Εντυπωσιακή ανάκαμψη καταγράφει η παγκόσμια δραστηριότητα εξαγορών και συγχωνεύσεων (M&A), καθώς οι μεγάλες εταιρείες επανέρχονται δυναμικά στο προσκήνιο των συμφωνιών μετά από δύο χρόνια επιφυλακτικότητας.
Ύστερα από ένα πρώτο εξάμηνο με περιορισμένες κινήσεις μεσαίου μεγέθους, το τρίτο τρίμηνο σηματοδότησε επιστροφή στα μεγάλα «εισιτήρια» και στην αύξηση της αξίας των συμφωνιών, με φόντο τις προσδοκίες για μειώσεις επιτοκίων και τα υψηλά επίπεδα αδιάθετου κεφαλαίου των private equity funds.
Σύμφωνα με στοιχεία της Dealogic, η συνολική αξία των συμφωνιών το τρίτο τρίμηνο ανήλθε σε 1,29 τρισ. δολάρια, από 1,06 τρισ. το δεύτερο τρίμηνο, ανεβάζοντας το άθροισμα των εννέα μηνών του 2025 πάνω από 3,4 τρισ. δολάρια, αύξηση 32% σε ετήσια βάση, η ισχυρότερη επίδοση από το 2021.
Τη δυναμική αυτή τροφοδότησαν κυρίως τα megadeals άνω των 10 δισ. δολαρίων, που έφτασαν σε ιστορικό υψηλό για εννεάμηνο, με μεγάλες συναλλαγές στους τομείς των μεταφορών, της ψυχαγωγίας και της τεχνολογίας να σηματοδοτούν τη μετάβαση των επιχειρήσεων από στάση αναμονής σε στρατηγική επανατοποθέτησης.
Πίσω από το νέο κύμα συμφωνιών βρίσκεται ο συνδυασμός χαμηλότερου κόστους χρηματοδότησης, βελτιωμένης ρευστότητας και ισχυρής παρουσίας των private equity κεφαλαίων, που διαθέτουν πάνω από 1,2 τρισ. δολάρια προς επένδυση σε παγκόσμιο επίπεδο. Η πρόσφατη μείωση επιτοκίων από τη Fed ενίσχυσε την αίσθηση σταθερότητας, δημιουργώντας ευνοϊκότερο περιβάλλον για τη διαμόρφωση χρηματοδοτικών δομών και την αποτίμηση των επιχειρήσεων.
Ωστόσο, η τρέχουσα ανοδική φάση δεν θυμίζει το «εύκολο χρήμα» του 2021. Οι συμφωνίες παραμένουν πιο στοχευμένες και προσεκτικά σχεδιασμένες, με τις μικρομεσαίες συναλλαγές να κινούνται ακόμη υποτονικά λόγω διαφορών στις αποτιμήσεις και υψηλότερου κόστους κεφαλαίου.
Για να ξεπεράσουν αυτά τα εμπόδια, επενδυτές και εταιρείες καταφεύγουν σε καινοτόμες δομές συμφωνιών, όπως κοινές επενδύσεις με προαίρεση εξαγοράς ή continuation funds που επιτρέπουν την παράταση διακράτησης περιουσιακών στοιχείων. Αυτές οι λύσεις συνδυάζουν ευελιξία και μειωμένο ρίσκο, προσαρμόζοντας το dealmaking στη νέα νομισματική πραγματικότητα.
Ένα ακόμη χαρακτηριστικό της φετινής αγοράς είναι η έντονη ζήτηση για περιουσιακά στοιχεία συνδεδεμένα με την τεχνητή νοημοσύνη, από υποδομές δεδομένων έως εξειδικευμένες τεχνολογικές εταιρείες.
Παράλληλα, παραδοσιακοί κλάδοι προχωρούν σε αποεπενδύσεις μη βασικών δραστηριοτήτων, επιδιώκοντας να αναδιαμορφώσουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα στο πλαίσιο της ψηφιακής μετάβασης.
Η αυξημένη δραστηριότητα αντικατοπτρίζεται και στα έσοδα των επενδυτικών τραπεζών, που καταγράφουν από τα καλύτερα τρίμηνα των τελευταίων ετών, ενώ οι δημόσιες εγγραφές (IPOs) αυξήθηκαν κατά περίπου 12% σε σχέση με πέρυσι, με αιχμή τους κλάδους της τεχνολογίας, του fintech και της βιομηχανίας.
Αναλυτές εκτιμούν ότι η ανοδική αυτή πορεία θα συνεχιστεί και το 2026, καθώς οι επιχειρήσεις και τα επενδυτικά κεφάλαια δέχονται πίεση να αξιοποιήσουν την πλεονάζουσα ρευστότητα, να ενισχύσουν τα χαρτοφυλάκιά τους και να εξασφαλίσουν ανάπτυξη μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών.
Η επάνοδος των megadeals, σε συνδυασμό με τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής και την υπερβάλλουσα ρευστότητα των funds, επιβεβαιώνει ότι το παγκόσμιο κύμα εταιρικών κινήσεων έχει μπει πλέον σε νέα φάση, πιο ώριμη, πιο στοχευμένη και εξίσου δυναμική.
Α.Ν