Θέσεις σε ελληνικές μετοχές και ομόλογα σπεύδουν να πάρουν ισχυρά διεθνή επενδυτικά χαρτοφυλάκια, προκαλώντας ασυνήθιστη κινητικότητα στις ελληνικές αγορές, που για περισσότερο από μια δεκαετία έχουν παραμείνει έξω από το στόχαστρο των σοβαρών διεθνών κεφαλαίων, εξαιτίας της υποβάθμισης των ομολόγων στην κατηγορία "junk" («σκουπίδια») και του χρηματιστηρίου από τις ανεπτυγμένες στις αναδυόμενες αγορές.
Χρηματιστές και τραπεζικά στελέχη τονίζουν ότι σε μετοχές και ομόλογα έχει αρχίσει ήδη να παίζεται το στοίχημα της αναβάθμισης του ελληνικού αξιόχρεου στην επενδυτική βαθμίδα (investment grade). Οι πιο τολμηροί ξένοι επενδυτές αρχίζουν μάλιστα να προεξοφλούν ότι αυτό θα συμβεί νωρίτερα από αναμενόμενο, αμέσως μετά το Πάσχα. Μετά την αναβάθμιση των ομολόγων θα είναι θέμα χρόνου και η επιστροφή των ελληνικών μετοχών στους δείκτες ανεπτυγμένων αγορών της MSCI.
Ουσιαστικά, οι ελληνικοί τίτλοι -ομόλογα και μετοχές- θα μπορούν, μετά τις αναβαθμίσεις, να αντλήσουν κεφάλαια από την τεράστια «λίμνη» των κεφαλαίων που κινούνται στις ανεπτυγμένες αγορές και είναι πολλαπλάσια από αυτά που τοποθετούνται στις αναδυόμενες οικονομίες υψηλού κινδύνου, όπου έχει υποβαθμισθεί η Ελλάδα μετά το ξέσπασμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας.
Νωρίτερα οι αναβαθμίσεις
Στους διεθνείς επενδυτικούς κύκλους αρχίζει να επικρατεί η εκτίμηση ότι η Ελλάδα δεν θα χρειασθεί να περιμένει ως το τέλος του 2023 ή ακόμη και το 2024 για να ανακτήσει την επενδυτική βαθμίδα, καθώς πλέον προβλέπεται ότι αυτό πιθανότατα θα συμβεί στις 21 Απριλίου, που είναι προγραμματισμένη η ανακοίνωση του αμερικανικού οίκου S&P για το ελληνικό αξιόχρεο.
Η S&P βαθμολογεί την Ελλάδα με BB+, δηλαδή μόλις ένα σκαλοπάτι χαμηλότερα από την επενδυτική βαθμίδα. Ο οίκος απέφυγε τον Οκτώβριο να προχωρήσει σε αναβάθμιση, παρότι έχει ανεβάσει σε «θετική» την προοπτική του ελληνικού χρέους, κάτι που σημαίνει ότι μέσα στο επόμενο 12μηνο είναι πιθανή μια αναβάθμιση. Αυτό συνέβη κυρίως εξαιτίας της έντονης αβεβαιότητας που είχε δημιουργήσει ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι οικονομικές του συνέπειες.
Όμως, όπως εκτιμάται τώρα, η αναβάθμιση είναι πολύ πιθανή τον Απρίλιο, καθώς οι εσωτερικές και διεθνείς παράμετροι που αξιολογούνται έχουν βελτιωθεί σημαντικά. Ο προϋπολογισμός του 2022 εκτελέσθηκε με θετική απόκλιση από τους στόχους, ενώ η ελληνική οικονομία το 2023 θα υποστεί μεν μια σοβαρή επιβράδυνση, αλλά αναμένεται να διατηρήσει καλύτερο ρυθμό ανάπτυξης από τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Παράλληλα, η Ευρώπη φαίνεται να κερδίζει το στοίχημα του εφοδιασμού με φυσικό αέριο και οι τιμές του αποκλιμακώνονται, οδηγώντας και στην υποχώρηση του πληθωρισμού.
Όσον αφορά το τραπεζικό σύστημα, που παρακολουθείται στενά από τους οίκους αξιολόγησης, δεν φαίνεται να διατρέχει σοβαρό κίνδυνο επιδείνωσης της ποιότητας των χαρτοφυλακίων με τη δημιουργία μιας νέας γενιάς κόκκινων δανείων.
Με αυτά τα δεδομένα, θεωρείται πιθανή η αναβάθμιση πρώτα από την Fitch στις 27 Ιανουαρίου, που θα φέρει την αξιολόγηση ένα σκαλί κάτω από την επενδυτική βαθμίδα του οίκου, ενώ αναμένεται να ακολουθήσει τα ίδια βήματα στις 21 Απριλίου η S&P, που θα γίνει και ο πρώτος οίκος, ο οποίος θα αποδώσει και πάλι στην Ελλάδα την επενδυτική βαθμίδα.
Χρήμα σε ομόλογα και μετοχές
Προεξοφλώντας την αναβάθμιση, επενδυτικά κεφάλαια του εξωτερικού κάνουν κινήσεις στις ελληνικές αγορές που δείχνουν ότι αρχίζουν να λαμβάνουν σοβαρές επενδυτικές θέσεις:
- Στην έκδοση των νέων 10ετών ομολόγων, την Τρίτη, η ζήτηση τίτλων συνολικά πλησίασε τα 22 δισ. ευρώ, ποσό εξαιρετικά υψηλό, που επέτρεψε στον Οργανισμό Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους να αντλήσει 3,5 δισ. ευρώ, καλύπτοντας με μια κίνηση το μισό πρόγραμμα δανεισμού όλου του έτους. Το ποσό της ζήτησης τίτλων δεν ήταν «φουσκωμένο» από υπερβολική ζήτηση εκ μέρους κερδοσκοπικών κεφαλαίων (hedge funds), τα οποία περιορίσθηκαν στο 11% της τελικής κατανομής τίτλων. Εταιρείες διαχείρισης κεφαλαίων κάλυψαν σχεδόν τη μισή έκδοση (47%), ενώ σε τράπεζες κατευθύνθηκε το 27% των τίτλων.
- Στη χθεσινή συνεδρίαση του χρηματιστηρίου, ακόμη και έμπειροι χρηματιστές εξεπλάγησαν από τις τεράστιας αξίας συναλλαγές που συγκεντρώθηκαν λίγο πριν τη λήξη της συνεδρίασης, στη διάρκεια των δημοπρασιών, και ανέβασαν κατακόρυφα τον τζίρο της συνεδρίασης από τα 75 στα 191 εκατ. ευρώ. Μάλιστα, αυτές οι μεγάλου ύψους συναλλαγές δεν έγιναν σε πακέτα και η εικόνα της αγοράς θύμιζε τις συνεδριάσεις όπου γίνεται ανακατάταξη θέσεων (rebalancing) από funds που παρακολουθούν τους δείκτες της MSCI κάθε φορά που αλλάζει η σύνθεσή τους για να προστεθούν νέες ελληνικές μετοχές.
Σύμφωνα με την επικρατέστερη ερμηνεία, προηγήθηκε συστηματικό «μάζεμα» σημαντικών μετοχών με μικρότερες, επιμέρους συναλλαγές, ώστε να μην εκτιναχθούν στα ύψη οι τιμές, για μεταβιβασθούν χθες οι μετοχές που συγκεντρώθηκαν στον τελικό παραλήπτη τους -γίνεται λόγος για τη δεύτερη μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων, τη Vanguard.
Οι εισροές κεφαλαίων έχουν ήδη φέρει τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου πολύ κοντά στο «στοιχειωμένο» όριο των 1.000 μονάδων, με άνοδο 6,43% από την αρχή του έτους, ενώ η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου στη δευτερογενή αγορά, που πέρυσι είχε ξεπεράσει και το 5%, χθες υποχώρησε χαμηλότερα από 4%.