Η φιλόδοξη στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την τεχνητή νοημοσύνη κινδυνεύει να βρεθεί αντιμέτωπη με μια λιγότερο προβεβλημένη, αλλά όλο και πιο επείγουσα πρόκληση: τη λειψυδρία.
Στο πλαίσιο της προσπάθειας να καταστεί παγκόσμιος κόμβος για την ανάπτυξη AI, η Ε.Ε. έχει ανακοινώσει σχέδια τριπλασιασμού της χωρητικότητας των data centers μέσα στα επόμενα πέντε έως επτά χρόνια. Ωστόσο, η εκρηκτική αυτή επέκταση συνοδεύεται από ανησυχίες για τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, όπου η έλλειψη νερού είναι ήδη έντονη.
Τα data centers, που τροφοδοτούν το σύνολο της ψηφιακής οικονομίας, από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τις τράπεζες, μέχρι τα εργαλεία τεχνητής νοημοσύνης όπως το ChatGPT, απαιτούν τεράστιες ποσότητες νερού για ψύξη των υπερυπολογιστών τους.
Στην Ελλάδα, η Google σχεδιάζει τρία νέα data hubs στην Αττική, ενώ στην Ισπανία, εταιρείες όπως Amazon, Microsoft και Meta έχουν επενδύσει δισεκατομμύρια δολάρια για τη δημιουργία νέων εγκαταστάσεων. Το γεγονός ότι τέτοια έργα αναπτύσσονται σε περιοχές υψηλού υδατικού στρες εγείρει ερωτήματα σχετικά με τη βιωσιμότητά τους.
Στην Αραγωνία της βορειοανατολικής Ισπανίας, για παράδειγμα, η πρόθεση της Amazon να ανοίξει τρία κέντρα δεδομένων έχει προκαλέσει ένταση σε αγρότες και περιβαλλοντικές οργανώσεις, καθώς η περιοχή αντιμετωπίζει σοβαρή λειψυδρία.
Ανάλογες ανησυχίες έχουν εκφραστεί και στο Culham της Οξφόρδης, που επελέγη ως η πρώτη «ζώνη ανάπτυξης AI» του Ηνωμένου Βασιλείου, κοντά σε υπό κατασκευή νέο ταμιευτήρα νερού, γεγονός που πολλοί φοβούνται ότι θα αυξήσει την πίεση στους τοπικούς υδάτινους πόρους.
To «αόρατη» υδάτινο αποτύπωμα της τεχνολογίας
Σύμφωνα με έρευνα της Eurasia Group, περισσότερο από το ήμισυ της κατανάλωσης νερού που συνδέεται με τα data centers δεν αφορά το νερό που χρησιμοποιείται στις ίδιες τις εγκαταστάσεις, αλλά στην παραγωγή ενέργειας και μικροτσίπ. Αυτή η «έμμεση» κατανάλωση συχνά παραμένει εκτός των επίσημων αναφορών, με αποτέλεσμα να υποτιμάται η πραγματική οικολογική επιβάρυνση.
Μελέτη της S&P Global εκτιμά ότι η έκθεση του κλάδου των data centers σε κινδύνους λειψυδρίας θα παραμείνει υψηλή μέσα στη δεκαετία που διανύουμε, με την Ισπανία και την Ελλάδα ανάμεσα στις χώρες που θα αντιμετωπίσουν τη μεγαλύτερη πίεση.
Η ευρωπαϊκή απάντηση
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διαβεβαιώνει ότι η Πρωτοβουλία EuroHPC JU επιλέγει τοποθεσίες φιλοξενίας με βάση την ενεργειακή αποδοτικότητα και τη βιωσιμότητα.
Παράδειγμα αποτελεί ο νέος υπερυπολογιστής "JUPITER” στη Γερμανία, που λειτουργεί αποκλειστικά με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και αξιοποιεί προηγμένες τεχνικές ψύξης και επαναχρησιμοποίησης θερμότητας.
Παράλληλα, η Ευρωπαϊκή Ένωση Κέντρων Δεδομένων (EUDCA) υπογραμμίζει ότι ο κλάδος επενδύει σε λύσεις περιορισμού της κατανάλωσης νερού, όπως η χρήση μη πόσιμου νερού και η ανακύκλωση.
Η Microsoft δοκιμάζει data centers μηδενικής κατανάλωσης νερού για ψύξη, ενώ το Start Campus στην Πορτογαλία ανακυκλώνει θαλασσινό νερό, πετυχαίνοντας μηδενικό Water Usage Effectiveness (WUE).
Πίεση από το περιβάλλον
Η Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Περιβάλλοντος προειδοποίησε πρόσφατα ότι οι υδάτινοι πόροι της Ευρώπης βρίσκονται υπό "σοβαρή πίεση", με το ένα τρίτο του πληθυσμού να ζει ήδη σε περιοχές με μόνιμο υδατικό στρες.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ραγδαία ανάπτυξη υποδομών τεχνητής νοημοσύνης στις πιο άνυδρες περιοχές επιτείνει την κρίση, σύμφωνα με την εταιρεία Climate X.
Ήδη, χώρες όπως η Ολλανδία και η Ιρλανδία έχουν παγώσει προσωρινά την ανάπτυξη νέων data centers, λόγω των πιέσεων στο ηλεκτρικό δίκτυο και των περιβαλλοντικών επιπτώσεων.
Η ιρλανδική κυβέρνηση πάντως υποστηρίζει ότι τα κέντρα δεδομένων έχουν συμβάλει θετικά στην οικονομία, ενώ σημειώνει πως οι περισσότερες εγκαταστάσεις χρησιμοποιούν ψύξη με αέρα και όχι με νερό, περιορίζοντας έτσι την κατανάλωση.
Ανάμεσα στην καινοτομία και τη βιωσιμότητα
Καθώς η Ευρώπη επιδιώκει να καταστεί ηγέτιδα δύναμη στην τεχνητή νοημοσύνη, το στοίχημα για την επόμενη δεκαετία θα είναι η ισορροπία ανάμεσα στην τεχνολογική πρόοδο και τη διαχείριση των φυσικών πόρων.
Η ανάπτυξη των AI mega projects δημιουργεί θέσεις εργασίας και προστιθέμενη αξία, αλλά ταυτόχρονα θέτει επιτακτικά το ερώτημα:
Πόσο «έξυπνη» μπορεί να θεωρηθεί μια τεχνητή νοημοσύνη, αν εξαρτάται από έναν πλανήτη που διψά;