Για μεγάλες προκλήσεις μίλησε ο Κωνσταντίνος Κυρανάκης, υφυπουργός Ψηφιακής Διακυβέρνησης, στο πλαίσιο του συνεδρίου The Growthfund Summit, με θέμα «Ψηφιοποιώντας την Ελλάδα της επόμενης μέρας» αναφέροντας ότι τα γρήγορα, εύκολα έργα, πρέπει να συνοδεύονται και από μεγάλα στρατηγικά έργα, τα οποία είναι κυρίως τρία.
«Η δικαιοσύνη, η υγεία, οι μεταβιβάσεις ακινήτων. Είναι τρεις στρατηγικοί τομείς οι οποίοι θα βοηθήσουν πολύ την οικονομία και την κοινωνία και την δημόσια διοίκηση για να μπορέσει να λειτουργήσει καλύτερα και απαιτούν πολλή δουλειά, συνεργασία και συμμετοχή των υπηρεσιακών παραγόντων από άλλα υπουργεία».
Σχετικά με την Τεχνητή Νοημοσύνη, ο κ. Κυρανάκης τόνισε ότι «έχουμε την τόλμη και την πολιτική βούληση να τον εντάξουμε αυτόν τον καινούργιο τομέα στο ελληνικό Δημόσιο και μάλιστα την επόμενη εβδομάδα θα έχουμε την παρουσίαση της εφαρμογής της Τεχνητής Νοημοσύνης στο gov.gr». Όπως σημείωσε, δίνεται η δυνατότητα εξυπηρέτησης πολιτών 24 ώρες το 24ωρο, 365 μέρες τον χρόνο για όλα τα θέματα σε όλες τις γλώσσες. Αυτό είναι μια επανάσταση για το ελληνικό Δημόσιο και μάλιστα θα είμαστε η πρώτη χώρα στην ΕΕ, η οποία θα κάνει ένα τολμηρό βήμα να πειραματιστεί με την Τεχνητή Νοημοσύνη και να την εντάξει στην σχέση του πολίτη με το ελληνικό Δημόσιο».
Συμπλήρωσε μάλιστα, ότι «ο δικός μας ρόλος είναι να εντάξουμε την Τεχνητή Νοημοσύνη στο ελληνικό Δημόσιο, να βοηθήσουμε κι άλλα υπουργεία για να φτιαχτούν προϊόντα και υπηρεσίες τα οποία όταν θα φτάσουν με χρήση στον πολίτη θα είναι πραγματικά εκείνο που είχε ανάγκη».
Στο μεταξύ, ο κ. Κυρανάκης έκανε λόγο για τιτάνια προσπάθεια από το μηδέν που έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια όσον αφορά στις παθογένειες του ελληνικού Δημοσίου. Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, στα φόρα στο εξωτερικό «μας ζητούν συνεχώς την δική μας οπτική για το πώς τα καταφέραμε εδώ στην Ελλάδα».
Από την πλευρά του, ο Σταύρος Ασθενίδης, διευθύνων σύμβουλος στην Κοινωνία της Πληροφορίας, τόνισε ότι η μεγαλύτερη πρόκληση είναι «να υλοποιηθούν τα έργα τα οποία έχουμε βάλει σε μια σειρά συμβασιοποίησης και υλοποίησης. Το ζητούμενο από δω και πέρα είναι να είμαστε εντάξει για την επόμενη φάση, που είναι η υλοποίηση των έργων μέχρι το τέλος του 2025».
Για ισορροπία μεταξύ των γρήγορων έργων quick wins και στρατηγικών έργων που θα μας πάνε στο μέλλον έκανε λόγο ο Αντώνης Τζωρτζακάκης, διευθύνων σύμβουλος της 5G Συμμετοχές, ενώ πρόσθεσε ότι πρέπει να παίζει σημαντικό ρόλο και η ποιότητα που πρέπει να έχουν τα έργα και όχι η εστίαση να αφορά μόνο στην απορρόφηση. Όσον αφορά στον ιδιωτικό τομέα, ο κ. Τζωρτζακάκης επεσήμανε ότι «θα πρέπει να κοιτάει και έργα που έχουν μεγαλύτερη πολυπλοκότητα και έχουν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία για το μέλλον».
Η πρώτη πρόκληση, σύμφωνα με τον Γιώργο Στεφανόπουλο, γενικό διευθυντή της Ένωσης Εταιρειών Κινητής Τηλεφωνίας, είναι «να ανταποκριθούμε στην ευθύνη που έχουμε αναλάβει να υλοποιηθούν τα έργα». Ταυτόχρονα, σημείωσε ότι «πρέπει να δουλέψουμε συνεργατικά σε βάθος χρόνου», ενώ έκανε λόγο για αλλαγή κουλτούρας και ανάγκη συνεργασιών.
Για χάσμα δεξιοτήτων μίλησε ο Νίκος Μανιάτης, διευθύνων σύμβουλος της ΙΒΜ, ενώ έθιξε το θέμα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων σχετικά με την αφομοίωση της τεχνολογίας. «Στον ιδιωτικό τομέα θεωρώ ότι οι μικρομεσαίες θα μείνουν πίσω και είναι πρόβλημα για την εξωστρέφεια των εταιρειών». Απαντώντας σε αυτό το θέμα, ο υφυπουργός συμπλήρωσε ότι «ο πρώτος που κερδίζει από μια ψηφιακή διαδικασία είναι μια μικρομεσαία επιχείρηση. Όταν έναν μεγάλο όγκο από δημόσιες υπηρεσίες μπορείς να τον κάνεις από τον υπολογιστή σου, το κινητό σου, αυτό ευνοεί κυρίως την μικρή και μικρομεσαία επιχείρηση». Μιλώντας για το χάσμα δεξιοτήτων, τόνισε ότι πρέπει «να μιλήσουμε στη νέα γενιά, έχουμε καθήκον να τα βοηθήσουμε τα νέα παιδιά που ψάχνουν παθιασμένα όλα τα trends για το ΑΙ, τις δυνατότητες που μπορούν να έχουν για να εξάγουν προϊόντα, υπηρεσίες προς το εξωτερικό, να τους βοηθήσουμε να το κάνουν πράξη». Τέλος, ο κ. Ασθενίδης σημείωσε ότι «πρέπει να βρούμε τους ανθρώπους που θα χτίσουν τις δεξιότητες για να μπορέσουν να χρησιμοποιήσουν κατάλληλα εργαλεία για την ψηφιοποίηση της οικονομίας».
ΑΠΕ-ΜΠΕ