Κοντά στη συμφωνία βρίσκεται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης με τους επικεφαλής των Θεσμών στη φορολογία εισοδήματος. Η συμφωνία επιτεύχθηκε κατά τη συνάντηση τους που ολοκληρώθηκε τις πρώτες πρωινές ώρες.
Σε δηλώσεις του μετά τη συνάντηση ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος τόνισε ότι «είμαστε αρκετά κοντά σε τελική συμφωνία για τη φορολογία εισοδήματος» με βάση την οποία θα συνεισφέρουν περισσότερο οι πλούσιοι και θα πληρώσουν λιγότερα τα χαμηλά εισοδήματα. «Είναι κάτι που μπορεί να στηρίξει η Αριστερά» δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών. Είναι χαρακτηριστικό πως αρμόδιες πηγές διευκρίνιζαν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει νέα συνάντηση για τη φορολογία εισοδήματος μεταξύ κυβέρνησης και του κουαρτέτου.
Οι εκπρόσωποι των δανειστών επέμεναν στη μείωση του έμμεσου αφορολογήτου ορίου στα επίπεδα των 7.000 ευρώ, από 9.545 ευρώ σήμερα. Από την ελληνική πλευρά είχε κατατεθεί αντιπρόταση με εναλλακτικά σενάρια αλλαγών στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων. Η αντιπρόταση αυτή είχε ως στόχο να αποτραπεί η μεγάλη μείωση του αφορολογήτου ορίου εισοδήματος των μισθωτών και των συνταξιούχων από τα 9.545 στα 7.000 ευρώ, την οποία απαίτησε η πλευρά των δανειστών, ζητώντας τη μείωση της έκπτωσης φόρου από τα 2.100 στα 1.500 ευρώ.
Πληροφορίες αναφέρουν ότι η ελληνική πλευρά έχει εξασφαλίσει τη διατήρηση του αφορολογήτου πάνω από τα επίπεδα των 9000 ευρώ με την παρακάτω κλίμακα που αυξάνει το φόρο στα μεσαία εισοδήματα.
Συγκεκριμένα η κλίμακα προβλέπει:
-Συντελεστής φόρου αυξημένος από το 22% στο 22,5% για ετήσια εισοδήματα έως 20.000 ευρώ (σήμερα ο συντελεστής επιβάλλεται στα εισοδήματα έως 25.000 ευρώ).
-Συντελεστής φόρου αυξημένος από το 22% στο 30% για τα επόμενα 5.000 ευρώ εισοδήματος δηλαδή για το τμήμα του εισοδήματος από τα 20.001 έως τα 25.000 ευρώ.
-Συντελεστής φόρου αμετάβλητος στο 32% για το τμήμα του εισοδήματος από τα 25.001 έως τα 42.000 ευρώ.
-Συντελεστής φόρου αμετάβλητος στο 42% για το τμήμα του εισοδήματος από 42.001 έως 65.000 ευρώ.
-Συντελεστής φόρου αυξημένος από το 42% στο 50% για το τμήμα του εισοδήματος άνω των 65.000 ευρώ.
Πάνω από το όριο των 20.000 ευρώ και μέχρι το επίπεδο των 25.000 ευρώ οι πρόσθετες επιβαρύνσεις που προκύπτουν κυμαίνονται από 100 έως και 400 ευρώ το χρόνο, ενώ σε όλα τα εισοδήματα πάνω από τα 25.000 και μέχρι τα 65.000 ευρώ η επιπλέον επιβάρυνση που προκύπτει είναι 400-500 ευρώ το χρόνο.