Με επιθετικές αυξήσεις στα επιτόκια των δανείων και καθήλωση των επιτοκίων καταθέσεων σε πολύ χαμηλά επίπεδα αντέδρασαν οι ελληνικές τράπεζες στην αύξηση επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα από το περασμένο καλοκαίρι, με αποτέλεσμα σήμερα να έχουν από τα υψηλότερα επιτόκια στα δάνεια στην ευρωζώνη και από τα χαμηλότερα στις καταθέσεις, σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει η Τράπεζα της Ελλάδος στη νέα Έκθεση για τη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα.
Η ΤτΕ αποφεύγει να μπει στη συζήτηση, που πήρε και έντονη πολιτική φόρτιση τους τελευταίους μήνες, σχετικά με το πώς δικαιολογείται η τιμολογιακή πολιτική των ελληνικών τραπεζών και εξαιρετικά υψηλά περιθώρια επιτοκίων που απολαμβάνουν. Όμως, παραθέτει σε ειδικό πλαίσιο επαρκή στοιχεία για να τεκμηριωθεί ότι οι ελληνικές τράπεζες είναι από τις ακριβότερες στην ευρωζώνη στα δάνεια και από τις φθηνότερες στις καταθέσεις.
Όπως σημειώνει, «το νέο χρηματοοικονομικό περιβάλλον που διαμορφώθηκε από την επίδραση καθοριστικών παραγόντων και εξελίξεων, όπως ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία, η ραγδαία αύξηση του πληθωρισμού και η ομαλοποίηση της νομισματικής πολιτικής, επέδρασαν σημαντικά στο κόστος χορήγησης δανείων και την απόδοση των καταθέσεων. Συγκεκριμένα, τα επιτόκια των τραπεζών μεταβλήθηκαν σημαντικά, ακολουθώντας την τάση που δημιουργήθηκε από τις διαδοχικές αυξήσεις των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ τα οποία αυξήθηκαν σωρευτικά 375 μ.β. μέχρι 11.05.2023».
«Ενώ η αύξηση των βασικών επιτοκίων της ΕΚΤ αντανακλάται άμεσα σχεδόν στα επιτόκια χορηγήσεων, η επίδραση της αύξησης των επιτοκίων στις προθεσμιακές καταθέσεις αναμένεται να φανεί στους επόμενους μήνες», προσθέτει η ΤτΕ. «Η τελευταία εξέλιξη», συνεχίζει, «οφείλεται κυρίως στο ιδιαίτερα χαμηλό κόστος του συνόλου των καταθέσεων ταμιευτηρίου και όψεως, τα οποία λόγω των χαρακτηριστικών τους, τιμολογούνται σε όλη την Ευρώπη πολύ χαμηλά – πρακτικά κοντά στο 0%, και η μερική μετατροπή τους σε προθεσμιακές καταθέσεις άρχισε πριν μόλις λίγους μήνες και είναι ακόμα σε εξέλιξη, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην ευρωζώνη».
Επιτόκια στα νέα δάνεια
Κατά τη διάρκεια του 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023, τα επιτόκια χορηγήσεων (νέες συμβάσεις) στην Ελλάδα είναι μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη. Μετά τον Ιούλιο του 2022, το εν λόγω μέσο σταθμισμένο επιτόκιο για την Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των τριών υψηλότερων θέσεων και το Φεβρουάριο 2023 διαμορφώθηκε σε 5,57%. Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή των χωρών της ζώνης του ευρώ είναι 4,41% και 3,93% αντίστοιχα, ενώ η ελάχιστη και μέγιστη τιμή παρατηρούνται στη Γαλλία (3,15%) και τη Μάλτα (5,81%), αντίστοιχα.
Αντίθετα, τα επιτόκια καταθέσεων (νέες συμβάσεις) στην Ελλάδα – κατά τη διάρκεια του 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023 είναι μεταξύ των χαμηλότερων στην ευρωζώνη. Μετά τον Ιούλιο του 2022, το μέσο σταθμισμένο επιτόκιο καταθέσεων για νέες συμβάσεις είναι μεταξύ των χαμηλότερων επιτοκίων και το Φεβρουάριο του 2023 διαμορφώθηκε σε 0,21%. Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή για τις χώρες της ευρωζώνης το Φεβρουάριο του 2023 είναι 0,27% και 0,6%, αντίστοιχα. Αξίζει να σημειωθεί ότι σε έξι χώρες της ζώνης του ευρώ προσφέρονται χαμηλά επιτόκια καταθέσεων (μεταξύ 0,12-0,18%), ενώ η ελάχιστη και μέγιστη τιμή παρατηρούνται στην Ιρλανδία (0,12%) και τη Γαλλία (1,27%), αντίστοιχα.
Ως εκ τούτου, τα spreads (περιθώριο επιτοκίων) μεταξύ νέων χορηγήσεων και καταθέσεων είναι στην Ελλάδα μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη. Το εν λόγω περιθώριο για την Ελλάδα διαμορφώθηκε το Φεβρουάριο του 2023 σε 5,36 εκατοστιαίες μονάδες (ε.μ.). Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή των χωρών της ζώνης του ευρώ είναι 4,12 και 3,33 ε.μ., αντίστοιχα. Η ελάχιστη και μέγιστη τιμή παρατηρούνται στη Γαλλία (1,88 ε.μ.) και τη Λετονία (5,63 ε.μ.), αντίστοιχα.
Επιτόκια στα υφιστάμενα δάνεια και καταθέσεις
Κατά τη διάρκεια του 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023, τα επιτόκια χορηγήσεων στα υφιστάμενα υπόλοιπα στην Ελλάδα είναι μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη. Το εν λόγω μέσο σταθμισμένο επιτόκιο για την Ελλάδα το Φεβρουάριο του 2023 διαμορφώθηκε σε 5,52%. Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή των χωρών της ζώνης του ευρώ είναι 3,65% και 3,14%, αντίστοιχα. Η ελάχιστη και μέγιστη τιμή παρατηρούνται στη Γαλλία (2,16%) και την Ελλάδα (5,52%), αντίστοιχα.
Αντίθετα, τα επιτόκια καταθέσεων στα υφιστάμενα υπόλοιπα στην Ελλάδα – κατά τη διάρκεια του 2022 και τους πρώτους μήνες του 2023– είναι μεταξύ των χαμηλότερων στην ευρωζώνη. Το Φεβρουάριο του 2023 διαμορφώθηκε σε 0,18%. Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή για τις χώρες της ευρωζώνης το Φεβρουάριο του 2023 είναι 0,27% και 0,58%, αντίστοιχα. Σε εννέα χώρες της ζώνης του ευρώ τα μέσα σταθμισμένα επιτόκια καταθέσεων στα υφιστάμενα υπόλοιπα είναι χαμηλότερα του 0,18%. Η ελάχιστη και μέγιστη τιμή παρατηρούνται στην Κύπρο (0,06%) και τη Γαλλία (1,33%) αντίστοιχα.
Ως εκ τούτου, τα spreads (περιθώριο επιτοκίων) μεταξύ χορηγήσεων και καταθέσεων στα υφιστάμενα υπόλοιπα είναι στην Ελλάδα μεταξύ των υψηλότερων στην ευρωζώνη. Το εν λόγω μέσο σταθμισμένο επιτόκιο για την Ελλάδα διαμορφώνεται το Φεβρουάριο του 2023 σε 4,93 ε.μ.. Η διάμεσος και η μέση σταθμισμένη τιμή των χωρών της ζώνης του ευρώ είναι 2,85 ε.μ. και 2,34 ε.μ., αντίστοιχα.
Τα προγράμματα στήριξης
Θετική συμβολή στη συγκράτηση των επιτοκίων των στεγαστικών δανείων στην τρέχουσα φάση ομαλοποίησης της νομισματικής πολιτικής από την ΕΚΤ αναμένεται από τα μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν από την Πολιτεία και τις τράπεζες.
Συγκεκριμένα, το πρόγραμμα οικειοθελούς στήριξης δανειοληπτών πιστωτικών και χρηματοδοτικών ιδρυμάτων με στεγαστικά δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου (Πρόγραμμα ΕΥΑΛΩΤΩΝ ή ΓΕΦΥΡΑ ΙΙΙ) προβλέπει την επιδότηση κατά 50% της αύξησης της μηνιαίας δόσης στεγαστικού δανείου κυμαινόμενου επιτοκίου για διάστημα 12 μηνών με ημερομηνία αναφοράς την 30.6.2022 με διευρυμένα κριτήρια ένταξης.
Πρόσφατα ανακοινώθηκε πρωτοβουλία των ελληνικών τραπεζών για την επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών και τη στήριξη όλων των ενήμερων πιστούχων στεγαστικών δανείων με κυμαινόμενο επιτόκιο ανεξαρτήτως διάρκειας και νομίσματος.