Την ξεκάθαρη άποψη ότι δεν συστήνεται η γενικευμένη χρήση μάσκας και γαντιών μίας χρήσης εκτός σπιτιού εξέφρασε στη σημερινή ενημέρωσή του ο εκπρόσωπος του υπουργείου Υγείας για τον κορονοϊό Σ. Τσιόδρας. Ωστόσο, επισήμανε ότι η χρήση μάσκας ίσως επαναξιολογηθεί ανάλογα με τα επιδημιολογικά δεδομένα όπως αυτά διαμορφώνονται στη χώρα μας κυρίως για την πιθανή μέταδοση του ιού από ασυμπτωματικούς ή ασθενείς με ήπια συμπτώματα.
Ο Σ. Τσιόδρας συμπλήρωσε ότι δεν συστήνεται ή μπορεί ακόμη να είναι και επικίνδυνη η χρήση ιατρικών μασκών με βαλβίδα (μάσκες υψηλής αναπνευστικής προστασίας), από τον γενικό πληθυσμό. «Οι μάσκες αυτές δεν κάνουν για τον γενικό πληθυσμό. Μπορεί να είναι ακόμη και επικίνδυνες γιατί μπορεί να μεταδώσουν τη νόσο. Είναι χρήσιμες για τους γιατρούς που εργάζονται στις ΜΕΘ και τους αναισθησιολόγους», ανέφερε. Πάντως ο καθηγητής επισήμανε ότι ανάλογα με τα επιδημιολογικά δεδομένα και σε ειδικές συνθήκες συγχρωτισμού θα μπορούσαν να υπάρξουν οφέλη από τη χρήση της μάσκας.
Όσον αφορά τα γάντια και τη χρήση τους από τον γενικό πληθυσμό, τόνισε ότι «υπάρχουν λίγες ενδείξεις ότι η χρήση τους προστατεύει από τη μόλυνση με τον ιό. Ενώ οι προθέσεις είναι καλές από τη χρήση γαντιών, η χρήση γαντιών μίας χρήσης αδιακρίτως, είναι σε μεγάλο βαθμό μάταιη και μπορεί να οδηγήσει σε μεγαλύτερη βλάβη παρά καλό». Ο Σ. Τσιόδρας εξήγησε ότι πολλοί φοράμε γάντια πιστεύοντας ότι μας προστατεύουν με κάποιον τρόπο. «Τα γάντια όμως μίας χρήσης δεν είναι σχεδιασμένα για εκτεταμένη χρήση. Επίσης, η υπερβολική εξάρτηση από τα γάντια μπορεί να οδηγήσει σε ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Ο ιός μπορεί να επιμολύνει τα γάντια με τον ίδιο τρόπο που μολύνει τα χέρια», επισήμανε και κατέληξε ότι με τα γάντια μπορούμε να μεταφέρουμε τον ιό σε άλλες επιφάνειες.
Σε ένα μήνα αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων
Όσον αφορά τα τεστ αντισωμάτων, ο καθηγητής εξήγησε ότι περνάμε τη φάση όπου αναζητούμε αξιόπιστα τεστ τα οποία θα αξιοποιήσουμε αργότερα για να μελετήσουμε την επιδημία και την πορεία του ιού σε μια χώρα. Συγκεκριμένα είπε «Φαίνεται ότι υπάρχει μια ανάπτυξη ανοσίας, η οποία είναι αυτό που λέμε η βραχυπρόθεσμη ανοσία, η οποία δεν ξέρουμε πόσο θα κρατήσει. Δεν έχουν ακόμη επικυρωθεί όσον αφορά την αξιοπιστία τους τα τεστ αντισωμάτων. Αυτά τα τεστ αν θέλουμε να είναι τέλεια, θα πρέπει να μην χάνουν κανέναν και να λέμε «αυτός το πέρασε». Τέτοια τεστ δεν υπάρχουν ακόμα». Μάλιστα, κατέληξε τονίζοντας ότι σε ένα μήνα θα έχουμε αξιόπιστα τεστ.
Και οι ασυμπτωματικοί μεταδίδουν τον ιό
Όσον αφορά τους ασυμπτωματικούς ασθενείς, ο Σ. Τσιόδρας είπε ότι έχουν εντοπιστεί και στη χώρα μας και αφορούν ταξιδιώτες που επέστρεψαν στην Ελλάδα. «Σε αυτούς έχουμε ανιχνεύσει τον ιό στο ανώτερο αναπνευστικό. 'Αλλο έχουν μολυνθεί από τον ιό κι άλλο έχουν εμφανίσει τη νόσο. Τους βαφτίζουμε κρούσματα αλλά δεν νοσούν. Υπάρχει μία φάση που λέγεται προσυμπτωματική, 1-3 μέρες πριν εμφανίσει το συμπτώματα. Ξέρουμε ότι είναι πολύ πιο μεταδοτικοί οι άνθρωποι που είναι προσυμπτωματικοί και συμπτωματικοί από τους ασυμπτωματικούς. Γνωρίζουμε όμως ότι και οι ασυμπτωματικοί συμμετέχουν στη μετάδοση», ανέφερε χαρακτηριστικά τονίζοντας πόσο πολύπλοκη είναι η νόσος που προκαλεί ο κορονοϊός.
Ακόμη δεν γνωρίζουμε ποιοι θα νοσήσουν βαριά και ποιοι ελαφριά
Ερωτηθείς για το αν υπάρχουν κάποια κριτήρια προς το παρόν που δείχνουν ποιος από τους ασθενείς θα νοσήσουν βαριά και ποιος πιο ελαφριά, είπε ότι γνωρίζουμε ελάχιστα προς το παρόν για αυτό και πρόσθεσε «βλέπουμε και το ένα και το άλλο και αυτό που ξέρουμε είναι ότι αυτοί που έχουν προχωρημένη ηλικία και παράγοντες κινδύνου λόγω άλλων νοσημάτων, νοσούν πιο βαριά και έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να κάνουν συμπτώματα. Επίσης, ξέρουμε ότι κάποιοι νέοι έχουν αυξημένη ενεργοποίηση του αμυντικού τους συστήματος, έχουν μια αυξημένη φλεγμονή η οποία τους οδηγεί σε πνευμονία αλλά δεν είναι συχνό».
Όταν ρωτήθηκε να σχολιάσει το γεγονός ότι μπορεί να υπάρξει έκρηξη άλλων νοσημάτων μετά το κύμα της επιδημίας του κορονοϊού καθώς πολλοί παραμελούν την πρόληψη, είπε ότι μιλώντας με φίλους του καρδιολόγους διαπιστώνει ότι προς το παρόν συμβαίνει κάτι διαφορετικό. «Υπάρχει μια μείωση των εμφραγμάτων. Κάποια από τα νοσήματα φαίνεται να συνεχίζουν την πορεία τους και κάποια είναι σαν να έχουν «σταθμεύσει».