Ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Άντονι Μπλίνκεν αναμένεται σήμερα στην Αϊτή για να εκφράσει την υποστήριξη των ΗΠΑ στην πολυεθνική οπλισμένη δύναμη που εντέλλεται να βοηθήσει στην αποκατάσταση της ασφάλειας στο κράτος της Καραϊβικής που σαρώνει η βία συμμοριών, αλλά η ανάπτυξή της δεν έχει ακόμη προχωρήσει και η χρηματοδότησή της είναι ως τώρα περιορισμένη.
Το ταξίδι του κ. Μπλίνκεν, το πρώτο που θα κάνει αμερικανός υπουργός Εξωτερικών στην Αϊτή από το 2015, καταγράφεται καθώς η αστυνομική δύναμη υπό ηγεσία της Κένυας δυσκολεύεται να φέρει χειροπιαστά αποτελέσματα για τους Αϊτινούς.
Η Πολυεθνική Αποστολή Υποστήριξης Ασφαλείας (ΠΑΥΑ), με πράσινο φως του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, αναπτύχθηκε για να βοηθήσει την αϊτινή αστυνομία να ανακτήσει τον έλεγχο στη φτωχότερη χώρα της Καραϊβικής, που μαστίζεται από την εγκληματικότητα, πολιτικές κρίσεις και φυσικές καταστροφές εδώ και δεκαετίες.
Έχουν καταφθάσει δυο αποσπάσματα ως τώρα —οι πρώτοι 200 κενυάτες αστυνομικοί στα τέλη του Ιουνίου, άλλοι 200 στα μέσα Ιουλίου— και αναμένονται άλλοι περίπου 600. Ο αριθμός αυτός όμως απέχει ακόμη πολύ από τους 2.500 αστυνομικούς που προβλεπόταν να αναπτυχθούν αρχικά.
Στους δρόμους της πρωτεύουσας Πορτ-ο-Πρενς, η απόγνωση είναι απτή, με πολλούς κατοίκους απηυδισμένους από την ακατάπαυστη βία των συμμοριών, οι οποίες διαπράττουν φόνους, λεηλασίες, βιασμούς, απαγωγές...
Ο κ. Μπλίνκεν, ο οποίος αύριο Παρασκευή θα μεταβεί στη γειτονική Δομινικανή Δημοκρατία, αναμένεται να συναντηθεί στην Πορτ-ο-Πρενς με τον νέο μεταβατικό πρωθυπουργό Γκάρι Κονίλ, μέλη του Συμβουλίου Μετάβασης, καθώς και με τους επικεφαλής της ΠΑΥΑ και της αϊτινής αστυνομίας, σύμφωνα με ανακοίνωση Τύπου του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
«Διαπιστώνουμε θεαματική αύξηση των περιπολιών και των επιχειρήσεων με σκοπό να αποκατασταθεί η αίσθηση της ασφάλειας και το αίσθημα της ομαλότητας στην Αϊτή», δήλωσε σε δημοσιογράφους ο Μπράιαν Νίκολς, υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για το δυτικό ημισφαίριο.
«Αλλά χρειάζεται επίσης να δούμε πρόοδο και στο πολιτικό επίπεδο», πρόσθεσε, σημειώνοντας πως ο κ. Μπλίνκεν θα ασκήσει πίεση για να προχωρήσει η οργάνωση εκλογών — έχουν να γίνουν από το 2016 στη χώρα.
Αναμένεται επίσης να καλέσει τις αϊτινές αρχές να «διενεργήσουν έρευνες» όσον αφορά κατηγορίες για διαφθορά που βαραίνουν γνωστές προσωπικότητες, είπε ο κ. Νίκολς.
Στη θεωρία, η ΠΑΥΑ θα φθάσει να έχει 2.500 μέλη —πέραν της Κένυας, υποσχέθηκαν να στείλουν δυνάμεις το Μπανγκλαντές, το Μπενίν, το Τσαντ, οι Μπαχάμες και τα Μπαρμπάντος—, όμως η άφιξή τους καθυστερεί και η χρηματοδότησης της αποστολής, που εκτιμάται πως θα φθάνει τα 600 εκατομμύρια δολάρια ετησίως, παρομοίως.
Η Ουάσιγκτον, ο βασικός χρηματοδότης, έχει διαθέσει πάνω από 300 εκατομμύρια δολάρια σε κεφάλαια και υλικό, συμπεριλαμβανομένων δεκάδων τεθωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού, εξοπλισμού νυχτερινής κατόπτευσης, ασυρμάτων, σκηνών κ.λπ., θύμισε ο κ. Νίκολς.
Όμως «χρειαζόμαστε και η υπόλοιπη διεθνής κοινότητα να συνεισφέρει μεγαλύτερη οικονομική συμβολή, ώστε η δύναμη να μπορέσει να συνεχίσει να επιχειρεί και άλλες χώρες να μπορέσουν να στείλουν τις μονάδες τους», πρόσθεσε.
Προς τον σκοπό αυτό, οι ΗΠΑ δεν αποκλείουν τροποποίηση της εντολής της ΠΑΥΑ, η οποία παρότι έχει εξουσιοδοτηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, δεν είναι ειρηνευτική αποστολή των Ηνωμένων Εθνών, δεν έχει καμιά σχέση με τον διεθνή οργανισμό.
«Ο σκοπός μας είναι να έχουμε αποτελεσματική, ισχυρή αποστολή, ικανή να φέρει το είδος της προόδου ως προς την ασφάλεια που αξίζει ο αϊτινός λαός (...). Η ανάπτυξη επίσημης ειρηνευτικής δύναμης είναι ένας από τους τρόπους να το κάνουμε, όμως εξετάζουμε πολλούς τρόπους για να καταλήξουμε εκεί», πάντα σύμφωνα με τον Μπράιαν Νίκολς.
Η Αϊτή έχει οδυνηρές αναμνήσεις από την ανάπτυξη ειρηνευτικών αποστολών του ΟΗΕ στο παρελθόν και αρκετές χώρες, ξεκινώντας από τις ΗΠΑ, τάσσονται κατά της ιδέας να αναπτυχθεί νέα το τρέχον διάστημα.
Την 30ή Σεπτεμβρίου προβλέπεται να διεξαχθεί ψηφοφορία στο ΣΑ για την ανανέωση της εντολής της ΠΑΥΑ.
Στη Δομινικανή Δημοκρατία, ο κ. Μπλίνκεν αναμένεται να συναντηθεί με τον πρόσφατα επανεκλεγμένο πρόεδρο Λουίς Αμπιναδέρ, μερικές ημέρες μετά την κατάσχεση του αεροσκάφους που χρησιμοποιούσε ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο στη χώρα αυτή.