Νέο μέτωπο ανοίγει στην υποσαχάρια Αφρική μετά την ανάληψη της εξουσίας από τους στρατιωτικούς στον Νίγηρα, την τρίτη κατά σειρά χώρα της περιοχής μετά το Μαλί και τη Μπουρκίνα Φάσο.
Η ανατροπή του προέδρου Μοχάμεντ Μπαζούμ τον οποίο οι στρατιωτικοί χαρακτηρίζουν διεφθαρμένο, πυροδότησε μια νέα παγκόσμια εστία σύγκρουσης συμφερόντων, με τη συμμετοχή μεγάλων δυνάμεων όπως οι ΗΠΑ, η Γαλλία, η Ρωσία μέσω Βάγκνερ και η Τουρκία, αλλά και περιφερειακών δυνάμεων με πιο σημαντική τη Νιγηρία. Στην περιοχή δρουν και τζιχαντιστικές ομάδες, που άλλες έχουν αναγνωρίσει το Ισλαμικό Κράτος όπως η Μπόκο Χαράμ ή άλλες που δρουν χωρίς το μανδύα του.
Ο Νίγηρας ήταν εξαιρετικά σημαντικός για τη Γαλλία από όπου έπαιρνε το απαραίτητο ουράνιο για τα πυρηνικά της εργοστάσια σε πολύ χαμηλή τιμή σχέση με την παγκόσμια αγορά. Και παράλληλα αντιμετωπίζει την αποχώρηση των συμφερόντων της από τη περιοχή προς όφελος της Τουρκίας και της Ρωσίας.
Οι χώρες που συμμετέχουν στην οικονομική ένωση της δυτικής Αφρικής έχουν απειλήσει το Νίγηρα με στρατιωτική επέμβαση, ενώ και οι ΗΠΑ έχουν εκφράσει την αντίθεσή τους και έχουν ζητήσει να μη δικαστεί ο έκπτωτος πρόεδρος όπως ανακοίνωσαν οι στρατιωτικοί.
Οι χώρες που συμπαρίστανται στο Νίγηρα είναι η Μπουρκίνα Φάσο και το Μαλί, ενώ στις χώρες της Δυτικής Αφρικής που απειλούν αρχηγικό ρόλο διεκδικεί η Νιγηρία, αλλά αν προχωρήσει μια σύγκρουση έστω και ελεγχόμενη, κερδισμένοι θα βγουν οι τζιχαντιστές, που καθημερινά δρουν κατά των στρατιωτικών δυνάμεων.
Ενδιαφέρον για την Αφρική έχει δείξει η Ρωσία με τον πρόεδρο Πούτιν να συγκαλεί σύνοδο Ρωσίας-Αφρικής και προτείνει εταιρική σχέση στους ηγέτες της «μαύρης ηπείρου», χαρίζοντας παράλληλα σε πολλές χώρες και χρέη του. Η ετιαρική σχέση σύμφωνα με τη Μόσχα περιλαμβάνει παροχή τεχνογνωσίας, αναπτυξιακή βοήθεια, συμμετοχή σε έργα υποδομής με έμφαση στα ενεργειακά, συμμετοχή Αφρικανών φοιτητών σε ρωσικά Πανεπιστήμια και εκπαίδευση στις ένοπλες δυνάμεις των χωρών.
Η ρωσική πρόταση είναι διαφορετική από τις κινεζικές ενέργειες που χρηματοδοτούν υποδομές και δανειοδοτόύν τις χώρες αυτές, ενώ στην Αφρική ετοιμάζεται να κάνει αισθητή της παρουσία της και η Ινδία, στο πλαίσιο του παγκόσμιου ρόλου της.
Προηγήθηκε πριν περίπου ένα χρόνο η σύσκεψη ΗΠΑ-Αφρικής στην οποία ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν συναντήθηκε με τους ηγέτες των χωρών αλλά από αυτή αποκλείστηκαν εκείνες που είχαν στρατιωτικά καθεστώτα καθώς η δημοκρατική προεδρία των ΗΠΑ δίναι έμφαση στα δικαιώματα.
Βέβαια μέσα σε όλο αυτό σκηνικό η Τουρκία προωθεί τα συμφέροντά της ανεξάρτητα από όλους τους άλλους «παίκτες» με έμφαση στο Ισλάμ και τη χρηματοδότηση όχι απευθείας των χωρών μέσω των κυβερνήσεών τους ως βοήθεια, αλλά μέσω τουρκικών ιδρυμάτων που αποτελούν το «μακρύ χέρι» της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Η Τουρκία έχει μεγάλη παρουσία στη Λιβύη αλλά στις υποσαχάριες έχει παρουσία μέσω των ιδρυματων χρηματοδοτώντας «σχολεία» και θρηκευτικές μουσουλμανικές δομές, καθώς και δίνει τη δυνατότητα εκπαίδευσης στα τουρκικά πανεπιστήμια πολλών υπότροφων.
Πάντως δύο είναι τα βασικά δεδομένα: πρώτον ότι ανοίγει ένα νέο πολεμικό μέτωπο, μετα αυτά στη Λιβύη, την Αιθιοπία, το Σουδάν, και τη Σομαλία, πάράλληλα με τα χτυπήματα των τζιχαντιστών σε τουλάχιστον 10 χώρες της υποσαχάριας και κεντρικής Αφρικής και δεύτερον ότι μειώνεται δραμματικά η παρουσία της Γαλλίας σε περιοχή που αποτελείται κυρίως από πρώην αποικίες της και της Δύσης γενικότερα, αφού σχεδόν όλες οι χώρες της Αφρικής επιχειρούν να καταστούν πλήρως ανεξάρτητες στην μετάαποικιοκρατική εποχή (κυρίως από πολυεθνικές εταιρίες στις πλουτοπαραγωγικές πηγές και λιγότερο από χώρες απευθείας).
Η εκρηκτική κατάταση αυτή θα αυξήσει τις μεταναστευτικές ροές στην Ευρώπη και με ή χωρίς επέμβαση των Αφρικανικών χωρών θα ανοίξει άλλο ένα πολεμικό μέτωπο διαφορετικό από αυτό της Ουκρανίας αλλά παγκόσμιες επιπτώσεις.
Στην περίπτωση που η Δύση και κυρίως ΗΠΑ και Γαλλία θα επιλέξουν την στρατιωτική επέμβαση θα επιλέξουν να γίνει μέσω αντιπροσώπων, να ελαχιστοποιήσουν τις επιτπώσεις, καθώς είναι νωπές οι μνήμες από την αποχώρηση των Αμερικανών από το Αφγανιστάν και την ανάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν και της συνέχισης του πολέμου στην Ουκρανία.