Σενάρια που θέλουν τη Ρωσία να προχωρά σε επιθετική ενέργεια εναντίον κράτους-μέλους του ΝΑΤΟ εξετάζει η Γερμανία, άμεσα στα επόμενα χρόνια.
Ο υπουργός Άμυνας της Γερμανίας, Μπόρις Πιστόριους, σε συνέντευξή του στη Frankfurter Allgemeine Zeitung, αποκάλυψε ότι ο αρχικός υπολογισμός —σύμφωνα με τον οποίο η Μόσχα θα μπορούσε να έχει ανασυγκροτήσει τον στρατό της έως το 2029— πλέον θεωρείται πιθανός ήδη από το 2028. Η αναθεώρηση αυτή αυξάνει σημαντικά τις ανάγκες χρηματοδότησης των ευρωπαϊκών αμυντικών συστημάτων και επηρεάζει τους στρατηγικούς σχεδιασμούς των κρατών-μελών.
Ο δημοσιογράφος της FAZ υπενθύμισε στον Πιστόριους τις πρόσφατες δηλώσεις του ότι η Γερμανία χρειάζεται χρόνο για να ενισχύσει την αποτρεπτική της ικανότητα. Στο οικονομικό πεδίο, αυτό μεταφράζεται σε επιπλέον δαπάνες δισεκατομμυρίων, σε μια περίοδο όπου το Βερολίνο ήδη προσπαθεί να ισορροπήσει τον προϋπολογισμό του μετά τις πιέσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου για το έλλειμμα.
Ο Πιστόριους, αν και παραδέχθηκε ότι η κατάσταση παραμένει εν μέρει θεωρητική, τόνισε πως οι υπηρεσίες πληροφοριών συγκλίνουν σε «μια ανησυχητική κατεύθυνση». Ο ίδιος σημείωσε ότι υπάρχουν αναλυτές που θεωρούν πως η πιθανότητα ρωσικής επιθετικής ικανότητας μπορεί να εμφανιστεί νωρίτερα από το αναμενόμενο, ακόμη και από το 2028, ενώ ορισμένοι στρατιωτικοί ιστορικοί υποστηρίζουν ότι «το φετινό καλοκαίρι ίσως ήταν το τελευταίο ειρηνικό στην Ευρώπη».
Παρά τις ανησυχίες, ο Γερμανός υπουργός υπογράμμισε ότι το ΝΑΤΟ παραμένει απολύτως ικανό να αμυνθεί, διαθέτοντας ισχυρή αποτρεπτική δύναμη. Ωστόσο, η ανάγκη για επιτάχυνση επενδύσεων σε αμυντικά προγράμματα είναι πλέον δεδομένη — κάτι που επηρεάζει άμεσα τόσο τους κρατικούς προϋπολογισμούς όσο και την αμυντική βιομηχανία της Ευρώπης.
Ήδη, η Γερμανία έχει δεσμεύσει περίπου 490 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη και παραγωγή των νέων αντιαεροπορικών πυραύλων DefendAir, ως μέρος της συνολικής στρατηγικής ενίσχυσης της αεράμυνας. Παράλληλα, ανακοίνωσε την προμήθεια νέων συστημάτων Patriot για την υποστήριξη της Ουκρανίας — μια εξέλιξη που δημιουργεί πρόσθετη ζήτηση στο γερμανικό αμυντικό cluster.
Οι εξελίξεις αυτές αυξάνουν την αβεβαιότητα στις ευρωπαϊκές οικονομίες, ιδιαίτερα στους τομείς ενέργειας, άμυνας και δημοσιονομικής πολιτικής, ενώ επηρεάζουν και την ψυχολογία των αγορών που ήδη «ζυγίζουν» τον γεωπολιτικό κίνδυνο για την περίοδο 2025–2030.