Πριν ακόμη τεθεί σε ισχύ το νέο ευρωπαϊκό Σύμφωνο Σταθερότητας, η Ελλάδα το εφαρμόζει στην πράξη, με τη δημοσιονομική πολιτική και τις επιλογές της κυβέρνησης. Το ορατό αποτέλεσμα είναι η επίτευξη θηριώδους πρωτογενούς πλεονάσματος – μεγαλύτερου και από τους στόχους που είχαν τεθεί μετά από δύο αναθεωρήσεις προς τα πάνω.
Η επίδοση αυτή επιτεύχθηκε με πολιτική λιτότητας, η οποία δεν υιοθετείται επίσημα ως κυβερνητική επιλογή, δεν «ομολογείται», αλλά ακολουθείται στην πράξη, με συνεχή μεγάλη αύξηση των φορολογικών εσόδων και παράλληλες περικοπές κρατικών δαπανών.
Σύμφωνα με τις φθινοπωρινές προβλέψεις που ανακοίνωσε η Κομισιόν, η Ελλάδα μηδενίζει το έλλειμμα γενικής κυβέρνησης φέτος και το 2025, την ώρα που οι μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης – πρωτίστως η Γερμανία και η Γαλλία – αντιμετωπίζουν δημοσιονομικά προβλήματα.
Μηδενισμός ελλείμματος, ισοσκελισμένος προϋπολογισμός
Το συνολικό δημόσιο έλλειμμα (συμπεριλαμβανομένων των τόκων για την εξυπηρέτηση του χρέους) προβλέπεται να μειωθεί σε 0,6% το 2024 και σχεδόν θα εκμηδενιστεί το 2025, πέφτοντας σε μόλις 0,1%.
Το επόμενο βήμα θα είναι η κατάρτιση ισοσκελισμένου προϋπολογισμού – του πρώτου μετά από 25 χρόνια και πλέον. Σύμφωνα με την Κομισιόν, το 2026 η χώρα θα έχει πλεονασματικό προϋπολογισμό.
Σημειωτέον ότι η αρχική πρόβλεψη –και δέσμευση έναντι των Βρυξελλών– στο πλαίσιο του Μεσοπρόθεσμου ήταν για πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% του ΑΕΠ. Η πρόβλεψη αναθεωρήθηκε σε 2,4% του ΑΕΠ στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, χωρίς να υπάρχει σχετική υποχρέωση προς την ΕΕ. Με δεύτερη αναθεώρηση ανεβαίνει τώρα πάνω από το 2,5%.
«Συνταγή» μνημονιακής λιτότητας
Σχολιάζοντας τα δημοσιονομικά στοιχεία, τις προβλέψεις της Κομισιόν και τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης, οικονομικοί αναλυτές επισημαίνουν ότι ο «μηχανισμός» που παρήγαγε τα τελευταία χρόνια και συνεχίζει να παράγει υπερπλεονάσματα, είναι η κλασσική «συνταγή» της μνημονιακής λιτότητας: Υπερ-έσοδα από φόρους, περιστολή δαπανών με περικοπές και υποεκτέλεση του προϋπολογισμού.
Για τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τους κοινωνικούς εταίρους, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις, αλλά και για τους αναλυτές που προσπαθούν να προβλέψουν τα αποτελέσματα της ασκούμενης δημοσιονομικής πολιτικής, σημασία έχει πώς διατίθενται αυτά τα υπερπλεονάσματα, τα οποία σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται ότι προέρχονται από το “στύψιμο” των φορολογουμένων και από υποχρηματοδότηση κοινωνικών πολιτικών.
Θυσία στο χρέος
Υπάρχει ένα δεδομένο: Τα υπερ-πλεόνασμα του 2022 και του 2023 πήγαν για πρόωρη αποπληρωμή δημοσίου χρέους. Μάλλον εκεί θα καταλήξει πολύ μεγάλο μέρος και του εφετινού πλεονάσματος.
Η κυβέρνηση το έχει αποφασίσει και ταυτόχρονα έχει βρεί το “άλλοθι” για να απορρίψει πιέσεις και προτάσεις για διάθεση μεγαλύτερου μέρους του πλεονάσματας σε μέτρα στήριξης των οικονομικά ασθενέστων, των μικρών-μικρομεσαίων επιχειρήσεων κλπ.: Ο υπουργός Οικονομικών Κωστής Χατζηδάκης έσπευσε ήδη να προϊδεάσει, λέγοντας ότι “το Σύμφωνο Σταθερότητας δεν το επιτρέπει”.