Η Μπλέικ Λάιβλι και οι νομικοί της σύμβουλοι αντέδρασαν στη νέα μήνυση του Τζάστιν Μπαλντόνι, χαρακτηρίζοντάς την «ένα ακόμη κεφάλαιο από το εγχειρίδιο του κακοποιητή».
Σε δήλωση που δημοσιεύθηκε από τους δικηγόρους της, η Λάιβλι κατηγορεί τον Μπαλντόνι για χρήση της στρατηγικής DARVO (Αρνείται, Επιτίθεται, Αντιστρέφει Ρόλους Θύματος και Θύτη) με στόχο να στρέψει την προσοχή μακριά από τις κατηγορίες της για σεξουαλική παρενόχληση και εκδικητική συμπεριφορά στο πλαίσιο των γυρισμάτων της ταινίας It Ends With Us.
Οι εκατέρωθεν κατηγορίες
Η μήνυση του Μπαλντόνι, μήκους 179 σελίδων, κατατέθηκε στο ομοσπονδιακό δικαστήριο της Νέας Υόρκης και περιλαμβάνει κατηγορίες για εκβιασμό, δυσφήμιση και παραβίαση συμβολαίου. Επιπλέον, διεκδικεί αποζημίωση ύψους τουλάχιστον 400 εκατομμυρίων δολαρίων. Στη μήνυση εμπλέκονται και άλλα άτομα, όπως η σύζυγος της Λάιβλι, Ράιαν Ρέινολντς και στελέχη της Wayfarer, της εταιρείας παραγωγής του Μπαλντόνι.
Από την πλευρά της, η Λάιβλι είχε προηγουμένως καταθέσει μήνυση, κατηγορώντας τον Μπαλντόνι για επαναλαμβανόμενη παρενόχληση και ακατάλληλη συμπεριφορά στο πλαίσιο των γυρισμάτων. Μεταξύ των κατηγοριών περιλαμβάνεται ότι ο Μπαλντόνι μιλούσε ακατάλληλα για προσωπικά της θέματα, έδειχνε γυμνές εικόνες και εισερχόταν απροειδοποίητα στο τροχόσπιτό της.
Στη μήνυσή της, η Μπλέικ Λάιβλι κατονομάζει τον Τζάστιν Μπαλντόνι, την εταιρεία Wayfarer, τη δημοσιογράφο του Μπαλντόνι, Τζένιφερ Άμπελ, και τη βετεράνο σύμβουλο διαχείρισης κρίσεων, Μελίσα Νέιθαν. Η τελευταία προσλήφθηκε από τον Μπαλντόνι γύρω από την πρεμιέρα της ταινίας, όταν σχεδόν όλο το καστ πήρε το μέρος της Λάιβλι, η οποία αρνήθηκε να φωτογραφηθεί μαζί του στο κόκκινο χαλί ή να εμφανιστεί μαζί του σε συνεντεύξεις τύπου.
Η αφήγηση του Μπαλντόνι είναι ότι βρισκόταν «υπό πίεση» όταν αυτός και ο Χιθ συμφώνησαν να υπογράψουν έναν κατάλογο με 30 αιτήματα, ώστε η Λάιβλι να επιστρέψει στο σετ μετά τη λήξη της απεργίας του SAG-AFTRA.
Τα αιτήματα της Λάιβλι περιλάμβαναν:
- να σταματήσει η προβολή γυμνών βίντεο ή εικόνων γυναικών, συμπεριλαμβανομένης της συζύγου του παραγωγού, στη Λάιβλι ή στους συνεργάτες της·
- να μην αναφέρονται πλέον ο εθισμός του Μπαλντόνι ή του Χιθ στην πορνογραφία ή η απουσία κατανάλωσης πορνογραφικού υλικού από τη Λάιβλι·
- να μη γίνονται συζητήσεις για τις προσωπικές σεξουαλικές εμπειρίες της Λάιβλι, είτε αφορούν συζύγους είτε άλλους·
- να μη γίνονται περιγραφές των γεννητικών τους οργάνων στη Λάιβλι·
- να μην υποβάλλονται ερωτήσεις για το βάρος της.
- ο Μπαλντόνι να μην αναφερθεί ξανά στις συνομιλίες του με τον αείμνηστο πατέρα της
- να μην μπαίνει στο τροχόσπιτό της χωρίς άδεια.
- Επιπλέον, απαιτήθηκε μεγαλύτερη εμπλοκή της Sony, η οποία συμμετείχε ως διανομέας.
Το έγγραφο υπογράφηκε στις αρχές Νοεμβρίου 2023. Στις αρχές Ιανουαρίου 2024, πριν από την επανέναρξη της παραγωγής μετά την απεργία των ηθοποιών, οργανώθηκε συνάντηση στο λοφτ της Λάιβλι και του Ράιαν Ρέινολντς στη Νέα Υόρκη, με τη συμμετοχή στελεχών της Wayfarer, της Sony και άλλων.
Ο Μπαλντόνι ισχυρίζεται ότι το κλίμα της συνάντησης ήταν τεταμένο και ότι ο Ρέινολντς τον κατηγόρησε ότι επέκρινε το σώμα της συζύγου του (η Λάιβλι είχε γεννήσει το τέταρτο παιδί τους, έναν γιο, στις αρχές του 2023, λίγο πριν ξεκινήσουν τα γυρίσματα).
Ο Μπαλντόνι ισχυρίζεται ότι:
- Οι απαιτήσεις της Λάιβλι επιβλήθηκαν «υπό πίεση» και χρησιμοποιήθηκαν για να αποκτήσει εκείνη τον πλήρη έλεγχο της παραγωγής.
- Η Λάιβλι και ο σύζυγός της Ράιαν Ρέινολντς τον κατηγόρησαν άδικα, ενώ ο Ρέινολντς τον επέπληξε δημοσίως για «body-shaming».
- Η Λάιβλι επικαλέστηκε τη στήριξη διάσημων φίλων της, όπως της Τέιλορ Σουίφτ, για να επιβάλει αλλαγές στο σενάριο και στη σκηνοθετική κατεύθυνση.
- Παράλληλα, την κατηγορεί ότι χειρίστηκε το ζήτημα του ενδυματολογικού της κώδικα και επέβαλε αλλαγές που κόστισαν στην παραγωγή.
Παράλληλα, ο Μπαλντόνι μήνυσε και τους New York Times για υποτιθέμενη συνωμοσία με την ομάδα δημοσίων σχέσεων της Λάιβλι.
Η πλευρά της Λάιβλι απορρίπτει αυτούς τους ισχυρισμούς, τονίζοντας ότι η Sony ήταν εκείνη που της ζήτησε να επιβλέψει το τελικό μοντάζ της ταινίας. Το αποτέλεσμα ήταν ένα επιτυχημένο καλλιτεχνικά και εμπορικά προϊόν που κυκλοφόρησε με την υποστήριξη του στούντιο.
Η Λάιβλι σημειώνει ότι:
- Υπέβαλε τις προαναφερόμενες απαιτήσεις για να διασφαλίσει την ασφάλειά της μετά την απεργία SAG-AFTRA.
- Οι απαιτήσεις υπογράφηκαν από τον Μπαλντόνι και τη Wayfarer, αλλά εκείνος τις παρουσιάζει τώρα ως απόπειρα «κατάληψης» της παραγωγής.
- Η ίδια η Sony της ζήτησε να επιβλέψει το τελικό μοντάζ της ταινίας, το οποίο ήταν εμπορικά και καλλιτεχνικά επιτυχημένο, παρά τις συγκρούσεις.
Δικαστική διαμάχη με προεκτάσεις
Η υπόθεση αυτή δεν αφορά μόνο δύο αστέρες του Χόλιγουντ, αλλά και τη θεσμική διαχείριση των καταγγελιών σεξουαλικής παρενόχλησης και τον ρόλο της εξουσίας στις κινηματογραφικές παραγωγές.
Από τη μία πλευρά, οι ισχυρισμοί της Λάιβλι φωτίζουν το θάρρος που απαιτείται για να καταγγελθούν περιστατικά κατάχρησης εξουσίας. Η υπογραφή του εγγράφου με τις απαιτήσεις της και η υποστήριξη της Sony δείχνουν ότι οι κατηγορίες της δεν ήταν αβάσιμες.
Από την άλλη πλευρά, η στρατηγική του Μπαλντόνι να απαντήσει με μήνυση φέρνει στο προσκήνιο το φαινόμενο DARVO (Deny, Attack, Reverse Victim and Offender), όπου ο καταγγελλόμενος στρέφει την προσοχή μακριά από τις κατηγορίες και εναντίον του θύματος.
Η διαμάχη αυτή μπορεί να αποτελέσει σημείο καμπής για τη βιομηχανία θεάματος. Αν οι ισχυρισμοί της Λάιβλι επιβεβαιωθούν, ενισχύεται το μήνυμα ότι οι καταγγελίες παρενόχλησης πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη. Ωστόσο, αν οι μηνύσεις του Μπαλντόνι επικρατήσουν, ενδέχεται να αυξηθεί ο φόβος για αντίποινα από θύματα που σκέφτονται να μιλήσουν.
Το τελικό αποτέλεσμα δεν θα κρίνει μόνο την προσωπική διαμάχη, αλλά και τις δυναμικές εξουσίας στις σχέσεις μεταξύ καλλιτεχνών και παραγωγών, με πιθανές επιπτώσεις στο πώς η βιομηχανία αντιμετωπίζει την παρενόχληση και την ηθική συμπεριφορά.