ποια θα είναι τα έργα που θα πάρουν τη θέση των «κομμένων». Αν δεν το πράξει και αποφασίσει να πάει για all in, ευελπιστώντας σ’ ένα μικρό θαύμα με την ολοκλήρωσης της πλειοψηφίας των έργων, τότε είναι πιθανό να βρεθεί προ δυσάρεστων εκπλήξεων. Αυτό σημαίνει ότι όσα έργα βρεθούν χωρίς τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης μετά το 2026, θα προκαλέσουν ένα πολύ σοβαρό δημοσιονομικό πρόβλημα, αφού η ολοκλήρωσή τους θα μπορεί να προέλθει μόνο με πόρους από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Το έργο που έχει μπροστά της η κυβέρνηση είναι ογκώδες και με εξέχουσες δυσκολίες, καθώς τα δύο τρίτα των συνολικών οροσήμων του ελληνικού προγράμματος, θα πρέπει να καλυφθούν μέσα στη διετία 2025 - 2026. Για την ακρίβεια έχει μείνει πίσω η υλοποίηση 240 οροσήμων που απομένουν για να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα.
Τόσο οι πόροι που έχουν εκταμιευθεί όσο και αυτοί που θα διεκδικηθούν τους επόμενους 15 μήνες συνδέονται με αυστηρά χρονοδιαγράμματα ως προς την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων σε σημαντικούς τομείς της οικονομίας και της κοινωνίας. Από την Παιδεία και την Υγεία, έως και την κοινωνική προστασία, την ενέργεια, τη βιομηχανία, τη Δικαιοσύνη τις υποδομές και τη φορολογία οι μεταρρυθμίσεις αυτές μπορούν να βελτιώσουν ραγδαία το επίπεδο των παρεχόμενων υπηρεσιών προς τους πολίτες και να αυξήσουν σημαντικά την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Πρόβλημα στην… εκτέλεση
Το πρόβλημα στην Ελλάδα έγκειται στην εκτέλεση και όχι στην είσπραξη των κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης. Σχεδόν τα μισά ευρωπαϊκά κεφάλαια δεν έχουν φτάσει στην οικονομία, ενώ αυτά που έχουν διοχετευτεί αφορούν σε μεγάλο ποσοστό μεγάλες επιχειρήσεις και όχι μικρομεσαίες και μικρές εταιρείες.
Και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες παρατηρούνται σημαντικές καθυστερήσεις την υλοποίηση των έργων, ωστόσο για την Ελλάδα είναι σημαντικό στο τέλος της διαδρομής – που η Κομισιόν οριοθετεί χρονικά στο 2026 – να καταγραφούν περισσότερες επιτυχίες από αποτυχίες.
Η μέχρι τώρα εικόνα, με βάσει τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος είναι η εξής: η χώρα μας έχει λάβει 18,2 δισ. ευρώ από τον μηχανισμό ανάκαμψης και ανθεκτικότητας (8,6 δισ. ευρώ για επιχορηγήσεις και 9,6 ευρώ για δάνεια), δηλαδή το 51% του συνολικού κονδυλίου των 36 δισ. ευρώ (που είναι μεταξύ των κορυφαίων χωρών πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), έχοντας ολοκληρώσει επιτυχώς το 28% των συνολικών ορόσημων.