Σε δύο δημοσιογράφους - τον Ντμίτρι Μουράτοφ από τη Ρωσία και τη Μαρία Ρέσσα από τις Φιλιππίνες - απονεμήθηκε το φετινό Νόμπελ Ειρήνης, γεγονός που προκάλεσε αίσθηση και σχολιάστηκε παγκοσμίως.
Ο Μουράτοφ, διευθυντής και συνιδρυτής της εφημερίδας Novaïa Gazeta αφιέρωσε το βραβείο στους δημοσιογράφους που δολοφονήθηκαν, "τιμωρούμενοι" για τις αποκαλύψεις τους και για την υπεράσπιση της ελευθερίας
Η εφημερίδα Novaïa Gazeta είναι μία από τις λίγες εφημερίδες δημοσιογραφικής έρευνας στην Ρωσία. Και αυτό έχει κοστίσει την ζωή σε πολλούς συνεργάτες της.
Η βράβευση του διευθυντή της, του 59χρονου Ντμίτρι Μουράτοφ, ανακοινώθηκε σήμερα, μία ημέρα μετά την 15η επέτειο από την δολοφονία της εμβληματικής δημοσιογράφου Άννα Πολιτκόσφαγια. Το έγκλημα παραγράφηκε χθες, χωρίς να έχει βρεθεί ο εντολέας της δολοφονίας.
Συμπίπτει επίσης με το κύμα καταστολής κάθε φωνής της αντιπολίτευσης στην Ρωσία, των επικριτικών απέναντι στο Κρεμλίνο ανεξάρτητων μέσων ενημέρωσης και των Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων, που κατηγορούνται από την ρωσική ηγεσία ως «εξτρεμιστές» ή «ξένοι πράκτορες».
«Δεν θα πάμε πουθενά, δεν είμαστε ξένοι πράκτορες, θα μείνουμε για να ζήσουμε και να εργαστούμε στην Ρωσία», επέμενε τον περασμένο Μάρτιο ο Ντμίτρι Μουράτοφ, την ώρα που πολλοί αντικαθεστωτικοί και δημοσιογράφοι έπαιρναν τον δρόμο της εξορίας μετά την φυλάκιση τον Ιανουάριο του πολέμιου του Κρεμλίνου, του Αλεξέι Ναβάλνι.
Η εφημερίδα δημοσίευσε αποκαλύψεις για εξωδικαστικές εκτελέσεις, για τις διώξεις κατά των ομοφυλοφίλων στην Τσετσενία και συμμετείχε στις διεθνείς έρευνες των Panama Papers
Βαρύ τίμημα
Ο τσετσένος ηγέτης Ραμζάν Καντίροφ την έχει επανειλημμένα απειλήσει δημοσίως.
Η Novaïa Gazeta έχει πληρώσει από την ίδρυσή της βαρύ τίμημα για το δημοσιογραφικό της έργο. Έξι συνεργάτες της έχουν σκοτωθεί από την έκδοσή της το 1993.
Η πιο γνωστή περίπτωση είναι η δολοφονία της Άννα Πολιτκόφσκαγια, γνωστής για την επικριτική της στάση απέναντι στην πολιτική του Κρεμλίνου στην Τσετσενία. Δολοφονήθηκε στις 7 Οκτωβρίου 2006 στην είσοδο του κτιρίου όπου κατοικούσε. Οι εντολείς της δολοφονίας της δεν έχουν βρεθεί.
«Δεν είναι για κανέναν μυστικό ότι όταν σκοτώθηκε η Άννα Πολιτκόφσκαγια, ήθελα να κλείσω την εφημερίδα... Αυτή η εφημερίδα είναι επικίνδυνη για την ζωή των ανθρώπων», είχε πει στο AFP (Γαλλικό Πρακτορείο) ο Ντμίτρι Μουράτοφ, ο ιστορικός διευθυντής της, στην θέση του αδιαλείπτως από την δεκαετία του 1990.
Όμως οι δημοσιογράφοι τον πείθουν να συνεχίσει.
Το 2009 ήταν μια αιματηρή χρονιά. Τρεις συνεργάτες της εφημερίδας σκοτώθηκαν, ανάμεσά τους και η Νατάλια Εστεμίροβα, συνεργάτις της Αννα Πολιτκόφσκαγια.
Η Νατάλια Εστεμίροβα, η οποία εκπροσωπούσε την μη κυβερνητική οργάνωση υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων Memorial στην Τσετσενία και συνεργαζόταν με την Novaïa Gazeta, απήχθη στο Γκρόζνι. Βρέθηκε λίγο μετά νεκρή στην γειτονική δημοκρατία της Ινγκουσετίας.
Η ιστορία της Novaïa Gazeta αρχίζει το 1993, όταν οι δημοσιογράφοι της Komsomolskaïa Pravda αποφασίζουν να ιδρύσουν την δική τους εφημερίδα.
Ο τελευταίος σοβιετικός ηγέτης, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, συμβάλλει στην ίδρυσή της, δαπανώντας τα χρήματα του Νόμπελ Ειρήνης του 1990 για την αγορά ηλεκτρονικών υπολογιστών για την σύνταξη της εφημερίδας, σύμφωνα με τον πρώτο διευθυντή της Σεργκέι Κοζεούροφ.
Η έρευνα
Σήμερα, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ εξακολουθεί να κατέχει μαζί με τον επιχειρηματία Αλεξάντρ Λέμπεντεφ, που τηρεί επικριτική στάση απέναντι στην ρωσική ηγεσία, μειοψηφικό μερίδιο μετοχών της εφημερίδας. Το υπόλοιπο μερίδιο ανήκει στην συντακτική ομάδα.
Το πρώτο φύλλο κυκλοφορεί την 1η Απριλίου 1993 με την ονομασία «Νέα Καθημερινή Εφημερίδα», για να γίνει στην συνέχεια «Νέα Εφημερίδα» (Novaïa Gazeta).
«Ήμασταν χωρισμένοι σε τρεις ομάδες: την μία μέρα ήμασταν δημοσιογράφοι, μια άλλη ήμασταν τυπογράφοι και μια άλλη μέρα γραφίστες», περιγράφει η συντακτική ομάδα στην ιστοσελίδα της, αστειευόμενη για τα περιορισμένα μέσα που η εφημερίδα διέθετε εκείνη την εποχή.
Πολύ γρήγορα η εφημερίδα ξεχωρίζει για την έμφαση που δίνει στις έρευνες.
Διαφθορά, υποθέσεις που εμπλέκουν την εξουσία: η εφημερίδα ερευνά όλα τα ευαίσθητα θέματα, ανάμεσά τους θέματα τα οποία, με την ανάληψη της εξουσίας από τον Βλαντίμιρ Πούτιν το 2000, τα υπόλοιπα ρωσικά μέσα ενημέρωσης ούτε που αγγίζουν. Και πριν απ' όλα, τον πόλεμο στην Τσετσενία.
Ακόμη σήμερα, η εφημερίδα, που πλέον εκδίδεται τρεις φορές την εβδομάδα, συνεχίζει να δημοσιεύει μεγάλα άρθρα έρευνας σε δηκτικό τόνο, γεγονός που την βάζει στο στόχαστρο των ρωσικών αρχών.
Η Novaïa Gazeta ξεχώρισε από τα άλλα ρωσικά μέσα ενημέρωσης με τις έρευνές της για τους στρατιώτες της Ρωσίας, μέλη της παραστρατιωτικής ομάδας Wagner, που αναπτύσσονται σε πεδία μάχη στο εξωτερικό, παρά τις διαψεύσεις του Κρεμλίνου.
Το 2016, καταγγέλλει την ύπαρξη ενός πολύπλοκου δικτύου από εταιρείες-βιτρίνα που ανήκουν σε πρόσωπα του περιβάλλοντος του Πούτιν στο πλαίσιο της έρευνας Panama Papers, της Διεθνούς Κοινοπραξίας Ερευνητών Δημοσιογράφων.
Τον Απρίλιο 2017, η εφημερίδα αποκαλύπτει την ύπαρξη «μυστικών στρατοπέδων κράτησης» για τους ομοφυλόφιλους στην Τσετσενία.
Η Novaïa Gazeta χαίρει εκτίμησης στο εξωτερικό, όπου έχει λάβει σειρά βραβείων. Στην Ρωσία η απήχησή της είναι μικρή και διαβάζεται κυρίως από την φιλελεύθερη διανόηση.