Αντιμέτωπη με την επιδείνωση του οικονομικού κλίματος και με την αλλαγή στάσης παραγόντων εντός και εκτός Ελλάδος βρίσκεται τώρα η κυβέρνηση καθώς επιτυγχάνει το στόχο της παράτασης των συζητήσεων για το ασφαλιστικό μέχρι και τα τέλη Φεβρουαρίου. ΣΥνδέοντας προσεκτικά τις εξελίξεις και τις ενδείξεις σκιαγραφείται ένα νέο περιβάλλον που φαίνεται ότι ευνοεί την επαναφορά σεναρίων πολιτικών ανατροπών και «ατυχημάτων», η αποφυγή των οποίων απαιτεί συντεταγμένη και αποφασιστική πολιτική δράση.
Η –αναμενόμενη- αναβολή της άφιξης των επικεφαλής των τεχνικών κλιμακίων της τρόικας ερμηνεύεται ως πρώτη ένδειξη μιας νέας διελκυστίνδας με την κυβέρνηση η οποία θα οδηγήσει σε παράταση της αξιολόγησης έως και τα τέλη Φεβρουαρίου ή ακόμα και τα μέσα Μαρτίου, ενώ η τελική έκθεση αξιολόγησης αναμένεται στο τέλος του Μαρτίου.
Αν και τα media επιμένουν να παρουσιάζουν το σκηνικό της επιμήκυνσης των διαπραγματεύσεων ως «είδηση», εν τούτοις κάτι τέτοιο δεν ισχύει, καθώς υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι τόσο της τρόικας όσο και του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου έχουν κατ επανάληψη επισημάνει ότι η ΕΕ δεν είναι έτοιμη να ανοίξει το κεφάλαιο χρέος.
Η τοποθέτηση αυτή που έχει ακουστεί από τα χείλη του Γερούν Ντάισελμπλου, από διαρροές κύκλων του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και από τον αρμόδιο επίτροπο Πιερ Μοσκοβισί, έκρυβε εξ αρχής το μήνυμα της παράτασης των διαπραγματεύσεων.
Η ελληνική κυβέρνηση από την πλευρά της λαμβάνοντας το μήνυμα αυτό χαλάρωσε τις διαδικασίες ολοκλήρωσης του ασφαλιστικού και έδωσε προτεραιότητα στην επικοινωνιακή διαχείριση του κόστους της ασφαλιστικής μεταρρύθμισης, ενώ εστίασε σε άλλες δράσεις. Το Μαξίμου θεωρώντας ότι η επιμήκυνση των διαπραγματεύσεων αποτελεί θετική εξέλιξη σε πολιτικό επίπεδο επένδυσε στις νέες συνθήκες.
Ωστόσο η ελλιπής επικοινωνία κυβερνητικών παραγόντων με υπηρεσιακούς και τα προβλήματα συντονισμού του κυβερνητικού έργου αποκαλύπτονται προκαλώντας προβληματισμό και εγείροντας ερωτηματικά για τη δυνατότητα υλοποίησης των συμφωνηθέντων.
Τις αρνητικές εντυπώσεις που προκάλεσε η εικόνα ασυνεννοησίας και έλλειψης πολιτικής βούλησης επιχείρησε να αμβλύνει ο υπουργός Οικονομικών ξεκινώντας κύκλο επαφών με τους ομολόγους του. Αντίστοιχε πρωτοβουλίες έχει αναλάβει και ο Αλέξης Τσίπρας συναντώντας την Κριστίν Λαγκάρντ, ενώ έπονται και άλλες διμερείς επαφές του πρωθυπουργού.
Τρομαγμένοι τραπεζίτες
Το κλίμα όμως στην αγορά και τις τράπεζες βαίνει επιδεινούμενο, καθώς οι τραπεζίτες φαίνεται ότι δεν υιοθετούν ενιαία στάση απέναντι στην κυβέρνηση. Οι συστημικές τράπεζες εμφανίζονται διαιρεμένες απέναντι στην κυβερνητική πολιτική, σκηνικό που σε μεγάλο βαθμό είναι αποτέλεσμα της μάχης ηγεσίας που εκδηλώνεται σε αυτές και της στάσης που επιλέγει να τηρεί το Μαξίμου σε κάθε μια περίπτωση.
Όπως αποκάλυψε το sofokleousin.gr χθες το ελληνικό τραπεζικό σύστημα αν και ανακεφαλαιοποιημένο δεν είναι σε θέση να διαχειριστεί νέα κρίση στις σχέσεις κυβέρνησης-τρόικας, ενώ η παράταση των διαπραγματεύσεων επιδρά αρνητικά στην προσπάθεια επαναβεβαίωσης της εμπιστοσύνης προς τις τράπεζες.
Τόσο η Τράπεζα της Ελλάδος όσο και η Ένωση Ελληνικών Τραπεζών εισηγήθηκαν κατ ουσίαν τη μείωση του ELA για τις ελληνικές τράπεζες με τους τραπεζίτες να επιστρέφουν ρευστότητα στην ΕΚΤ που αγγίζει τα 15 δις. από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα.
Η επιλογή αυτή όμως αποδυναμώνει το διαπραγματευτικό χαρτί της κυβέρνησης, περιορίζει τη δέσμευση και το αναλαμβανόμενο ρίσκο από πλευράς των εταίρων, ενώ παράλληλα καθιστά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα πιο ευάλωτο.
Το πολιτικό σκηνικό
Η εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας επιδέχεται πολλών αναγνώσεων ως προς την συμβολή του στη διαμόρφωση της επόμενης ημέρας.
Η προοπτική πολιτικής κυριαρχίας της Νέας Δημοκρατίας στο μεσαίο χώρο με squeeze out του Ποταμιού και του ΠΑΣΟΚ, δημιουργεί συνθήκες παλινόρθωσης του δικομματισμού στην Ελλάδα.
Ωστόσο μέχρι τώρα η στρατηγική των εταίρων στόχευε στην κονιορτοποίηση του πολιτικού συστήματος με απώτερο σκοπό την επίτευξη ασταθών πολυκομματικών κυβερνήσεων οι οποίες δεν θα έχουν εναλλακτικές και δυνατότητα αντίστασης.
Από την άλλη πλευρά η διαφαινόμενη ισχυροποίηση της συντηρητικής παράταξης στην Ελλάδα δημιουργεί και προσδοκίες για ανατροπή του πολιτικού status quo στους ομόκεντρους ευρωπαϊκούς κύκλους.
Την ίδια στιγμή η κυβέρνηση Τσίπρα έχει επενδύσει πολλά στην προοδευτική στροφή της Ισπανίας η οποία θα δημιουργήσει χώρο για αριστερή στροφή του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι –κάτι που έχει αρχίσει να συμβαίνει-, προσφέροντας στον Φρανσουά Ολάντ τη δυνατότητα να ηγηθεί του αριστερόστροφου άξονα των Νοτίων της ΕΕ, στους οποίους περιλαμβάνεται και η Πορτογαλία.
Οι αντίρροπες πολιτικά δυνάμεις που αναπτύσσονται οδηγούν όμως σε ντε φάκτο ανακατανομή σφαιρών επιρροής και αναπροσαρμογή των πολιτικο-επιχειρηματικών ισορροπιών.
Υπ αυτό το πρίσμα η καθυστέρηση της αξιολόγησης εισάγει αβεβαιότητα για την έκβαση του πολιτικού μπρα-ντε-φερ το οποίο θα επηρεάσει καταλυτικά την πορεία της χώρας και της οικονομίας.
Τα σενάρια πολιτικών ανατροπών
Το τοπίο που δημιουργείται όμως ευνοεί την πολιτική αποσταθεροποίηση, ενώ η προοπτική διαμόρφωσης νέου πολιτικού δίπολου φαίνεται ότι επαναφέρει το καμένο σενάριο κυβέρνησης εθνικής σωτηρίας με τεχνοκράτες.
Σε αυτό το πλαίσιο μπορεί να τοποθετηθεί το επικοινωνιακό ντεμαράζ του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννη Στουρνάρα. Ο κ. Στουρνάρας επέλεξε με τηλεοπτική του συνέντευξη να επαναφέρει στο προσκήνιο το θέμα του Grexit, του παράλληλου νομίσματος και το σενάριο εισβολής στο νομισματοκοπείο.
Εστιάζοντας μάλιστα στις πρωτοβουλίες που ο ίδιος ανέλαβε για την προστασία της χώρας, στα όρια της πολιτικής εκτροπής, είναι προφανές ότι επιχειρείται –δια της πλαγίας- η ισχυροποίηση του ηγετικού του προφίλ.
Η κίνηση αυτή από μόνη της μπορεί να μην σημαίνει τίποτα αλλά σε συνάρτηση με το πολιτικό σκηνικό, την επιμήκυνση των διαπραγματεύσεων και τις αμφιβολίες των εταίρων για τη δυνατότητα της κυβέρνησης να υλοποιήσει τα συμφωνηθέντα, η παρέμβαση Στουρνάρα φαίνεται ότι έχει σαφή πολιτικό στόχο.
Αν μάλσιτα συνυπολογιστούν και πρωτοβουλίες για πολιτική συννενόηση που ανέλαβε ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, πριν από λίγες εβδομάδες καθώς και -αδικαιολόγητη- μείωση του ELA χωρίς ενστάσεις, τότε αποκαλύπτεται η πρόθεσή του να οικοδομήσει ένα ισχυρό φιλο-γερμανικό ηγετικό πρότυπο, μιας προσωπικότητας που μπορεί να φέρει εις πέρας δύσκολες αποστολές και να επιβληθεί στο πολιτικό σύστημα.