Όχι μόνο τους συνταξιούχους, αλλά και την Εθνική Τράπεζα βρίσκει απεναντί της η κυβέρνηση στην προσπάθεια να δώσει μια λύση, λίγο πριν διαλυθεί η Βουλή, στο πρόβλημα των 16.500 συνταξιούχων που έχουν μείνει χωρίς επικουρική σύνταξη από τα τέλη του 2017. Μάλιστα, η διοίκηση της Εθνικής, όπως αναφέρουν κύκλοι της, έχει λάβει την απόφαση να προσφύγει στη Δικαιοσύνη για την ακύρωση της ρύθμισης, εφόσον βέβαια αυτή ψηφισθεί σήμερα από τη Βουλή.
Η υπαγωγή των συνταξιούχων της Εθνικής Τράπεζας στο ενιαίο επικουρικό ταμείο (ΕΤΕΑΕΠ), με τον τρόπο που αυτό προβλέπεται να γίνει βάσει της τροπολογίας του υπουργείου Εργασίας, δεν ικανοποιεί τη διοίκηση της τράπεζας, παρότι το ποσό που προβλέπεται να καταβάλλει σε ετήσια βάση και για πέντε χρόνια (στη συνέχεια το ποσό θα προσδιορισθεί από αναλογιστική μελέτη) ανέρχεται σε 40 εκατ. ευρώ, δηλαδή δεν είναι πολύ υψηλότερο από τα 35 εκατ. ευρώ που είχε προβλέψει η ίδια η τράπεζα στο επιχειρησιακό σχέδιό της, το οποίο παρουσιάσθηκε πρόσφατα.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, αυτό που προβληματίζει έντονα τη διοίκηση της Εθνικής είναι ότι, με την τροπολογία, οι νέοι συνταξιούχοι διακρίνονται από τους παλιούς και θα λάβουν χαμηλότερες συντάξεις, με βάση το νόμο Κατρούγκαλου, κάτι που σημαίνει ότι γίνονται πολύ λιγότερο ελκυστικοί οι όροι του προγράμματος εθελουσίας εξόδου της τράπεζας, το οποίο αποτελεί βασικό πυλώνα στην προσπάθεια μείωσης του λειτουργικού κόστους.
«Μας αιφνιδίασαν»
Κύκλοι της διοίκησης σημειώνουν ότι αιφνιδιάσθηκαν από την κατάθεση της τροπολογίας του υπ. Εργασίας. «Η ΕΤΕ με ευθύνη και κοινωνική ευαισθησία έχει πρωτοστατήσει ώστε να βρεθεί μία εύλογη και δίκαιη λύση στο δύσκολο κοινωνικό θέμα του ΛΕΠΕΤΕ. Διαφαινόταν το σκιαγράφημα μιας λύσης με αυτά τα χαρακτηριστικά που εμπεριείχε εύλογους συμβιβασμούς και από τρία εμπλεκόμενα μέρη (συνταξιούχους, ΕΤΕ και Κυβέρνηση). H ETE θα συνέβαλε γενναιόδωρα σε αυτή τη λύση. Αιφνιδιαστήκαμε με την πρόσφατη κατάθεση της τροπολογίας, η οποία χαρακτηρίζεται από πολλαπλές αδυναμίες και αδικίες. Επίσης, εγκυμονεί σημαντικούς οικονομικούς κινδύνους για την ΕΤΕ», τονίζουν χαρακτηριστικά.
Όπως εξηγούν, η ρύθμιση «δημιουργεί συνταξιούχους δυο ταχυτήτων. Οι σημερινοί συνταξιούχοι (δηλαδή πριν την ψήφιση του νόμου) θα λαμβάνουν κατά την κατατεθείσα τροπολογία υψηλές συντάξεις, σε επίπεδα άνω του τριπλάσιου των υπολοίπων συνταξιούχων του Δημοσίου. Οι σημερινοί εργαζόμενοι της τράπεζας αδικούνται, αφού η τροπολογία θα τους δώσει σημαντικά χαμηλότερες συντάξεις από τους σημερινούς συνταξιούχους, που θα βγαίνει μειούμενη για το διάστημα ασφάλισης μετά την 1/1/2015 (αρχικά άνω του 50%, ποσοστό που θα ανεβαίνει). Δεν μπορεί να υπάρχει κάποια λογική σε έναν τέτοιο διαχωρισμό».
Ταυτόχρονα, όπως επισημαίνουν οι ίδιοι κύκλοι, η ρύθμιση θα επιβαρύνει οικονομικά την τράπεζα. «Η εφαρμογή της λύσης θα έπληττε οικονομικά την ΕΤΕ σε τέτοιο βαθμό, που κάποιος θα έπρεπε να αναρωτηθεί για τη ορθότητα σκέψης ή ακόμη χειρότερα για τη σκοπιμότητα, ειδικά σε μια χρονική στιγμή που η ΕΤΕ αρχίζει να ανακάμπτει».
Εξετάζοντας το θέμα από τη νομική πλευρά, οι κύκλοι της διοίκησης της ΕΤΕ σημειώνουν ότι «η τροπολογία προφανώς είναι αντισυνταγματική και μη συμβατή με τις διατάξεις του νόμου και το κανονιστικό πλαίσιο. Δεν πρέπει να παραπλανηθούν οι συνταξιούχοι ότι ο κ. Πετρόπουλος, που τα τελευταία δύο χρόνια καθυστερεί, με αυτήν την σπασμωδική κίνηση έχει βρει μια μόνιμη και βιώσιμη λύση. Όπως είναι αυτονόητο, σε περίπτωση νομοθέτησης του προτεινόμενου μέτρου η τράπεζα θα προσφύγει άμεσα για την ακύρωση του ενώπιον των αρμόδιων δικαστηρίων με γνώμονα την προστασία της ευρωστίας της τράπεζας και τα δικαιώματα των εργαζομένων μας».
«Η τράπεζα συνεχίζει να πιστεύει ότι υπάρχει μια συναινετική λύση με την οικειοθελή συμμετοχή μας», τονίζεται από πλευράς Εθνικής.
Οι συνταξιούχοι
Από το Σύλλογο Συνταξιούχων της Εθνικής (ΣΣΕΤΕ) δεν έχει εκδηλωθεί επίσημη αντίδραση. Σύμφωνα με πληροφορίες, ορισμένοι βλέπουν θετικά το γεγονός ότι η τροπολογία προβλέπει υψηλότερες παροχές στους παλαιούς συνταξιούχους, που θα περιορίσουν αισθητά τις εισοδηματικές τους απώλειες, σε σχέση με προηγούμενες εκτιμήσεις, που έκαναν λόγο για μείωση της τάξεως του 50%, σε σχέση με την επικούρηση του ΛΕΠΕΤΕ.
Νομικοί που έχουν ασχοληθεί με αγωγές συνταξιούχων αναφέρουν στο Σin ότι, σε κάθε περίπτωση, η ρύθμιση είναι κραυγαλέα αντισυνταγματική. Ο νομοθέτης, όπως τονίζουν, επιχειρεί να καλύψει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη υποχρέωση της Πολιτείας να παρέχει επικουρικές συντάξεις σε όλους, όμως παρεμβαίνει με παράνομο και αντισυνταγματικό τρόπο σε μια ιδιωτική σύμβαση, ανάμεσα στην τράπεζα και το προσωπικό της, μεταφέροντας μάλιστα τη χρηματοδότηση του ΛΕΠΕΤΕ και τη διαδικασία πληρωμής των συντάξεων σε τρίτο φορέα, το ΕΤΕΑΕΠ, χωρίς αυτό να έχει συμφωνηθεί μεταξύ των δύο εμπλεκόμενων μερών (τράπεζα και προσωπικό).
Η προοπτική υπαγωγής στο ΕΤΕΑΕΠ, σε κάθε περίπτωση, βρίσκει αντίθετους τους συνταξιούχους, οι οποίοι έχουν προαναγγείλει, πριν κατατεθεί η τροπολογία στη Βουλή, δυναμικές κινητοποιήσεις. «Η δήλωση του Υφυπουργού Κοινωνικών Ασφαλίσεων κ. Αν. Πετρόπουλου για νομοθέτηση της ένταξης μας στο θνησιγενές ΕΤΕΑΕΠ, αποτελεί για όλους εμάς τους συνταξιούχους της ΕΤΕ και των οικογενειών μας, ΑΙΤΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥ! Η απερχόμενη κυβέρνηση πιστή στα κελεύσματα της Τράπεζας, προκειμένου να την απαλλάξει ΕΝΤΕΛΩΣ από την υποχρέωσή που έχει έναντι του ΛΕΠΕΤΕ, λίγες μόλις μέρες πριν τις εκλογές μεθοδεύει τον θάνατο του ΛΕΠΕΤΕ και ναρκοθετεί την βιωσιμότητα του ΤΥΠΕΤ. Στην επίθεση αυτή Κυβέρνησης και Τράπεζας, απαντάμε αγωνιστικά»!, ανέφερε σχετική ανακοίνωση του ΣΣΕΤΕ.