Ως μια από τις χειρότερες κρίσεις στην ιστορία της παγκόσμιας οικονομίας περιγράφει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο την κατάρρευση που προκαλούν τα ανά τον κόσμο περιοριστικά μέτρα για την ανάσχεση της πανδημίας του κορονοϊού. Το ΔΝΤ προβλέπει βαθιά παγκόσμια ύφεση, ενώ η Ελλάδα φαίνεται ότι βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση, όχι μόνο επειδή στη χώρα μας προβλέπεται η μεγαλύτερη μείωση του ΑΕΠ (10%), αλλά και επειδή η αναμενόμενη ανάκαμψη του 2021 θα είναι ασθενής και δεν θα καλυφθεί το χαμένο έδαφος.
Η «Μεγάλη Καραντίνα» του 2020, υποχρέωσε το Ταμείο να προχωρήσει, στο πλαίσιο της έκθεσης World Economic Outlook, σε δραματική αναθεώρηση των προβλέψεών του για την παγκόσμια οικονομία, σημειώνοντας ότι «αυτή η κρίση δεν μοιάζει με καμία άλλη» και προβλέποντας πλέον ότι η παγκόσμια οικονομία θα περάσει σε πολύ βαθιά ύφεση, χειρότερη από αυτή του 2008 - 2009, που συγκρίνεται μόνο με τη Μεγάλη Ύφεση του μεσοπολέμου.
Ειδικότερα, το παγκόσμιο ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα συρρικνωθεί φέτος κατά 3%. Το θετικό στοιχείο, όμως, είναι ότι η ανάκαμψη του 2021 θα είναι δυναμική (σχήμα V) και θα επιτρέψει να καλυφθεί όλο το χαμένο έδαφος της παγκόσμιας οικονομίας, με μια παγκόσμια ανάπτυξη που προβλέπεται να φθάσει το 5,8%. Το βασικό σενάριο του Ταμείου εξακολουθεί να στηρίζεται στην υπόθεση ότι από το β' εξάμηνο του 2020 θα συγκρατηθεί η πανδημία και θα αρθούν τα περισσότερα περιοριστικά μέτρα.
Ενώ σε παγκόσμιο επίπεδο εκτιμάται ότι οι απώλειες του 2020 θα καλυφθούν το 2021, για τις οικονομίες της ευρωζώνης δεν ισχύει το ίδιο, καθώς το Ταμείο προβλέπει ότι από μια ύφεση 7,5% το 2020 θα περάσουμε σε μια ανάκαμψη κατά 4,7% το 2021. Ούτε η αμερικανική οικονομία θα καλύψει τις απώλειές της, αφού από ύφεση 5,9% προβλέπεται να περάσει το 2021 σε ανάτπυξη με ρυθμό 4,7%.
Αντίθετα, η Κίνα θα γίνει περισσότερο από κάθε άλλη περίοδο η ατμομηχανή της παγκόσμιας ανάπτυξης, καθώς εκτιμάται ότι φέτος ο ρυθμός ανάπτυξης θα υποχωρήσει στο 1,2%, που είναι αρνητικό ρεκόρ δεκαετιών, αλλά το 2021 θα επανέλθει με μια εντυπωσιακή αύξηση ΑΕΠ κατά 9,2%, συμβάλλοντας καθοριστικά στην επιστροφή της παγκόσμιας οικονομίας στην ανάπτυξη.
Η Ελλάδα στη χειρότερη θέση
Οι προβλέψεις του ΔΝΤ για την ελληνική οικονομία δείχνουν ότι και αυτή την φορά, όπως και στην κρίση του 2008 - 2009, η Ελλάδα αποτελεί μια ειδική, κακή περίπτωση μεταξύ των ανεπτυγμένων οικονομιών, που επηρεάζεται περισσότερο από την επιδείνωση του διεθνούς περιβάλλοντος.
Το ΑΕΠ της Ελλάδας εκτιμάται από το Ταμείο ότι θα έχει τη χειρότερη πτώση στην Ευρώπη, κατά 10% το 2020. Το 2021 θα έλθει μεν η ανάκαμψη, αλλά θα είναι «αναιμική» και πάντως θα καλύψει μικρό μέρος των απωλειών του 2020, καθώς προβλέπεται ανάπτυξη με ρυθμό 5,1%. Η ανεργία θα εκτιναχθεί φέτος στο 22,3%, για να υποχωρήσει στο 19% το 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου θα αυξηθεί σε 6,5% του ΑΕΠ, λόγω των απωλειών από τουρισμό και ναυτιλία, για να μειωθεί στο 3,4% το 2021. Φέτος, η οικονομία θα πέσει και πάλι σε αποπληθωρισμό, με πρόβλεψη για μια υποχώρηση του τιμαρίθμου στο -0,5%.
Στο πλαίσιο του WEO, το Ταμείο δεν προχωρά σε προβλέψεις για τα δημοσιονομικά και το χρέος, κάτι που θα γίνει αύριο, με τη δημοσίευση της έκθεσης Fiscal Monitor. Βέβαιο είναι, πάντως, ότι η επιδείνωση των προβλέψεων για την οικονομία θα φέρει και πολύ δυσμενέστερες εκτιμήσεις για το δημοσιονομικό αποτέλεσμα και την εξέλιξη του χρέους.
«Αυξήστε τις δαπάνες»
Το Ταμείο εγκαταλείπει την πεπατημένη των συστάσεων για περιοριστική δημοσιονομική πολιτική και συνιστά στα μέλη του να αυξήσουν τις δαπάνες για να υποστηρίξουν τα συστήματα υγείας, τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, με βασική προτεραιότητα την προστασία της ανθρώπινης ζωής.
Καθώς τα περιοριστικά μέτρα «κλείνουν» τις οικονομίες, είναι πολύ σημαντικό, όπως τονίζεται, να βρεθεί ο τρόπος για να είναι σε θέση οι άνθρωποι να ανταποκριθούν στις ανάγκες τους και οι επιχειρήσεις να ανακάμψουν μετά το τέλος των περιοριστικών μέτρων. Σε αυτή την κατεύθυνση, χρειάζονται σημαντικά δημοσιονομικά μέτρα, αλλά και μέτρα νομισματικής πολιτικής, που θα υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ειδικότερα, χρειάζονται στοχευμένα δημοσιονομικά μέτρα, παροχές ρευστότητας και εγγυήσεων, αναδιάρθρωση δανείων, πακέτα στήριξης των πιο ευάλωτων ομάδων και ενισχυμένη διεθνής συνεργασία, οικονομική αλλά και για θέματα υγείας.