Νέα φιλοσοφία σε ό,τι αφορά τη σύνθεση και την ανταμοιβή του προσωπικού τους υιοθετούν οι τράπεζες, προκειμένου να ακολουθήσουν τους ρυθμούς της ψηφιακής επανάστασης και να εφαρμόσουν πελατοκεντρικό μοντέλο λειτουργίας. Όσοι προσλαμβάνονται στις τράπεζες θα είναι κατά κανόνα 20ρηδες και 30ρηδες, οι 50ρηδες θα απομακρύνονται με προγράμματα εθελούσιας εξόδου, ενώ όλο και μεγαλύτερο μέρος των αμοιβών θα μεταβλητές, δηλαδή μπόνους με βάση την απόδοση.
Οι τραπεζικές διοικήσεις διαπιστώνουν ότι πλέον η εμπειρία στον χώρο της τραπεζικής δεν είναι κατ' ανάγκη το μεγαλύτερο ατού ενός εργαζομένου, αλλά μεγαλύτερη αξία έχει, σε ένα τραπεζικό σύστημα που υιοθετεί συνεχώς νέες τεχνολογίες, η εξοικείωση των εργαζομένων με αυτές και η δυνατότητα που έχουν να αφομοιώνουν συνεχώς τις τεχνολογικές αλλαγές.
Παράλληλα, το πελατοκεντρικό μοντέλο που εφαρμόζουν πλέον όλες οι τράπεζες αλλάζει ριζικά την καθημερινότητα των υπαλλήλων, οι οποίοι καλούνται όλο και περισσότερο να βρίσκονται σε επαφή με τους πελάτες και να πωλούν τραπεζικά προϊόντα. Και σε αυτόν τον τομέα, οι τραπεζικές διοικήσεις θεωρούν ότι πλεονέκτημα έχουν οι νεότεροι υπάλληλοι, που έχουν και μεγαλύτερη ευελιξία για να εκπαιδευθούν στις πωλήσεις τραπεζικών και ασφαλιστικών προϊόντων.
«Προσωπικό έτοιμο για το μέλλον»
Ενδεικτικές των τάσεων αυτών είναι οι προβλέψεις που έδωσε σήμερα η Τράπεζα Πειραιώς για την πολιτική της σε σχέση με τη διαχείριση προσωπικού στην περίοδο εφαρμογής του αναθεωρημένου επιχειρησιακού σχεδίου, δηλαδή έως και το 2028. Όπως σημειώνεται στη σχετική παρουσίαση, στόχος είναι να έχει η τράπεζα προσωπικό έτοιμο για το μέλλον ("future-ready workforce"), ενώ γίνεται λόγος για ανανέωση και αμοιβές με βάση την απόδοση.
Η τράπεζα αλλάζει την εργασιακή της κουλτούρα, για να προσελκύσει νέα ταλέντα, τονίζεται χαρακτηριστικά. Έτσι, από τα 7.400 άτομα που απασχολούσε στις 31/12/2024, η τράπεζα σκοπεύει, ως το τέλος του 2028, να μειώσει το προσωπικό κατά 1.200 άτομα -δεν αναφέρεται πώς θα γίνει η μείωση, αλλά ο κανόνας λέει ότι θα υπάρξουν και νέα προγράμματα εθελούσιας εξόδου, μικρότερα από τα παλαιά, για να φύγουν από την τράπεζα εργαζόμενοι μεγαλύτερων ηλικιών.
Η Πειραιώς προγραμματίζει, παράλληλα, 600 προσλήψεις για την περίοδο ως το τέλος του 2028 και άλλες 300 για τη νέα ψηφιακή τράπεζα Snapi. Έτσι, συνολικά το προσωπικό θα μειωθεί από 7.400 σε 7.100 άτομα, αλλά με σημαντική ηλικιακή ανανέωση. Όπως τονίζεται, για τα δύο τρίτα των νέων προσλήψεων θα προτιμηθούν άτομα ηλικίας 18 - 35 ετών.
Όσον αφορά τις αμοιβές, το νέο μοντέλο προβλέπει συνεχή αύξηση του μέρους της αμοιβής που δίνεται με κριτήρια απόδοσης (μεταβλητή αμοιβή). Το 2022, μόνο το 5% των αμοιβών ήταν μεταβλητές, το 2023 το ποσοστό αυξήθηκε στο 6%, το 2024 ανέβηκε ακόμη περισσότερο, στο 10% και στόχος είναι να αυξηθεί στο 12% στο τέλος του 2028. Στα ανώτερα στελέχη, το 60% των μπόνους δίνεται με τη μορφή χρηματοπιστωτικών μέσων (μετοχές).
Σημειώνεται ότι η Πειραιώς έχει χαμηλότερες αμοιβές από τον μέσο όρο του τραπεζικού συστήματος, που αντιστοιχούν στο 85% των άλλων τραπεζών και σκοπεύει να τις αυξήσει τα επόμενα χρόνια για να φθάσει στον μέσο όρο. Μέχρι το 2027, η τράπεζα σκοπεύει να εξαλείψει τις διαφορές αμοιβών με βάση το φύλο.
Οι υπάλληλοι θα πρέπει να βρίσκονται σε συνεχή εκπαίδευση, κάτι που εξηγεί άλλωστε και την προσπάθεια ηλικιακής ανανέωσης του προσωπικού. Οι ώρες εκπαίδευσης προγραμματίζεται να αυξηθούν από 40 σε 50 για κάθε υπάλληλο ετησίως.
Χάθηκαν 9.000 θέσεις εργασίας
Σημειώνεται ότι οι τράπεζες αξιοποίησαν την κρίση της πανδημίας και την επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών συστημάτων και εφαρμογών για να μειώσουν δραστικά το προσωπικό. Μέσα σε τέσσερα χρόνια (2020 - 2023), στις τέσσερις συστημικές τράπεζες χάθηκαν περισσότερες από 9.000 θέσεις εργασίας και έκλεισαν περισσότερα από 400 καταστήματα.
Συνολικά στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, η περίοδος της οικονομικής κρίσης (2009 - 2019) έφερε δραματική μείωση προσωπικού και καταστημάτων των τραπεζών, κατά 43% και 56% αντίστοιχα. Στα τέσσερα χρόνια που συνέπεσαν με την πανδημία και την αλλαγή της τραπεζικής εξυπηρέτησης, με στροφή στις ηλεκτρονικές υπηρεσίες, οι συστημικές τράπεζες μείωσαν περαιτέρω, κατά 25% περίπου, το προσωπικό τους και τα καταστήματα.
Τα υγειονομικά μέτρα έδωσαν την ευκαιρία στις διοικήσεις να επιταχύνουν τον ψηφιακό μετασχηματισμό, με τους πελάτες, θέλοντας και μη, να περνούν στις ψηφιακές υπηρεσίες, οι οποίες πλέον κυριαρχούν συντριπτικά στις περισσότερες καθημερινές συναλλαγές. Έτσι, οι τράπεζες περνούν σε ένα νέο οργανωτικό μοντέλο, όπου η πυκνότητα του δικτύου είναι αισθητά μειωμένη και τα καταστήματα γίνεται προσπάθεια να αξιοποιηθούν για την παροχή υπηρεσιών με μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία.