Μόλις λίγες ώρες μετά τις σχετικές ανακοινώσεις της ολλανδικής κυβέρνησης και η Ουγγαρία ανακοίνωσε ότι επιδιώκει μία «εξαίρεση» από τον Κανονισμό του Δουβλίνου που διέπει την παροχή ασύλου στην ΕΕ. Πρόκειται για το αποκαλούμενο opt-out, το οποίο, όπως ανέφερε ο Ούγγρος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Γιάνος Μπόκα την Τετάρτη στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο, είναι πλέον «αναγκαίο».
«Όπως και η Ολλανδία, έτσι και η Ουγγαρία θεωρεί ότι στη μεταναστευτική πολιτική είναι αναγκαίοι πιο αυστηροί έλεγχοι σε εθνικό επίπεδο, προκειμένου να προστατεύσουμε την κυριαρχία μας», ανέφερε χαρακτηριστικά. Η ιδεολογική συγγένεια είναι δεδομένη ανάμεσα στo κυβερνών κόμμα Fidesz της Ουγγαρίας και τη νέα ολλανδική κυβέρνηση υπό την επιρροή του Γκερτ Βίλντερς και του ακροδεξιού κόμματος PVV. Από κοινού οι δύο χώρες επιχειρούν τώρα να ασκήσουν πιέσεις στην Κομισιόν, αλλά και τα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Η υπουργός Ασύλου Μαργιολίν Φάμπερ, μέλος του PVV, δηλώνει ξεκάθαρα ότι σκοπεύει να θεσπίσει «την πιο σκληρή πολιτική ασύλου όλων των εποχών» στην Ολλανδία. Προκειμένου να το επιτύχει, θέλει να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση «έκτακτης ανάγκης», ώστε να νομοθετεί χωρίς τη συνδρομή του Κοινοβουλίου.
Ουγγρική προεδρία στην ΕΕ εναντίον …ΕΕ
Για το β' εξάμηνο του 2024 η Ουγγαρία ασκεί την εκ περιτροπής προεδρία της ΕΕ. Θεωρητικά ο Ούγγρος υπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων θα όφειλε να υπερασπίζεται και όχι να τορπιλίζει την κοινή ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, η οποία μόλις τον περασμένο Απρίλικο υιοθετήθηκε από την Ευρωβουλή και την πλειοψηφία των κρατών-μελών, μετά από πολυετείς και επίπονες διαπραγματεύσεις. Αλλά ο Γιάνος Μπόκα προτιμά να εμφανίζεται ως ανυποχώρητος υπερασπιστής των εθνικών συμφερόντων.
Έτσι, η Βουδαπέστη αρνείται να εφαρμόσει την ευρωπαϊκή συμφωνία για το άσυλο, αν και θεωρητικά υποχρεούται να το πράξει. Ήδη προ ημερών ο Ούγγρος πρωθυπουργός Βίκτορ Όρμπαν εξέφρασε την ικανοποίησή του και για το γεγονός ότι η Γερμανία διενεργεί ελέγχους σε όλα τα σύνορά της. Στην Ιταλία η ακροδεξιά πρωθυπουργός Τζόρτζια Μελόνιέχει προ πολλού κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης στο μεταναστευτικό. Δεν αποκλείεται η Ιταλία να είναι η επόμενη χώρα που θα ζητήσει επισήμως ένα opt-out από την κοινή πολιτική ασύλου.
Πάντως, η ευρωβουλευτής των Γερμανών σοσιαλδημοκρατών (SPD) Μπίργκιτ Σίπελ, που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις για την ευρωπαϊκή πολιτική ασύλου, θεωρεί ότι η απαίτηση για opt-out δεν μπορεί να υλοποιηθεί. Όπως λέει η ίδια στην DW, «η ρήτρα της μη συμμετοχής σε μία κοινή πολιτική ασύλου θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνεται στις Ευρωπαϊκές Συνθήκες, οι οποίες δεν μπορεί να τροποποιηθούν, παρά μόνο με ομοφωνία. Και πολύ αμφιβάλλω εάν οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα εγκρίνουν μία μονομερή απόφαση της Ολλανδίας».
Το ίδιο ισχύει φυσικά και για την Ουγγαρία. Σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα δεν υπήρξε ποτέ εκ των υστέρων αίτημα για opt-out σε οποιαδήποτε ευρωπαϊκή πολιτική. Κάθε «εξαίρεση» είχε συμφωνηθεί εκ των προτέρων. Με αυτή τη λογική παλαιότερα η Δανία είχε εξασφαλίσει ένα μερικό opt-out από τη μεταναστευτική πολιτική και τη ζώνη Σένγκεν και η Πολωνία από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της ΕΕ.
Αλλαγή των Συνθηκών;
Θεωρητικά βέβαια, οι Ευρωπαϊκές Συνθήκες αλλάζουν. Ασφαλώς η Ολλανδία και η Ουγγαρία μπορούν να καταθέσουν σχετικό αίτημα στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Ωστόσο, πρόκειται για μία μακροχρόνια διαδικασία, την οποία εν τέλει θα πρέπει να επικυρώσουν όλα τα υπόλοιπα κράτη-μέλη, καθώς και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Στις Βρυξέλλες η εκπρόσωπος της Κομισιόν επισημαίνει ότι «έως ότου εγκριθεί μία αλλαγή των Συνθηκών, η Ολλανδία και η Ουγγαρία ασφαλώς δεσμεύονται από το ισχύον ευρωπαϊκό δίκαιο και υποχρεούνται να τηρούν πλήρως τις διατάξεις περί ασύλου».
Όπως επισημαίνει η Ελίζε Μούιρ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Καθολικό Πανεπιστήμιο του Λουβαίν, «δεν είναι δυνατόν ένα κράτος-μέλος να αποχωρεί από την ευρωπαϊκή νομοθεσία, αφότου αυτή έχει εγκριθεί. Το νόημα της συμμετοχής στην ΕΕ συνίσταται ακριβώς στην υποχρέωση εφαρμογής των νόμων που διέπουν την ΕΕ».
Η ακραία εθνικιστική κυβέρνηση της Ουγγαρίας επιβάλλει βέβαια τα τελευταία χρόνια ένα δικό της opt-out, καθώς πολύ απλά αγνοεί τους ευρωπαϊκούς κανόνες περί ασύλου. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο Λουξεμβούργο έχει καταδικάσει επανειλημμένα την πρακτική που ακολουθεί η Ουγγαρία στα σύνορα με τη Σερβία. Στην τελευταία του απόφαση, οι δικαστές έκριναν παράνομη την απόφαση της Βουδαπέστης που υποχρέωνε τους ενδιαφερόμενους να υποβάλουν αίτηση ασύλου όχι στα σύνορα, αλλά στην πρεσβεία της Ουγγαρίας στο Βελιγράδι ή στο Κίεβο.
Η Ουγγαρία αρνείται να συμμορφωθεί, με αποτέλεσμα το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο να επιβάλει πρόστιμο 200 εκατομμυρίων ευρώ συν ένα επιπλέον εκατομμύριο για κάθε ημέρα μη συμμόρφωσης. Καθώς ο Όρμπαν όχι μόνο δεν συμμορφώνεται, αλλά και δηλώνει υπερήφανος γι' αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρχίζει τώρα να εισπράττει η ίδια τα δέοντα, συμψηφίζοντας το πρόστιμο με τα ευρωπαϊκά κονδύλια που επρόκειτο να διατεθούν στην Ουγγαρία.
Ελάχιστες αιτήσεις ασύλου στην Ουγγαρία
Συν τοις άλλοις, παραμένει ανεξήγητο από που προέρχεται η τεράστια επιβάρυνση από τους αιτούντες άσυλο, για την οποία κάθε τόσο «κλαίγεται» η Ουγγαρία. Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Στατιστική Υπηρεσία, το 2023 κατέθεσαν αίτηση για παροχή ασύλου στην Ουγγαρία μόλις 30 άτομα.
Αλλά και η Ολλανδία, όπου το 2023 κατατέθηκαν 38.000 αιτήσεις ασύλου, παραμένει σαφώς κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ, όπως και η Ιταλία. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, τις περισσότερες αιτήσεις σε σχέση με τον πληθυσμό τους έχουν δεχθεί η Κύπρος, η Αυστρία, η Ελλάδα, το Λουξεμβούργο, η Γερμανία και η Βουλγαρία. Εάν η Ολλανδία έκλεινε τα σύνορά της με τη λογική του opt-out, θα ήταν ζήτημα χρόνου μία αντιπαράθεση με τις γειτονικές χώρες, καθώς οι άνθρωποι που δεν γίνονται δεκτοί στην Ολλανδία κατά πάσα πιθανότητα θα παρέμεναν στο Βέλγιο ή στη Γερμανία.
Ακόμη και η ίδια η Ολλανδέζα υπουργός Ασύλου, στην επιστολή που απηύθυνε προς την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, παραδέχεται ότι χρειάζεται χρόνος για μία αλλαγή των Συνθηκών. Κατά συνέπεια, εκτιμά η Γερμανίδα ευρωβουλευτής του SPD Μπίργκιτ Σίπελ, «η επιστολή της ακροδεξιάς ολλανδικής κυβέρνησης δεν είναι κάτι περισσότερο από μία συμβολική ενέργεια…»
Πηγή DW